Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα παπικό αλάθητο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα παπικό αλάθητο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 23 Οκτωβρίου 2011

Οι σκληροπυρηνικοί Ορθόδοξοι παραδέχονται οτι είναι λάθος απέναντι στον Πάπα Ρώμης!

Με μια απίστευτή γκάφα το αντι-οικουμενικό, αντι-αιρετικό και αντι-παπικό ορθόδοξο μπλογκ ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΗ κατηγορεί το Ευαγγέλιο, τους εκκλησιαστικούς Πατέρες, τις Οικουμενικές Συνόδους, μέχρι και τον Μέγα Φώτιο οτι έκαναν τα πάντα για να "ποδηγετηθεί" η Εκκλησία από τους Πάπες. 
Ευχαριστούμε θερμά τον συγγραφέα του πονήματος κ. Ιωάννη Καρδάση σχετικά με τις πολυάριθμες πηγές που μας αναφέρει για την εκκλησιολογία της πρώτης χιλιετίας και που με αυτόν τον τρόπο αποδεικνύει οτι ο ίδιος ανήκει σε μια εκκλησία που απομακρύνθηκε από την Ιερή Παράδοση και ανέπτυξε μια καινοτόμο εκκλησιολογία, παντελώς αντίθετη και ξένη με αυτήν της Εκκλησίας των 7 Οικουμενικών Συνόδων!


Σύνοψη εκδηλώσεων, ενεργειών, νοοτροπιών, παραδοχών με τις οποίες καταδεικνύεται η εκδυτικοποίηση και ποδηγέτηση της Εκκλησίας από τη Ρώμη ήδη από την αυγή της ιστορίας της Εκκλησίας: 

1/ Απόστολος Πέτρος (50). Προσπάθεια εξάσκησης πρωτείου διαποίμανσης στην Εκκλησία: «Ο Θεός με διάλεξε από όλους εσάς να κηρύξω το ευαγγέλιο σ’ όλα τα έθνη» (Πράξ. 15. 7). 

2/ Ρώμης άγιος Κλήμης Α΄ (90). Σε επιστολή του προς τον Ιεροσολύμων Ιάκωβο τον αδελφόθεο κηρύττει το πρωτείο του Πέτρου, την άφιξή του στη Ρώμη, την χειροτονία του απ’ αυτόν και τον μαρτυρικό θάνατό του. Η επιστολή αυτή αναφέρεται και στην εγκύκλιο της Πανορθοδόξου Συνόδου του 1722. 

3/ Σύνοδος Σαρδικής (347). Καθιέρωση του εκκλήτου, ε΄ κανόνας: «ένας καταδικαθείς επίσκοπος μπορεί να καταφύγει στον επίσκοπο της Ρώμης, τον αρχηγό του επισκοπικού σώματος, στην έδρα του αγίου Πέτρου». 

4/ Ιω. Χρυσόστομος (400). Θεωρεί τον Πέτρο «προστάτη όλης της Οικουμένης και θεμέλιο της Εκκλησίας». 

5/ Σύνοδος Καρθαγένης (418). Επελήφθη του Σχίσματος Ρώμης-Αλεξάνδρειας λόγω του αφορισμού του Ι. Χρυσοστόμου και απευθύνεται στον Ρώμης Ιννοκέντιο Α΄ (όχι στον Αλεξανδρείας) να επιβάλει την ειρήνη στην Εκκλησία. 

6/ Αλεξανδρείας άγιος Κύριλλος (430). «Ο Κύριος θεμελίωσε την Εκκλησία του πάνω στον Πέτρο και τον κατέστησε ποιμένα της καθόλου Εκκλησίας». 

7/ Γ΄ Οικουμενική Σύνοδος (431). Δέχτηκε, χωρίς καμία αντίρρηση, τη διατύπωση του πρωτείου διαποίμανσης του Πάπα άγιου Κελεστίνου Α΄. 

8/ Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος (451). Καθιέρωσε τον Πάπα άγιο Λέοντα, ως τον «αρχιεπίσκοπο πάσης της Οικουμένης, πατέρα τε και πατριάρχην» και «μακαριώτατο άνδρα πασών των εκκλησιών». Πράγματι, η προσαγόρευση του Πάπα, ως πατέρα, από τους Πατριάρχες ΚΠόλεως γινότανε μέχρι το Σχίσμα (1054). Ο Ρώμης Λέων Α΄ δεν υπογράφει τον κη΄ κανόνα περί των ίσων πρεσβείων τιμής με τον ΚΠόλεως. Στη Σύνοδο αυτή έχουμε τον πλήρη θρίαμβο του Παπισμού. 

9/ Αυτοκράτορας Μαρκιανός (451). Απείλησε τους Πατέρες της Δ΄, ότι αν δεν έβγαζαν Όρο αρεστό στον Πάπα Λέοντα Α΄, θα μετέφερε τη Σύνοδο στη Ρώμη. 

10/ ΚΠόλεως άγιος Ανατόλιος (458). Διαβεβαιώνει τον Ρώμης Λέοντα Α΄, ότι: «άνευ της εγκρίσεώς του, ουδείς Κανόνας της Δ΄ Συνόδου θα εφαρμοστεί». 

11/ Αυτοκράτορας Ιουστίνος Α΄ (519). Ζήτησε από τον Πατριάρχη Ιωάννη Β΄ και τους λοιπούς Επισκόπους και υπέγραψαν τον παπικό λίβελλο Ορμίσδα : «επόμενοι εν πάσι τω αποστολικώ θρόνω και κηρύσσοντες αυτού πάσας τας διατάξεις», ώστε να λήξει το Ακακιανό Σχίσμα. 

12/ Ρώμης άγιος Αγαπητός (535). Πρώτος εξάσκησε το αλάθητο στην εκλογή του ΚΠόλεως Μηνά, «πως υποδέξονται την κρίσιν της Αποστολική καθέδρας» και όχι της Συνόδου, που το δέχτηκε και η Εκκλησία. 

13/ Αυτοκράτορας Ιουστινιανός Α΄ (545). Κατοχυρώνει το πρωτείο του Πάπα Ρώμης νομοθετικά (131 νεαρά) και τον θεωρεί πρώτο των Επισκόπων και τον ΚΠόλεως δεύτερο. «Θέλουμε να δούμε όλους τους λαούς που βρίσκονται υπό την τακτική δικαιοδοσία μας, να ζουν στην πίστη, την οποίαν ο άγιος Απόστολος Πέτρος μετέδωσε στους Ρωμαίους ποντίφηκες». 

14/ Ρώμης άγιος Γρηγόριος Α΄ Διάλογος (604). Ο πρώτος που ασχολήθηκε και με την πολιτική εξουσία και θεωρείται ο ηθικός ιδρυτής της κοσμικής εξουσίας των Παπών. 

15/ Αυτοκράτορας Φωκάς (604). Αναγνωρίζει τον Πάπα Γρηγόριο Α΄ ως: «την κεφαλή της Εκκλησίας». 

16/ Ρώμης άγιος Αγάθωνας (680). Η θεολογία και το πρωτείο του θριάμβευσαν στην ΣΤ΄ Οικουμενική Σύνοδο, με την επιστολή του προς αυτήν. 

17/ Αυτοκράτορας Ιουστινιανός Β΄ (711). Υποδέχεται στην ΚΠολη τον Ρώμης Κων/νο γονυπετώντας προ αυτού. Έτσι, ο Πάπας υπέγραψε τους μισούς κανόνες της Πενθέκτης (όσους τον συνέφεραν). 

