Η Μονή Αγίου Φιλίππου εν Φαργάλα (
San Filippo di Fragalà) στην επαρχία της Messina στη δυτική Σικελία, ιδρύθηκε ως ελληνικό μοναστήρι το 1090 από τους Νορμανδούς λόγω του ελληνόφωνου πληθυσμού στα κοντινά χωριά και λειτούργησε ανελλιπώς μέχρι το 1866.
Στη θέση του υπήρχε ήδη "ευκτήριον" από τον 8ο αιώνα που ήταν αφιερωμένο κατά πάσα πιθανότητα στον Άγιο Νικόλαο.
Ο Κόμης Ruggero των Νορμανδών το επανίδρυσε το 1090 αφιερωμένο στον Άγιο Φίλιππο Ιερομάρτυρα τον Αργύριο του οποίου η μνήμη τιμάται στις 12 Μαιου. Εἶναι ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστὲς καὶ στὰ Μηναῖα. Ἡ μνήμη του ἀναφέρεται στὸ Σιναϊτικὸ Κώδικα 647 καὶ στὸν Κώδικα Δ. α. Ι.Χ. τῆς μονῆς τῆς Κρυπτοφέρρης τῆς Ρώμης, ὅπου καὶ ἡ ἀκολουθία του. Ο πρώτος ηγούμενος ονομαζόταν Γρηγόριος και ετάφη στο καθολικό της Μονής στην οποία σώζονται υπέροχες βυζαντινές αγιογραφίες. Η ονομασία της τοποθεσίας Φαργάλας είναι αραβικής προέλευσης και αυτό επειδή οι Άραβες που είχαν καταλάβει την Σικελία το 827 είχαν επιβάλλει παντού αραβικά τοπωνύμια. Ο συγκεκριμένος λόφος ονομάστηκε από αυτούς Farragh Allah, δηλαδή παρηγοριά του Θεού, ακριβώς λόγω της παρουσίας του μοναστηριού. Στη συνέχεια, στα έγγραφα της Μονής η ονομασία έχει εξελληνισθεί ως Φαργάλας και σήμερα στη σικελική διάλεκτο και επίσημα ονομάζεται Fragala'.
Από το 1131 και μέχρι το κλείσιμό του, το μοναστήρι μαζί με όλα τα βυζαντινά μοναστήρια της Σικελίας υπαγόταν στην Μάνδρα του Σωτήρος στη Μεσσήνη, της οποίας ο Ηγούμενος με απόφαση του κόμη Ruggero B' έφερε τον τίτλο του Αρχιμανδρίτη. Μάλιστα το 1635 ο Πάπας Ουρβανός ο Η' εξύψωσε τη Μάνδρα σε ανεξάρτητη Εκκλησιαστική επαρχία υπό τον άμεσο έλεγχό του, «Dioecesim propriam, distinctam, et separatam a quavis alia Dioecesi». Σκοπός του ήταν η προστασία των εναπομείναντων βυζαντινών μονών από τον φανατισμό των τοπικών λατίνων επισκόπων που αποσκοπούσαν στον πλήρη εκλατινισμό τους. Ήταν άλλωστε στο συμφέρον της Ρώμης να διατηρήσει την βυζαντινή παράδοση στην Κάτω Ιταλία για να προσεγγίσει τους Ορθόδοξους πληθυσμούς της Ανατολής.
|
Τιμία Κάρα του Οσίου Λαυρεντίου του Ομολογητή, Λειψανοθήκη του 1680 |
Η μεγαλύτερη προσωπικότητα της Μονής είναι ο ιερομόναχος Όσιος Λαυρέντιος ο Ομολογητής που γεννήθηκε στο γειτονικό ελληνόφωνο τότε χωριό Φραξινός (σήμερα Frazzano') το 1120 και απολαμβάνει και σήμερα μεγάλης ευλάβειας στη Σικελία με φήμη θαυματουργού. Όταν στο γειτονικό χωριό Frazzano' ανοίχτηκε η λειψανοθήκη του στα τέλη του 16ου αιώνα, βρέθηκε περγαμηνή με το βίος του στα ελληνικά και δυστυχώς σήμερα σώζεται μόνο η μετάφραση που έγινε τότε στα ιταλικά.
Η Μονή φύλασσε δύο λειψανοψήθες του Αγίου, την τιμία κάρα και το δεξί χέρι τα οποία μετά το αναγκαστικό κλείσιμο της Μονής, μεταφέρθηκαν και φυλάσσονται σε Ναό στο γειτονικό χωριό Frazzano'. Αίσθηση προκαλεί η λειψανοθήκη με το δεξί χέρι να δίνει ευλογία βυζαντινή, που φιλοτεχνήθηκε το 1680 όταν Ηγούμενος ήταν ο
Antonio Magrì. Στο συγκεκριμένο χωριό μέχρι και τις αρχές του 20ου αιώνα υπήρχαν ακόμα οικογένειες με τα επίθετα Papa και Protopapa που μαρτυρούν την ύπαρξη έγγαμου κλήρου στο χωριό τουλάχιστον μέχρι τα μέσα του 15ου αιώνα. Επί Μουσολίνι τα επίθετα αυτά άλλάξαν σε μια απόπειρα ακραίου εθνικισμού.
|
Το δεξί χέρι του Οσίου Λαυρεντίου ευλογεί ελληνικά, 1680 |
Το Μοναστήρι είχε υπό τον έλεγχο του πολλά μετόχια στη γύρω περιοχή, που μαρτυρούν την άνθηση του Βυζαντινού μοναχισμού στη Σικελία κατά το μεσαίωνα, μερικά από τα οποία ήταν τα Μετόχια του Αγίου Θαλλελαίου, του Αγίου Ιππολύτου, του Αγίου Θεοδώρου, του Αγίου Νικολάου του Παλαιοκάστρου, της Αγίας Μαρίας της Γούλλας και του Αγίου Πέτρου του Γαλατίου.
Οι πληθυσμοί στα γύρω χωριά είχαν πλέον εκλατινισθεί το 1400 αλλά το Μοναστήρι ακόμα τελούσε όλες τις ακολουθίες σύμφωνα με το ορθόδοξο τυπικό αν και σε κοινωνία με τον Πάπα Ρώμης.
Το Βυζαντινό τυπικό σιγά σιγά αντικαταστάθηκε από το λατινικό, οι ακολουθίες τελούνταν πότε με το λατινικό και πότε με το ορθόδοξο τυπικό και τον 19ο αιώνα οι βυζαντινές ακολουθίες τελούνταν πλέον σπάνια μόνο σε μεγάλες εορτές.
Το μοναστήρι κατασχέθηκε μαζί με σχεδόν το σύνολο της εκκληστιαστικής περιουσίας το 1866 από το νεοσυσταθέν ιταλικό κράτος και οι μοναχοί που ανήκαν πλέον στο βυζαντινόρρυθμο Τάγμα του Αγίου Βασιλείου του Μεγάλου αναγκάστηκαν να το εγκαταλείψουν και διασκορπίστηκαν. Έκτοτε οι φθορές που υπέστη είναι σημαντικές, η συντήρησή του ξεκίνησε το 1990.
Η Μονή είχε σημαντική βιβλιοθήκη με ελληνικές περγαμηνές και βιβλία γραμμένα από τους ίδιους τους μοναχούς, της οποίας μεγάλο μέρος σώζεται και φυλάσσεται στο Παλέρμο.