Σάββατο 22 Οκτωβρίου 2011

Εστιατόριο «πλήρωσε ό,τι μπορείς» άνοιξε στο Νιού Τζέρσι ο Μπον Τζόβι

«Soul Kitchen» το όνομα του εστιατορίου του Τζον Μπον Τζόβι. Έτσι είχε ονομάσει το εστιατόριό του και ο ήρωας της ταινίας του Φατίχ Ακίν
 
Νέα Υόρκη
Ένα εστιατόριο που επιτρέπει στους πελάτες να πληρώνουν όσα χρήματα θέλουν άνοιξε ο διάσημος Αμερικανός τραγουδιστής Τζον Μπον Τζόβι στο Νιού Τζέρσι. Και σε περίπτωση που ο πελάτης δεν έχει λεφτά, δεν χρειάζεται να ανησυχεί. Στο Soul Kitchen υπάρχουν αρκετά πιάτα για πλύσιμο.

Το εστιατόριο, το οποίο άνοιξε τις πόρτες του την Τετάρτη στο Νιού Τζέρσι, δεν διαθέτει τιμοκατάλογο και αφήνει τους πελάτες να πληρώνουν ό,τι ποσό θέλουν.

Για όσους δεν διαθέτουν καθόλου χρήματα, υπάρχει η λύση της εργασίας στο εστιατόριο.

«Σε μια εποχή όπου ένα στα πέντε νοικοκυριά ζει κάτω από το όριο της φτώχειας και σε μια εποχή όπου ένας στους έξι Αμερικανούς δεν έχει εξασφαλίσει το γεύμα του, ένα εστιατόριο σαν και αυτό είναι απολύτως απαραίτητο» δήλωσε ο Τζον Μπον Τζόβι στο New York Magazine.
Newsroom ΔΟΛ

Τετάρτη 19 Οκτωβρίου 2011

Η Καθολική Εκκλησία


Η Καθολική Εκκλησία

 Του κ. Γιώργου Τασιά

Στο παρόν άρθρο θα προσπαθήσουμε να αναδείξουμε την αρχαιότητα του ονόματος Καθολική Εκκλησία την ιστορικότητά της ως εκκλησία αλλά και την συνεχή της ύπαρξη ως οντότητα αλλά και ως πραγματική εκκλησία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Θα αναλύσουμε απλά και επιγραμματικά προς το τέλος αυτού του άρθρου την μοναδική της έννοια και σημασία αναδεικνύοντας επίσης και την μοναδική θέση του Πέτρου και κατ επέκταση του επισκόπου της Ρώμης ως αρχηγού στην την αρχαία χριστιανική εκκλησία..
Η έννοια και ο όρος Καθολική Εκκλησία απαντάται σε επιστολές από τα πρώτα Χριστιανικά χρόνια και δηλώνει την αληθινή εκκλησία του Χριστού, την εκκλησία την οποία συνέχισαν μετά τους αποστόλους, οι επίσκοποι και οι πατέρες της εκκλησίας.
Παρατίθενται ερμηνευμένες στη νέα Ελληνική μερικές αναφορές του όρου που βρέθηκαν σε επιστολές ή άλλα κείμενα γραμμένα από επισκόπους ή μάρτυρες της Χριστιανικής πίστεως:

Ο Πάπας Άγιος Κλήμης  Ι, 88-97 μ.Χ. : "Αιρετικοί εκπαιδευτικοί διαστρέφουν τη Γραφή και  προσπαθούν να μπουν στον ουρανό με ψεύτικο κλειδί, γιατί έχουν σχηματίσει τις ανθρώπινες συνελεύσεις τους αργότερα από την Καθολική Εκκλησία, από αυτή την προϋπάρχουσα και πιο αληθινή Εκκλησία, και είναι πολύ σαφές ότι αυτές οι αιρέσεις, και άλλες που έχουν τεθεί σε λειτουργία από τότε, είναι πλαστές και  νέες εφευρέσεις ». (Επιστολή προς Κορινθίους)

Ο Άγιος Πιόνιος (πέθανε το 250 μ.Χ.): «Είμαι Χριστιανός και ανήκω στην Καθολική Εκκλησία . Με τη βούληση του Θεού μακάρι να μπορούσα να πείσω όλους σας να γίνετε Χριστιανοί διότι θα είναι το χειρότερο για σας να καείτε αιώνια μετά το θάνατο.."