18/ Κοσμική εξουσία (754). Ο Ρώμης Στέφανος Γ΄ υπήρξε επίσημα ο πρώτος Πάπας, που εξάσκησε και την κοσμική εξουσία. Η Εκκλησία αναγνώρισε de facto την ιδιότητα αυτή, γι’ αυτό έκτοτε οι Πάπες εγίνοντο δεκτοί στις Οικουμενικές Συνόδους (Ζ΄ και Η΄) και με αυτή τη νέα ιδιότητα. . 

19/ Ρώμης Αδριανός Α΄ (787). Η θεολογία, του για τις εικόνες, το κύρος, καθώς και το πρωτείο του επικράτησαν πλήρως στη Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδο. 

20/ Ψευδοϊσιδώρειες διατάξεις (800). Πλαστογραφήθηκαν με τη βοήθεια της ΚΠολης, για να στηρίξουν το πρωτείο του Πάπα, έναντι των Φράγκων (ψευδοκωνσταντίνειος δωρεά).

21/ Θεόδωρος Στουδίτης (810). Γράφει στον Ρώμης Λέοντα Γ΄, ότι «είναι ο τελικός κριτής σε θέματα δόγματος και υπακοής» και «….. σώσον ημάς, αρχιποίμην της υπ’ ουρανόν εκκλησίας,…..» και προς τον πάπα Πασχάλη Α΄ (820): «Άκουε, αποστολική κάρα, θεοπρόβλητε ποιμήν των Χριστού προβάτων, κλειδούχε της ουρανών βασιλείας, πέτρα της πίστεως, εφ' η ωκοδόμηται η καθολική εκκλησία. Πέτρος γαρ συ, τον Πέτρου θρόνον κοσμών και διέπων…..». 

22/ Ιγνατιανή Σύνοδος (870). Αναγνώρισε το παπικό πρωτείο και τις παπικές αξιώσεις και κατάργησε τον κη΄ κανόνα της Δ΄, υποβιβάζοντας τον ΚΠόλεως στη δεύτερη θέση. 

23/ ΚΠόλεως άγιος Ιγνάτιος (870). Επιστολή προς τον Ρώμης Αδριανόν Β΄: «ακολουθούμεν την του αποστολικού θρόνου αυθεντίαν». 

24/ ΚΠόλεως άγιος Φώτιος (880). Πλέκει το εγκώμιο του ορθοδοξώτατου και αγιώτατου Πάπα Ιωάννη Η΄, αν και ο τελευταίος τόνιζε ιδιαιτέρως το πρωτείο του και θεωρούσε δογματικώς ορθό το Φιλιόκβε

25/ Σχίσμα (1054). Στο Σχίσμα δεν προσχώρησαν αμέσως τα άλλα Πατριαρχεία. Αντιόχεια και Ιεροσόλυμα προσχώρησαν τον 13ο αι. και η Αλεξάνδρεια τον 14ο, αντιδρώντας στην μέχρι το Σχίσμα, ασφυκτική κηδεμονία της ΚΠολης. 

26/ Άγιος Γεώργιος Αθωνίτης (1060). «Η Ρώμη μπορεί να χρησιμοποιεί άζυμο άρτο, γιατί ποτέ δεν έπεσε σε αίρεση, ενώ η Ανατολή χρησιμοποιεί ένζυμο άρτο λόγω των αιρέσεων, στις οποίες υπέπεσε». 

27/ Βουλγαρίας Θεοφύλακτος (1109). «να δοθεί στη Ρώμη το δικαιωματικό της πρωτείο». 

28/ Αυτοκράτορας Μιχαήλ Α΄ Κομνηνός (1169). Πρότεινε στον Πάπα Αλέξανδρο Γ΄ τη θέση και του Πατριάρχη ΚΠόλεως. Ο τελευταίος αρνήθηκε. 

29/ Αυτοκράτορας Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγος (1261). Αποκαλεί τον Πάπα Ουρβανό Δ΄ «πατέρα και πρώτο στο βαθμό μεταξύ των Επισκόπων». 

30/ Αυτοκράτορας Ιωάννης Ε΄ Παλαιολόγος (1369). Κατά την επίσκεψή του στη Ρώμη έσκυψε και φίλησε το πόδι του Πάπα Ιννοκέντιου ΣΤ΄. 

31/ Αυτοκράτορας Ιωάννης ΣΤ΄ Καντακουζηνός (1352). Έστειλε επιστολή τέλειας αφοσίωσης στον Πάπα Κλήμη ΣΤ΄, φθάνοντας στο σημείο «να φιλήσει ακόμη το πόδι του ή το πόδι του αλόγου του ή ακόμη τη σκόνη κάτω από αυτό!». 

32/ Θεσ/νίκης άγιος Συμεών (1429). Έκανε συμφωνία με τους Παπικούς να παραμείνουν στην πόλη και αυτός στο θρόνο του και κατέστη αίτιος πολλών συμφορών της πόλης. 

33/ Αυτοκράτορας Ιωάννης Η΄ Παλαιολόγος. Υπέγραψε τον ενωτικό όρο της Φλωρεντίας, με τον οποίον ο Πάπας αναφέρεται ως «κεφαλή όλης της Εκκλησίας». Τον όρο υπέγραψαν και 3 Μονές του Αγίου Όρους

34/ Αυτοκράτορας Κων/νος ΙΑ΄ Παλαιολόγος. Στην ουνίτικη λειτουργία της 12.12.1452 με την παρουσία του αυτοκράτορα, διαβάστηκε ο όρος της Συνόδου της Φλωρεντίας και μνημονεύθηκε ο Πάπας Νικόλαος Ε΄ και ο καθαιρεθείς πατριάρχης Γρηγόριος Γ΄ Μάμμας, που είχε καταφύγει στη Ρώμη. 

35/ Άγιοι που στήριξαν το πρωτείο. Ρώμης Κλήμης Α΄, Αντιοχείας Ιγνάτιος, Λουγδούνου Ειρηναίος, Ρώμης Ανίκητος, Στέφανος Α΄, Ιππώνος Αυγουστίνος, Ιερώνυμος, Ρώμης Κελεστίνος Α΄, Λέων Α΄, Αγαπητός Α΄, Μαρτίνος Α΄, Αγάθων, Αλεξανδρείας Κύριλλος, Θεόδωρος Στουδίτης, ΚΠόλεως Ανατόλιος, Ιγνάτιος, Γεώργιος Αθωνίτης. 

36/ Συλλείτουργα. Δεν έπαυσαν από το 1054 και μετά να τελούνται μεταξύ Ορθοδόξων και Λατίνων ακόμη και όταν είχε καταληφθεί η ΚΠολη από τους Σταυροφόρους. 

37/ Σχολή Ιησουϊτών στο άγιον Όρος. Το 1635-1641 λειτουργεί Σχολή Ιησουιτών στο Πρωτάτο του αγίου Όρους με την έγκριση της Ι. Κοινότητας. Τη Σχολή κατάργησαν οι Τούρκοι και μετεφέρθη στη Θεσ/νίκη . 

38/ Τουρκοκρατία. Πολλοί Πατριάρχες ΚΠόλεως ήταν παπόφιλοι ή παπόδουλοι, όπως π.χ. οι Ραφαήλ Β΄, Νεόφυτος Β΄, Τιμόθεος Β΄, Κύριλλος Β΄ Κονταρής κ.ά. οι οποίοι αναγνωρίζουν τον Πάπα ως «κεφαλή της Εκκλησία» ή φιλοπροτεστάντες, όπως ο Κύριλλος Α΄ Λούκαρις, που καταδικάζεται από την Σύνοδο ΚΠόλεως του 1638. 

39/ Πανορθόδοξη Σύνοδος (1848). Αναφέρει, ότι ο απόστολος Πέτρος ήταν «εγωιστής και αναδείκνυε τον εαυτό του περισσότερο από τους άλλους μαθητές», γι’ αυτό επετράπη μόνο σ’ αυτόν να τον πειράξει ο Σατανάς. 

40/ Σύγχρονη εποχή. Όλες οι Ορθόδοξες εκκλησιαστικές δικαιοδοσίες, η μια μετά την άλλη υποδέχονται ή ετοιμάζονται να υποδεχτούν τον Πάπα της Ρώμης, ως τον «αγιώτατο Πάπα Ρώμης», συνεχίζοντας τη φιλοπαπική πολιτική της Εκκλησίας, που είναι διαχρονική, παρ’ όλες τις περιστασιακές καταδίκες του Παπισμού, αλλά ποτέ της «εκκλησίας» της Ρώμης. . 

Κύριες Πηγές:
Αγίου Νεκταρίου. «Τα αίτια του Σχίσματος», «Οικουμενικές Σύνοδοι».
Πισιδίας Μεθόδιου. «Έλληνες και Λατίνοι».
Ράνσιμαν Στ. «Δύση και Ανατολή σε Σχίσμα».
Ρωμανίδης Ι. «Δογματική», «Φραγκία».

Σχετικά άρθρα:
"Ω ΘΕΙΩΤΑΤΗ ΤΩΝ ΟΛΩΝ ΚΕΦΑΛΩΝ ΚΕΦΑΛΗ"

Περί Πρωτείου και Αλάθητου του Πάπα


Τελικά τί είναι αυτό το περίφημο παπικό αλάθητο?

 Περαιτέρω διευκρινίσεις για το Παπικό αλάθητο

Τετάρτη 19 Οκτωβρίου 2011

Περί Πρωτείου και Αλάθητου του Πάπα


Ο Πάπας Ουρβανός Β' (1088-1099)

Περί το 1090 ο Αρχιεπίσκοπος Οχρίδας Θεοφύλακτος απαντώντας σε επιστολή σε ένα διάκονο τον  Νικόλαο από την Νέα Ρώμη, ο οποίος (ο Νικόλαος) είχε απογοητευτεί μάλλον από την συμφιλίωση του Αυτοκράτορα Αλεξίου με τον Πάπα Ουρβανό ΙΙ και του ζητούσε να αποφανθεί για τα σφάλματα των Λατίνων . Ο Θεοφύλακτος αφού υπαινίχθη ότι και έθιμα των δικών του συμπατριωτών θα μπορούσαν να τεθούν υπό αμφισβήτηση έγραψε με ιδιαίτερη και εύγλωττη πικρία  για την στενόμυαλη συμπεριφορά των «Βυζαντινών» που προσπαθούσαν συνεχώς να αλιεύσουν σφάλματα, καθώς και για το πάθος τους να ασκούν κριτική σε άλλους αρνούμενοι πεισματικά να παραδεχτούν ότι θα ήταν ποτέ δυνατόν να κάνουν λάθος , καταδεικνύοντας  από τότε  ένα  ιδιαίτερο και διαχρονικό χαρακτηριστικό  μιας συμπεριφοράς από ορισμένους κατοίκους  της αυτοκρατορίας, η οποία συνεχίζει έως και σήμερα! 

Κατά αυτό τον τρόπο και εξ ορισμού στα θεολογικά θέματα το λάθος το έχουν πάντα οι άλλοι και στην προκειμένη περίπτωση οι Καθολικοί. Έτσι και ο Πάπας είναι ο σκόπελος της ενώσεως και του διαλόγου.
Εξ αρχής όλη η Ελλάδα μέχρι την Θεσσαλονίκη, με εξαίρεση την Ανατολική Μακεδονία και Θράκη ήταν υπό την δικαιοδοσία του Πάπα και όχι του Οικουμενικού Πατριάρχη. Οι έλληνες λοιπόν κατά την πρώτη βυζαντινή περίοδο τελούσαν στις εκκλησίες το Βυζαντινό τυπικό όπως είχε διαμορφωθεί μέχρι τότε αλλά είχαν ως Πατριάρχη τον Πάπα που λειτουργούσε με άλλο τυπικό, αυτό που κατά γενικές γραμμές ακολουθούν οι καθολικοί σήμερα. Όσο και να εκπλαγούν κάποιοι, στην αρχαία Εκκλησία ο διαφορετικός τρόπος τέλεσης της Λειτουργίας και των Ακολουθιών δεν αποτελούσε διαφορά επειδή όλοι ομολογούσαν την ίδια πίστη.
Αυτοκράτορας Λέων Γ' που απέσπασε τον ελλαδικό χώρο από το Πατριαρχείο Ρώμης αποδίδοντάς το αυθαίρετα στο Οικουμενικό Πατριαρχείο

Το 731 μ.Χ. την εποχή της εικονομαχίας ο Βυζαντινός Αυτοκράτορας Λέων Γ’ ο Ίσαυρος που καταπολεμούσε την προσκύνηση των εικόνων αφαίρεσε την Ελλάδα και την Κάτω Ιταλία από την δικαιοδοσία του Πάπα Γρηγορίου του Γ’ για να τον εκδικηθεί για την σύνοδο που είχε συγκαλέσει για να καταδικάσει την εικονομαχία. Τονίζω ότι ο Πάπας υποστήριξε την προσκύνηση των εικόνων κάτι που ισχύει μέχρι σήμερα στην Καθολική και Ορθόδοξη Εκκλησία. Ο Αυτοκράτορας έδωσε στον Οικουμενικό Πατριάρχη την Ελλάδα.
Ο Πάπας Γρηγόριος Γ' (731-741), υπέρμαχος της προσκύνησης των ιερών εικόνων

Το ειρωνικό στην υπόθεση είναι ότι στους έλληνες δεν άρεσε αυτή η αλλαγή και μάλιστα οργάνωσαν και επανάσταση κατά του Αυτοκράτορα και του Πατριάρχη η οποία πνίγηκε στο αίμα. Πόσο έχουν αλλάξει οι έλληνες από τότε!

Μέχρι σήμερα ο Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης, ο Άνθιμος στις μέρες μας, είναι ο μόνος επίσκοπος στην Ελλάδα που υπογράφει με κόκκινο μελάνι επειδή ήταν ο Βικάριος του Πάπα. Ούτε ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδας δεν έχει αυτό το “προνόμιο”. 

Ο Θεσσαλονίκης έχει το "ιστορικό" προνόμιο της προσφώνησης του ως Παναγιότατος εντός της επαρχίας του και αυτό έμεινε από το 400μχ περίπου που η Θεσσαλονίκη ήταν η μόνιμη έδρα του λεγόμενου Ανατολικού Ιλλυρικού, ενός γεωγραφικού διαμερίσματος πολύ μεγάλου (από Ουγγαρία μέχρι Κρήτη και από Αδριατικής θάλασσας μέχρι του Νέστου ποταμού). Η Εκκλησία λοιπόν της Θεσσαλονίκης, ως Εκκλησία που ανήκε στην μόνιμη έδρα της Ρώμης και κατ΄ επέκταση αυτού του διαμερίσματος, είχε επιβλητικό κύρος οπότε και ο επίσκοπος της ήταν πρόσωπο εξεχούσης τάξεως και τιμής. Για αυτό και διατηρείται ο τίτλος αυτός μέχρι σήμερα.
  
4. Πρώτη διοικητική οργάνωση της Εκκλησίας της Ελλάδας
·         Η διαρρύθμιση της διοικήσεως της Εκκλησίας της Ελλάδας, ένεκα των ιδιαιτέρων πολιτικών και διοικητικών συνθηκών της χώρας, έγινε κατά τέτοιο τρόπο, ώστε η Εκκλησία αυτή δεν συνδέθηκε αμέσως με τα μεγάλα ελληνικά εκκλησιαστικά κέντρα της Αιγύπτου, της Παλαιστίνης και της Συρίας, στα οποία είχαν διαμορφωθεί τα πατριαρχεία Αλεξανδρείας, Αντιοχείας και Ιεροσολύμων αντίστοιχα, καθώς και η αποστολική Εκκλησία της Κύπρου. Η Εκκλησία της Ελλάδας δεν συνδέθηκε διοικητικά ούτε και με το πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, ευρέθηκε δε μάλλον συνδεδεμένη με την Εκκλησία της Ρώμης. Ελληνικές χώρες και πόλεις, όπως η Μικρά Ασία με κέντρα της την Έφεσο, την Καισάρεια και τον Πόντο της Καππαδοκίας, καθώς και οι περί την Προποντίδα και τον Ελλήσποντο ελληνικές χώρες, από τις πρώτες ήδη ήμερες του Χριστιανισμού αναδείχθηκαν επιφανείς εστίες της χριστιανικής ζωής, αναπτύχθηκαν όμως πολύ περισσότερο με την υπαγωγή τους στο εκκλησιαστικό κέντρο της Κωνσταντινουπόλεως, «Νέας Ρώμης», η οποία προοδευτικά αποκτούσε και στον εκκλησιαστικό τομέα τα ίδια προνόμια προς εκείνα της παλαιάς Ρώμης. Στην πολιτική όμως διαίρεση του κράτους οι χώρες της κυρίως Ελλάδας παρέμειναν στο δυτικό του τμήμα, γι? αυτό και αποτέλεσαν ιδιαίτερη εκκλησιαστική διοίκηση, η οποία δεν υπήχθη αμέσως στην Κωνσταντινούπολη, αλλά μάλλον διατέλεσε υπό την εποπτεία της Ρώμης. Πράγματι, με τη γενόμενη από τον Μεγάλο Κωνσταντίνο νέα διοικητική διαίρεση του κράτους, η κυρίως Ελλάδα με τη Μακεδονία, τη Θεσσαλία, την Ήπειρο και μερικά νησιά συμπεριλήφθηκε στην επαρχία (Praefectura) του Ανατολικού Ιλλυρικού, του οποίου πρωτεύουσα αρχικώς ορίσθηκε τότε το Σίρμιο. Το Ανατολικό Ιλλυρικό ονομαζόταν γενικώς από τους τότε συγγραφείς «Ελλάς», με γεωγραφική έννοια. Ο επίσκοπος, μητροπολίτης και έξαρχος αυτού είχε υπό τη δικαιοδοσία του τις μητροπόλεις Νικοπόλεως, Φιλίππων, Λαρίσης, Κορίνθου και Γορτύνης  Κρήτης. Η Θεσσαλονίκη διατήρησε, όπως φαίνεται, κάποια ανεξαρτησία. Αλλά περί τα μέσα του Ε΄ αιώνα, μετά την καταστροφή του Σιρμίου από τους Ούννους, πρωτεύουσα του Ανατολικού Ιλλυρικού έγινε η Θεσσαλονίκη. Ο επίσκοπος της αναδείχθηκε έξαρχος της Εκκλησίας της Ελλάδας, η οποία αποτελέσθηκε από δώδεκα μητροπόλεις, μία σε κάθε επαρχία, ήτοι υποδιοίκηση, του Ιλλυρικού:

α) Μακεδονία πρώτη. Θεσσαλονίκης με τις επισκοπές: Φιλίππων, Βεροίας, Δίου, Δοβήρου, Σερρών, Παρθικοπόλεως, Κασσανδρείας, Ηρακλείας Λυγκιστίδος, Ηρακλείας Σιντικής ή Στρυμνού, Αμφιπόλεως, Πέλλης, Εδέσσης, Θάσου, Λήμνου, Θεωρίνης (Θεωρίου).
β) Μακεδονία Δευτέρα. Στόβων (επί της συμβολής του ποταμού Εριγώνα προς τον Αξιό) με τις επισκοπές: Βαργάλων, Ζαπάρων.
γ) Θεσσαλία. Λαρίσης με τις επισκοπές: Δημητριάδος, Γόμφων, Εχιναίου, Φαρσάλου, Λαμίας, Τρίκκης, Μητροπόλεως, Υπάτων (Υπάτης), Θηβών, Φθιώτιδος, Καισαρείας, Σκιάθου, Σκοπέλου.
δ) Αχαΐα. Κορίνθου, με τις επισκοπές: Αθηνών, Μεγάρων, Μαραθώνος, Θηβών, Τανάγρας, Θεσπιών, Κορώνειας, Οπούντος, Σκαρφείας, Ελατείας, Ναυπάκτου, Παλαιών Πατρών, Ήλιδος, Μεγαλοπόλεως, Τεγέας, Μεσσήνης, Κυπαρρισσίας, Λακεδαίμονος, Ασωπού, Μονεμβασίας, Άργους, Τροιζήνης, Σικυώνος, Χαλκίδος, Καρύστου, Πορθμού, Ωρεού, Σκύρου, Αιγίνης, Ζακύνθου, Κεφαλληνίας.
ε) Κρήτη. Γορτύνης, με τις επισκοπές: Κνωσού, Ηρακλείου, Χερσονήσου, Αρκαδίας, Ιεραπύδνης (Ιεράπετρας), Απολλωνίας, Φοινίκης, Κυδωνίας, Κισάμου, Λάμπης, Σουβρίτου, Ελευθέρνας, Καντανίας.
στ) Παλαιά Ήπειρος. Νικοπόλεως, με τις επισκοπές: Ευροίας, Δωδώνης, Φωτικής, Αγχιασμού (Ογχησμού), Βουθρωτού, Φοινίκης, Ανδριανοπόλεως, Κερκύρας.
ζ) Νέα Ήπειρος. Δυρραχίου, με τις επισκοπές: Σκάμπας, Βουλίδος, Αυλώνος, Αμαντίας, Λυχνιδού, Λίστρων.
η) Δακίας (Πραιβαλαίας). Σκόδρας, με τις επισκοπές: Διοκλείας, Λίσσου, Δεκατέρας, Δριβάστου.
θ) Δαρδανίας. Σκοπίων, με την επισκοπή Ουλπιανών.
ι) Μυσίας πρώτης (άνω). Βιμινακίου, με τις επισκοπές: Σιγγιδώνος, Μάργου, Ορρεομάργου (Ορθεμάργου).
ια) Δακίας μέσης. Σαρδικής, με τις επισκοπές: Ναισσού, Ρεμεσιανών, Πανταλίας.
ιβ) Δακίας παροχθίας. Ακυων (Aquae), με τις επισκοπές: Καστραμάρτιδος, Ρατιαρίας.
Εκτός των δώδεκα τούτων μητροπόλεων του Ιλλυρικού, υπήρχε και η μητρόπολη Ρόδου της «Επαρχίας νήσων» ή «Νήσων Κυκλάδων», η οποία συμπεριλάμβανε όλα τα μη υπαγόμενα διοικητικά στις επαρχίες και υποδιοικήσεις του Ιλλυρικού ελληνικά νησιά. Κάθε μητρόπολη, σύμφωνα προς τους κανόνες της Εκκλησίας, είχε υπό τη δικαιοδοσία της ιδίους επισκόπους, οι οποίοι, κατά τακτές ή έκτακτες περιόδους, συνέρχονταν σε επαρχιακές συνόδους στην έδρα και υπό την προεδρία του μητροπολίτη. Όλοι δε οι μητροπολίτες συνέρχονταν στη Θεσσαλονίκη υπό την προεδρία του αρχιεπισκόπου της πόλεως και εξάρχου.

Έτσι σχηματίσθηκε η Εκκλησία της Ελλάδας, συγκεντρωμένη περί τη μητρόπολη και εξαρχία Θεσσαλονίκης. Οι εξαρχίες Μικράς Ασίας, Καισαρείας και Πόντου με απόφαση της Δ΄ Οικουμενικής συνόδου είχαν υπαχθεί στο πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, αλλά επειδή το Ανατολικό Ιλλυρικό αρχικά υπαγόταν στο δυτικό τμήμα του Ρωμαϊκού κράτους, η εξαρχία της Θεσσαλονίκης και μαζί της σύνολη η Εκκλησία της Ελλάδας ευρέθηκε χωρίς κάποια ειδική απόφαση Οικουμενικής συνόδου υπό την εποπτεία του επισκόπου Ρώμης, οι επίσκοποι δε της Ελλάδας χαρακτηρίζονταν επί μακρόν ως «δυτικοί». Το 379 το Ανατολικό Ιλλυρικό συνενώθηκε πολιτικά με το ανατολικό τμήμα του κράτους, εξακολουθούσε όμως το ισχύον καθεστώς, σύμφωνα προς το οποίο το Ιλλυρικό εθεωρείτο ότι ανήκε εκκλησιαστικά στη Δύση. Το γεγονός αυτό ενίσχυε τις αναφανείσες αξιώσεις των επισκόπων Ρώμης επί των επισκοπών του Ιλλυρικού. Εξ? άλλου, η ψιλή εποπτεία παρείχε όχι σπάνια αφορμές στους επισκόπους Ρώμης να επεμβαίνουν στα εσωτερικά της Εκκλησίας της Ελλάδας, ένεκα δε τούτου προκαλούντο σοβαρές ανωμαλίες στην εσωτερική ζωή αυτής.
Ο Λέων προχώρησε τότε ανένδοτος στην εφαρμογή των σχεδίων του, αναγκάζοντας το 730 τον πατριάρχη Γερμανό σε παραίτηση και εκδίδοντας το πρώτο διάταγμα κατά των εικόνων. Στην εφαρμογή του διατάγματος όμως αντιτάχθηκε ο πάπας Ρώμης Γρηγόριος Γ΄ (731-741), ο οποίος συγκάλεσε σύνοδο στη Ρώμη τον Νοέμβριο του 731 και αποφάνθηκε εναντίον των εικονομάχων. Τις αποφάσεις της συνόδου της Ρώμης έπρεπε να ασπασθεί και η Εκκλησία της Ελλάδας, η οποία διατελούσε υπό την εποπτεία του επισκόπου της Ρώμης. Αλλά προλαμβάνοντας κάθε κίνηση ο αυτοκράτορας Λέων, κατήργησε το 732 με διάταγμα κάθε δικαιοδοσία του επισκόπου Ρώμης επί της Εκκλησίας της Ελλάδας, την οποία υπήγαγε διοικητικά στην Εκκλησία Κωνσταντινουπόλεως. Έτσι συντελέσθηκε γεγονός υψίστης ιστορικής σημασίας, διότι οι επαρχίες της Ελλάδας ενώθηκαν και εκκλησιαστικά με τις λοιπές επαρχίες του Κράτους, οι δε μητροπόλεις αυτών υπήχθησαν στο Οικουμενικό Πατριαρχείο)

http://www.apostolikidiakonia.gr/gr_main/catehism/theologia_zoi/themata.asp?contents=ecclesia_history/contents_1934.asp&main=1934&file=4.1.4.htm

Λεπτομέρεια από την νωπογραφία του Πιέτρο Περουτζίνο, Ο Χριστός Παραδίδει τα Κλειδιά στον Πέτρο, 335 x 600 cm, Καπέλα Σιξτίνα, Πόλη του Βατικανού.

Μέσα στην καινή διαθήκη αλλά και στα κείμενα της τότε εποχής το πρωτείο του Πέτρου και κατά συνέπεια του επισκόπου της Ρώμης φαίνεται παντού και ομολογείται. Πρώτα να δούμε το πρωτείο του Πέτρου ως ιδρυτού της Εκκλησίας της Ρώμης το οποίο κληρονομείται με απόφαση του Κυρίου .
Ο Κύριος είπε «Μακάριος ει , Σίμων Βαριωνά , ότι σαρξ και αίμα ουκ απεκάλυψέ σοι , αλλ΄ο πατήρ μου ο εν τοις ουρανοίς. Καγώ σοι λέγω ότι συ ει Πέτρος , και επι ταύτη τη πέτρα οικοδομήσω μου την εκκλησίαν και  πύλαι Άδου  ου κατισχύσουσιν αυτής. Και δώσω σοι τας κλείς της Βασιλείας των ουρανών, και ο εάν δήσης επί της γης εσται δεδεμένον εν τοις ουρανοις, και ο εάν λύσεις επί της γης , εσται  λελυμένον εν τοις ουρανοίς» (Ματθ 16, 17 19) Με αυτά τα λόγια ο Κύριος υπόσχεται στον Πέτρο ότι επάνω του θα οικοδομήσει την Εκκλησία του και θα τον καταστήσει θεμέλιο αυτής και κέντρο ενότητας. Για να παραστήσει ζωηρότερη τη διάταξη αυτή ο Κύριος μεταχειρίζεται  μεταφορικά τα κλειδιά! Τα κλειδιά όπως και σήμερα έτσι και τότε εθεωρούντο σύμβολο εξουσίας. Τα κλειδιά πόλεων δίνονται και σήμερα σε άρχοντες.  Μόνο ο Πέτρος παίρνει τα κλειδιά της Εκκλησίας άρα καταλαμβάνει ένα πρωτείο και είναι αρχηγός με όλες τις εξουσίες επί των μελών της Εκκλησίας.
Μετά την ανάστασή Του ο Κύριος ρωτά την Πέτρα Του « Σίμων Ιωνά , αγαπάς με πλείον τούτων …. Βόσκε τα αρνία μου …. Ποίμενε τα πρόβατά μου….» (Ιωάν 21, 15 16). Τα ρήματα «βόσκω» και «ποιμαίνω»  στη γλώσσα της Γραφής σημαίνουν είμαι αρχηγός , οδηγώ, κυβερνώ. Ο Κύριος με αυτά τα λόγια ονομάζει τον Πέτρο ανώτατο της Εκκλησίας αρχηγό και κέντρο ενότητας των πιστών με το προνόμιο να κυβερνά πρόβατα και αρνία , δηλαδή πιστούς και ποιμένες.
Στο κατά Λουκα 22, 31 32, ο Ιησούς προσευχήθηκε για τον Πέτρο για να μην μειωθεί η πίστη του και στο τέλος του λέει να στηρίξει τους αδελφούς του στην πίστη. Η προσευχή Του Ιησού είναι πάντα αποτελεσματική έτσι η αλάνθαστη πίστη του Πέτρου θα είναι ο κανόνας των αποστόλων , των ποιμένων και των πιστών.

Το πρωτείο του Πέτρου αποδεικνύεται και από τον τρόπο που μιλούν οι Ευαγγελιστές  για αυτόν . Στην Ιερή Γραφή τέσσερις φορές αναφέρεται ο κατάλογος των αποστόλων Ματθ 10,2 Μαρκ 3,16 Λουκ 6,14 Πραξ 1,13. Οι διάφοροι συγγραφείς αποδίδουν πάντα την πρώτη θέση στον Πέτρο του οποίου το όνομα δόθηκε από τον Κύριο , « Πρώτος Σίμων , ο λεγόμενος Πέτρος, και ο Ανδρέας αδελφός αυτού..»  Ο Μάρκος (1,16) λέει « ο Σίμων και οι μετ΄αυτού..» ,  ο Λουκάς (8,45) « ο Πέτρος και οι συν αυτώ»

Στις πράξεις (1, 15 26) ο Πέτρος προΐσταται της εκλογής του Ματθία, πρώτος την ημέρα της πεντηκοστής κηρύττει το Ευαγγέλιο (Πραξ 2, 14) ενεργεί τις πρώτες μεταστροφές και τα πρώτα θαύματα , πρώτος καταδικάζει τον Ανανία ( 5,3) και τον Σίμωνα Μάγον (8, 20)   πρώτος δέχεται τους εθνικούς στην Εκκλησία. Στην σύνοδο της Ιερουσαλήμ , πρώτος εκφέρει γνώμη, την οποία όλοι ακολουθούν. Ο δε απόστολος Παύλος μετά την μεταστροφή του , πρώτο και μόνο εκ των αποστόλων τον Παύλο συνάντησε ( Γαλ. 1,18).

Κατά την παράδοση στην οποία πιστεύει και η ανατολική εκκλησία οι Πατέρες τόσο της ανατολικής όσο και της δυτικής εκκλησίας ομοφώνως αναγνωρίζουν το πρωτείο του Πέτρου. Ο Ωριγένης στην Πέμπτη ομιλία του στην έξοδο αποκαλεί τον Πέτρο « μέγα της εκκλησίας θεμέλιον, και πέτραν στερεωτάτην, εφ΄ης ο Χριστός ωκοδόμησε την αυτού Εκκλησίαν»

Ο Μέγας Βασίλειος λέει « ο Πέτρος … δια της πίστεως υπεροχήν εδεξατο εφ΄αυτόν την οικοδομήν της Εκκλησίας» (κατ΄Ευνομίου , βιβλ. Β, 4)
Ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός λέει « οράς των Χριστού Μαθητών … ο μεν πέτρα καλείται και τους θεμελίους της Εκκλησίας πιστεύεται…» (ομιλ. Περι της εν διάλεξιν ευταξίας)
Ο Άγιος Επιφάνειος καλει τον Πέτρο « πρώτον των Αποστόλων πέτραν στερεάν, εφ΄ης η Εκκλησία του Θεού ωκοδόμηται» (Αγκυροτός κεφ. 9) κλπ

Ο Χριστός είναι η κεφαλή της Εκκλησίας και αφήνει τον Σιμωνα την Πέτρα επί της οποίας θα οικοδομήσει την Εκκλησία του, ως εκπρόσωπο, ως τοποτηρητή Του επί της γης. Ως διδάσκαλο των Χριστιανών αμετακίνητο και αλάνθαστο στην πίστη ως πέτρα. Η Πέτρα και όχι ο Πέτρος παραμένει για πάντα. Η Εκκλησία είναι μια μοναρχία και μάλιστα Βασιλεία(πάνω από 100 φορές η λέξη Βασιλεία ή Βασίλειο  στην καινή διαθήκη) , και ο Κύριος δίνει τα κλειδιά της Βασιλείας των Ουρανών στον Πέτρο για να λύνει και να δένει  δηλαδή να νομοθετεί  να αναθέτει ή να αναιρεί κατά την Ραβινική γλώσσα. Αυτή η δικαιοδοσία αυτό το ufficio  συνεχίζει στους διαδόχους του Πέτρου, στους επίσκοπους της Ρώμης. Και οι άλλοι απόστολοι ήταν προνομιούχοι, με χάρες που μεταδίδονται στους διαδόχους αυτών. Το Βιβλικό θεμέλιο για το πρωτείο και το αλάθητο της διδασκαλίας δεν αφήνουν περιθώρια για να μην αποδεχόμαστε τα λόγια Του Κυρίου μας. Ο Πέτρος ως απόστολος έχει κι αυτός διάδοχο , τον επίσκοπο της Ρώμης τον Πάπα. Ο Άγιος Ειρηναίος , επίσκοπος της Λυών , εξυμνεί την εκκλησία της Ρώμης που οργανώθηκε και θεμελιώθηκε από τον Πέτρο και Παύλο. Ο Κυπριανός γύρο στο 251 ονομάζει την Ρώμη Επισκοπική Καθέδρα. Ο Ευσέβιος μας είπε ότι ο Πέτρος κήρυττε το Ευαγγέλιο ως επίσκοπος Ρώμης. Ο Τερτυλιανός μας γραφει ότι ο Πέτρος χειροτόνησε τον Κλήμη Επίσκοπο , ο οποίος μάλλον είναι ο τρίτος διάδοχος του Πέτρου στην καθέδρα.

Για Το αλάθητο του Πάπα πρέπει να ξέρουμε ότι αλάνθαστος είναι μόνο ο Θεός , Εκείνος είναι ο μόνος αναμάρτητος που δεν μπορεί να κάνει λάθος ποτέ. Ο Θεός είναι η Άπειρος Αλήθεια. Ο άνθρωπος εκ της φύσεώς του κάνει λάθη. Ο ίδιος ο Πάπας μπορεί να αμαρτήσει και έχει την ανάγκη της αφέσεως των αμαρτιών. Ο Πάπας ως διάδοχος στο θρόνο του Πέτρου , όταν μιλά εκ Καθέδρας προφυλάσσεται από την πλάνη με την ειδική συμπαράσταση του Αγίου Πνεύματος. Το Αλάθητο ως Δόγμα Πίστεως ορίζεται με υποκείμενο, όρους, αντικείμενο, αιτία και αποτέλεσμα.
1)      Το υποκείμενο του Αλάθητου είναι ο Ρωμαίος ποντίφικας, το πρόσωπο που νομίμως εξελέγη και δέχθηκε να είναι ο επίσκοπος της Ρώμης.

2)      Αιτία του αλάθητου δεν είναι οι ηθικές και διανοητικές ιδιότητες του Ποντίφικα , ούτε οι έρευνες που θα μπορούσε να κάνει σε μια καθορισμένη διδασκαλία, αλλά το ότι έχει την συμπαράσταση του Αγίου Πνεύματος. Αυτό δεν αποκλείει την έρευνα η οποία όμως είναι απαραίτητη.
3)      Αντικείμενο του Αλάθητου είναι εκείνα που αφορούν την πίστη και τα ήθη.

4)      Ο Πάπας πρέπει να μιλήσει κάνοντας χρήση της εξουσίας του στην πληρότητά της, ως διάδοχος του Πέτρου και Πρώτος ολοκλήρου της εκκλησίας.
Αν κάποιος από αυτούς τους 4 όρους λείπει, δεν υφίσταται Αλάθητο.

Περαιτέρω διευκρινίσεις για το Παπικό αλάθητο


Η Α' εν Βατικανώ Οικουμενική Σύνοδος (1869-1870) που ανακήρυξε το δόγμα του παπικού αλάθητου
Ο πάπας για να κάνει χρήση του αλάθητου πρέπει πρώτον, να ανακηρύξει μια αλήθεια που αφορά την πίστη ή την ηθική ώς δόγμα, ως αλήθεια δηλαδή που δεν σηκώνει πλέον αμφισβήτηση (Ανακηρύσσουμε οτι από εδώ και πέρα...). Και δεύτερον μέσα στη φόρμουλα ενός δόγματος όπως την ξέρουμε και μέσα από τις οικουμενικές συνόδους πρέπει να υπάρχει ένα ανάθεμα για όσους δεν το δεχτούνε. Αυτό έγινε το 1950 με την ανακήρυξη του δόγματος της μετάστασης της Θεοτόκου. Προτελευταία φορά ήταν το 1854 με την ανακήρυξη του δόγματος της ασπίλου συλλήψεως της Θεοτόκου. Πριν από αυτές τις ανακηρύξεις, αυτές οι 2 αλήθειες αποτελούσαν πίστη της εκκλησίας όπως τα έχουν οι ορθόδοξοι αλλά όχι δόγματα . Ο Θωμάς ο Ακινάτης είχε τις αμφιβολίες του για την άσπιλη σύλληψη της Θεοτόκου. Εν όψει του τελευταίου Ιωβηλαίου το 2000 υπήρχαν αρκετές φωνές μέσα στα καθολικά πανεπιστήμια που ζητούσαν από τον Πάπα να ανακηρύξει σε δόγμα την Παναγία ως "συλλυτρώτρια του ανθρωπίνου γένους", κάτι που δεν έγινε τελικά. Πολλοί καθολικοί έχουν αυτη την πεποίθηση, η οποία όμως δεν αποτελεί δόγμα, δηλαδή σηκώνει κουβέντα. Οι πάπες μέσα μέσα από τις εγκυκλίους, τις ομιλίες τους, απλά επαναλαμβάνουν την πίστη της εκκλησίας, δεν λένε κάτι καινούργιο. Όταν ένας Πάπας γράφει για παράδειγμα οτι ο Ιησούς Χριστός είναι ο μοναδικός Σωτήρας και Υιός του Θεού, αυτό είναι ένα δόγμα που το ξέρουμε εδώ και αιώνες, φυσικά και είναι μια αλήθεια αλάθητη, και εδώ ο πάπας δεν κάνει χρήση του αλάθητου, επειδή αυτό είναι ήδη δόγμα. Από την άλλη όταν ο Πάπας ανακηρύσσει κάποιον ως Άγιο, αυτό δεν αποτελεί δόγμα, και φυσικά υπάρχουν πιθανότητες αυτός ο άνθρωπος να μην είναι άγιος και ο πάπας να έχει κάνει λάθος. Αναφέρω ως παράδειγμα την περίπτωση της επιπόλαιης κατ'εμέ μακαριωνυμίας του κροάτη καρδινάλιου Στέπινατς το 1998. Η ανακήρυξη ενός δόγματος είναι μεγάλη ευθύνη και οι 7+2 περιπτώσεις που αναφέρω πιό πάνω σε μια περίοδο 2000 ετών, το αποδεικνύουν ξεκάθαρα. Η Β' Βατικανή Σύνοδος αν και είναι Οικουμενική, δεν είναι αλάθητη επειδή δεν ανακήρυξε κανένα δόγμα.

Σάββατο 15 Οκτωβρίου 2011

Τελικά τί είναι αυτό το περίφημο παπικό αλάθητο? Τα 7+2 σημεία

Ο Παπικός Θρόνος στον Καθεδρικό Ναό της Ρώμης San Giovanni in Laterano, αφιερωμένος στη Μεταμόρφωση του Σωτήρος και στους Αγίους Ιωάννη Πρόδρομο και Ιωάννη Θεολόγο

Το Αλάθητο της Εκκλησίας είναι η πεποίθηση ότι το Άγιο Πνεύμα δεν θα επιτρέψει στην Εκκλησία να κάνει λάθος όσον αφορά την πίστη της. Η Εκκλησία διδάσκει ότι ο Ιησούς Χριστός, ο Λόγος που έγινε Σάρκα (Ιω 1,14) είναι η πηγή της Θείας Αποκάλυψης. Η Β’ Σύνοδος του Βατικανού τονίζει ότι  ο Ιησούς τελειοποίησε την αποκάλυψη, δηλαδή την φανέρωση του Θεού στους ανθρώπους, ολοκληρώνοντάς την μέσα από την αποστολή Του με το να είναι ο ίδιος παρών και να φανερώνεται ανάμεσά μας: μέσα από τα λόγια και τις πράξεις του, μέσα από τα σημεία και τα θαύματά του, και κυρίως μέσα από το θάνατο και την ένδοξη ανάστασή του από τους νεκρούς, και τέλος, αποστέλλοντας το Πνεύμα της αλήθειας. (DV4). Το περιεχόμενο της θείας αποκάλυψης του Χριστού λέγεται Παρακαταθήκη της Πίστης, και βρίσκεται μέσα στην Αγία Γραφή και την Ιερή Παράδοση.

Η Ιερή Παράδοση είναι παλαιότερη της Καινής Διαθήκης, αφού είναι μέσα στις χριστιανικές κοινότητες που γράφτηκαν τα Ευαγγέλια και για αυτό το λόγο «πάνε πακέτο».  Μέσα στην Αγία Γραφή και την Ιερή Παράδοση βρίσκεται η θεία Αποκάλυψη. Η αποκάλυψη του Θεού ολοκληρώθηκε με τον θάνατο του τελευταίου Αποστόλου, του Ιωάννη. Μετά από αυτό το γεγονός, δεν υπάρχει κάτι καινούργιο που να μας φανερώσει ο Κύριος. Έτσι, εμείς σήμερα, έχουμε ακριβώς την ίδια πίστη με αυτή των Αποστόλων και των πρώτων χριστιανικών κοινοτήτων. Μέσα στην Εκκλησία, είμαστε όλοι καλεσμένοι να ακούσουμε, να βιώσουμε, να μοιραστούμε και να μεταδώσουμε το αυθεντικό μήνυμα της αγάπης και λύτρωσης του Θεού. Είμαστε επίσης καλεσμένοι να διαφυλάξουμε αυτή την πίστη, ανόθευτη όπως μας μεταδόθηκε, χωρίς εκπτώσεις αλλά και χωρίς σάλτσες, με σκοπό να έχουν όλες οι γενιές την δυνατότητα να γνωρίσουν το μήνυμα του Ιησού όπως είναι, με σκοπό να το βιώσουμε ορθόδοξα.

Κάθε φορά που κάποιος θεολόγος ή ομάδα, διδάσκει κάτι διαφορετικό από αυτό που μας παρέδωσε ο Ιησούς και οι απόστολοι,  κάτι διαφορετικό από αυτό που μας μεταδίδει η Εκκλησία, τότε μιλάμε για αίρεση.

Έτσι λοιπόν συγκαλούνται οι Οικουμενικές Σύνοδοι που δεν κάνουν τίποτα άλλο από το να επικυρώνουν την θεία Αποκάλυψη μέσα από δόγματα για θέματα που μέχρι εκείνη την συγκεκριμένη χρονική περίοδο δεν είχαν ερμηνευθεί διαφορετικά/λανθασμένα.  Αυτό είναι το αλάθητο της Εκκλησίας που εκφράζεται μέσα από τις Οικουμενικές Συνόδους. Υπάρχει και το Αλάθητο του Πάπα, μια ειδική αποστολή και υπηρεσία μέσα στην Εκκλησία, την οποία ο Ιησούς Χριστός έδωσε μόνο στον Απόστολο Πέτρο και τους διαδόχους του.

Όποιος διαβάζει την Καινή Διαθήκη βλέπει ξεκάθαρα ότι ο Ιησούς αναθέτει μόνο στον Απόστολο Πέτρο κάποια καθήκοντα (Μτ 16,18 Ιω1,42 Μκ3,16 Λκ10,16 Πρ15,18 Μτ10,2) τα οποία του δίνουν ξεκάθαρα έναν ηγετικό ρόλο ανάμεσα στους 12 Αποστόλους και όχι απλά ένα πρωτείο τιμής.
Έτσι, όταν ο Επίσκοπος Ρώμης μιλώντας από καθέδρας, δηλαδή ως ποιμένας και διδάσκαλος όλων των χριστιανών χάρη στην αποστολική του εξουσία, κηρύσσει ότι μια διδασκαλία που σχετίζεται με την πίστη ή την ηθική, πρέπει να γίνει αποδεκτή από όλη την Εκκλησία, τότε θεωρούμε ότι είναι αλάθητος. Με αυτή την φόρμουλα η Α’ Οικουμενική Σύνοδος του Βατικανού (1870) ανακήρυξε σε δόγμα το παπικό αλάθητο.

Όπως τόνισε ο πάπας Βενέδικτος ΙΣΤ’ το 2005, από τους κορυφαίους εκπροσώπους της δογματικής θεολογίας σε παγκόσμιο επίπεδο, ο πάπας δεν είναι μάντης, είναι αλάθητος σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις.

Και αυτές οι σπάνιες περιπτώσεις όπου οι Πάπες έκαναν χρήση του αλάθητου, είναι οι εξής:
  1. Τόμος προς Φλαβιανό του Πάπα Λέοντα Α (449) που μιλάει για τις δύο φύσεις του Χριστού, και ο οποίος έγινε πανηγυρικά αποδεκτός από την Οικουμενική Σύνοδο της Χαλκηδόνας. Τότε όλοι οι συνοδικοί πατέρες αναφώνησαν ότι ο Πέτρος μιλάει με το στόμα του πάπα Λέοντα.
  2. Επιστολή του Πάπα Αγάθωνα (680) για τις δύο θελήσεις του Χριστού, που έγινε πανηγυρικά αποδεκτή από την Γ’ Οικουμενική Σύνοδο της Κωνσταντινούπολης.
  3. Benedictus Deus, του Πάπα Βενέδικτου ΙΒ’ (1336) για την μακάρια όραση πριν την τελική κρίση.
  4. Cum occasione, του Πάπα Ιννοκέντιου Ι’, (1653), που καταδικάζει ως αιρετικές 5 προτάσεις του Γιανσενισμού
  5. Auctorem fidei, του Πάπα Πίου ΣΤ’ (1794), που καταδικάζει 7 προτάσεις των Γιανσενιστών στη Σύνοδο της Πιστόιας ως αιρετικές.
  6. Ineffabilis Deus, του Πάπα Πίου Θ’ (1854), που ανακηρύσσει δόγμα την Αμίαντη Σύλληψη της Θεοτόκου.
  7. Munificentissimus Deus, του Πάπα Πίου ΙΒ’ (1950) που ανακηρύσσει δόγμα την Μετάσταση της Θεοτόκου στους ουρανούς.
Ειδικά στα δύο τελευταία η χρήση του παπικού αλάθητου είναι αποδεκτή από όλους. Ορισμένοι θεολόγοι και ιστορικοί θεωρούν και τις δύο παρακάτω πράξεις ως εκφράσεις του παπικού αλάθητου.
  1. Unam Sanctam, του Πάπα ΒονιφάτιουΗ’, (1302) σχετικά με το παπικό πρωτείο.
  2. Cantate Domino, του Πάπα Ευγένιου Δ’, (1441) σχετικά με το ότι εκτός εκκλησίας δεν υπάρχει σωτηρία.
Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις βλέπουμε ότι κάθε φορά που οι πάπες μίλησαν ex cathedra, δεν είπαν κάτι καινούργιο, αλλά απλά κήρυξαν ως δόγμα, αλήθειες που περιέχονται στην Παρακαταθήκη της Πίστης και ήταν γνωστές, με σκοπό να τονώσουν την πίστη της Εκκλησίας.

Σε καμία περίπτωση το παπικό αλάθητο δεν σημαίνει ότι ο πάπας είναι αναμάρτητος ή ότι δεν κάνει ποτέ λάθη. Για παράδειγμα οι εγκύκλιοι και γενικότερα τα γραπτά των Παπών δεν είναι αλάθητα. Όταν ο Πάπας ανακηρύσσει αγίους, δεν είναι αλάθητος. Το παπικό αλάθητο και το αλάθητο των Οικουμενικών Συνόδων αλληλοσυμπληρώνονται και ο πάπας δεν μπορεί να πει κάτι που πάει ενάντια στις Οικουμενικές Συνόδους και το αντίστροφο.

Υπήρξαν και αιρετικοί πάπες που καταδικάστηκαν στο παρελθόν αλλά ποτέ δεν μίλησαν ex cathedra. Ο πάπας Ονώριος Α΄(625-638) καταδικάστηκε ως αιρετικός μετά το θάνατό του από την Γ’ Οικουμενική Σύνοδο της Κωνσταντινούπολης (681) επειδή πίστευε στην αίρεση του μονοθελητισμού. Η ίδια Σύνοδος όπως είδαμε παραπάνω εκθείασε τον Πάπα Αγάθωνα.

Σχετικά άρθρα:

Οι σκληροπυρηνικοί Ορθόδοξοι παραδέχονται οτι είναι λάθος απέναντι στον Πάπα Ρώμης!

 "Ω ΘΕΙΩΤΑΤΗ ΤΩΝ ΟΛΩΝ ΚΕΦΑΛΩΝ ΚΕΦΑΛΗ"

Περί Πρωτείου και Αλάθητου του Πάπα

 Περαιτέρω διευκρινίσεις για το Παπικό αλάθητο