Ο Άγιος Κυπριανός (πέθανε το 258 μΧ): ". Αλλά αν κάποιος σκεφτεί αυτά τα πράγματα προσεκτικά, δεν θα χρειαστεί χρόνο λόγου ή επιχειρήματα. Η απόδειξη είναι απλή και πειστική, και συνοψίζεται σε μια πραγματικότητα. Ο Κύριος λέει στον Πέτρο,." Κι εγώ λέγω σε σένα, πως εσύ είσαι ο Πέτρος και επάνω σε αυτήν την πέτρα θα οικοδομήσω την Εκκλησία μου, και δεν θα την καταστρέψουν οι δυνάμεις του Άδου. Θα δώσω τα κλειδιά για τη βασιλεία των ουρανών. Και ότι εσύ θέλεις να δεσμεύσεις πάνω στη γη, δεσμεύεται επίσης και στον ουρανό, καθώς και οτιδήποτε θέλεις να λύσεις πάνω στη γη θα είναι λυμένο και στον ουρανό. "Και του λέει πάλι μετά την ανάσταση," βόσκε τα αρνία μου... "Είναι σε αυτόν που χτίζει την Εκκλησία, και σε αυτόν εμπιστεύεται τα πρόβατα για τη βοσκή. Εάν ένας άνθρωπος δεν κρατά αναλλοίωτη αυτή τη μοναδικότητα του Πέτρου, άραγε φαντάζεται ότι εξακολουθεί να κατέχει την πίστη; Αν εγκαταλείπει την έδρα του Πέτρου στον οποίο οικοδομήθηκε η Εκκλησία, εξακολουθεί ο ίδιος να έχει πεποίθηση  ότι ανήκει στην Εκκλησία; " (Για την ενότητα της Εκκλησίας)

Ο Λακτάντιος (πέθανε το 310 μΧ): «Είναι η Καθολική Εκκλησία και μόνο, αυτή που διατηρεί την αληθινή λατρεία. Αυτή είναι η πηγή της αλήθειας, αυτή είναι η κατοικία της πίστεως, αυτή είναι ο ναός του Θεού, στην οποία εάν κάποιος δεν εισέλθει ή από την οποία αν κάποιος βγει εκτός, γίνεται ένας ξένος προς την ελπίδα της ζωής και της αιώνιας σωτηρίας. Κανείς δεν πρέπει να κολακεύει τον εαυτό του με την συντήρηση της διαμάχης.. Διότι ο αγώνας είναι στο να σέβεται κάποιος τη ζωή και τη σωτηρία, η οποία, αν δεν είναι προσεκτικά και επιμελώς διατηρημένη κατά άποψη, θα χαθεί και θα σβήσει. " (The Divine Institutes)


Σύνοδος της Νίκαιας (Α Οικουμενικής Συνόδου, μΧ 325): «Αφήστε  τον πατριάρχη να εξετάζει ποιά πράγματα γίνονται από τους αρχιεπίσκοπους και τους επίσκοπους στις επαρχίες τους, και εάν θα βρει κάτι που εκτελείται από αυτούς με άλλο τρόπο από αυτόν που θα πρέπει να είναι, αφήστε τον να το αλλάξει και να το ορίσει όπως σε αυτόν αρμόζει γιατί αυτός είναι ο πατέρας όλων, και αυτοί είναι γιοι του. Και μολονότι ο Αρχιεπίσκοπος  είναι μεταξύ των επισκόπων ως ένας μεγάλος αδερφός, ο οποίος έχει τη φροντίδα των αδελφών του, και οι οποίοι του οφείλουν υπακοή γιατί εκείνος είναι από πάνω τους, εν τούτοις ο πατριάρχης είναι προς όλους εκείνους που βρίσκονται υπό την εξουσία του, όπως ακριβώς  αυτός που κατέχει την έδρα της Ρώμης ο οποίος είναι ο αρχηγός και ηγέτης όλων των πατριαρχών, επειδή αυτός είναι ο πρώτος, όπως ήταν ο Πέτρος, που του έχει δοθεί δύναμη πάνω σε όλους τους  χριστιανούς ηγεμόνες και πάνω σε όλους τους λαούς τους, όπως ο ίδιος ο οποίος είναι ο τοποτηρητής του Χριστού και Θεού μας, σε όλους τους λαούς και σε όλη την Χριστιανική Εκκλησία, και όποιος αναιρέσει τα παραπάνω, είναι αφορισμένος από την σύνοδο. " (Αραβικοί Κανόνες, XXXIX κανών)

Πρώτη Σύνοδος της Κωνσταντινουπόλεως, 381 μ.Χ.: " Canon VII  Αυτοί που από την αίρεση επιστρέφουν στην Ορθοδοξία της πίστεως, καθώς και για τον αριθμό εκείνων που σώζονται λαμβάνουμε σύμφωνα με την ακόλουθη μέθοδο και έθιμο, Αρειανούς, και Μακεδόνες, Τετραδίτες, και Αππολιναριανούς, τους δεχόμαστε δε δίνοντας τους μια γραπτή παραίτηση από τα λάθη τους και αναθεματίζουμε κάθε αίρεση η οποία δεν είναι σύμφωνη με την Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία του Θεού ".

Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, (που πέθανε το 407 μ.Χ. ): «Ξέρουμε ότι η σωτηρία ανήκει στην Εκκλησία και μόνο, και ότι κανείς δεν μπορεί να μετέχει του Χριστού, ούτε να σωθεί αν είναι έξω από την Καθολική Εκκλησία και την Καθολική Πίστη." (De Capto Eutropia)

Γύρω στο έτος 107, ένας επίσκοπος, ο Άγιος Ιγνάτιος Αντιοχείας στην Εγγύς Ανατολή, συνελήφθη,  και μεταφέρθηκε στην Ρώμη από ένοπλους φρουρούς και τελικά μαρτύρησε εκεί στην αρένα. Σε μια αποχαιρετιστήρια επιστολή του, ως ένας από τους πρώτους επίσκοπους μάρτυρες έγραψε στους συναδέλφους του Χριστιανούς  στη Σμύρνη (σήμερα Izmir στη σύγχρονη Τουρκία), και κάνει ίσως την πρώτη γραπτή αναφορά στην ιστορία για την Καθολική Εκκλησία.  Έγραψε, «όπου αν φανή ο επίσκοπος, εκεί το πλήθος έστω, ώσπερ όπου αν η Ιησούς Χριστός, εκεί η καθολική εκκλησία» (Προς Σμυρναίους § VIII).
 Διαπιστώνουμε ότι ο δεύτερος αιώνας του Χριστιανισμού είχε μόλις ξεκινήσει και το όνομα της Καθολικής Εκκλησίας ήταν ήδη σε χρήση.

Στη συνέχεια, η αναγραφή του ονόματος γίνεται όλο και πιο συχνή. Φαίνεται πάλι σε μια γραπτή αναφορά που διαθέτουμε για το μαρτύριο  ενός χριστιανού για την πίστη του, του μαρτυρίου του Αγίου Πολυκάρπου, ο οποίος ήταν επίσκοπος της ίδιας Εκκλησίας της Σμύρνης προς την οποία είχε γράψει την επιστολή του ο Άγιος Ιγνάτιος Αντιοχείας.
Ο Άγιος Πολύκαρπος μαρτύρησε γύρω στο 155, και το μαρτύριό του χρονολογείται περίπου την εποχή εκείνη. Ο αφηγητής, μας πληροφορεί ότι στις τελευταίες προσευχές του ο Άγιος Πολύκαρπος, πριν δώσει τη ζωή του για τον Χριστό, θυμήθηκε  όλους εκείνους που είχαν συναντηθεί μαζί του ανά πάσα στιγμή, μικρούς και μεγάλους, τόσο αυτούς με φήμη όσο και αυτούς χωρίς φήμη, καθώς και το σύνολο της Καθολικής Εκκλησίας σε ολόκληρο τον κόσμο.
Γνωρίζουμε ότι ο Άγιος Πολύκαρπος, κατά τον χρόνο του θανάτου του το 155, ήταν ήδη χριστιανός εδώ και 86 χρόνια. Δεν θα μπορούσε, ως εκ τούτου, να έχει γεννηθεί πολύ αργότερα από το 69 ή το 70. Ωστόσο, φαίνεται ότι ήταν κανονικό μέρος του λεξιλογίου ενός ανθρώπου της εποχής να είναι σε θέση να μιλήσει για το σύνολο της Καθολικής Εκκλησίας σε ολόκληρο τον κόσμο.
Το όνομα είχε επικρατήσει από τότε, και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι είχε επικρατήσει για σοβαρούς λόγους.
Ας δούμε τώρα την ετοιμολογία και την σημασία της έννοιας Καθολικός.  «καθολικός» λοιπόν σημαίνει , ο κατά το όλον, ο εις το όλον αναφερόμενος, γενικός, δηλαδή «οικουμενικός» παγκόσμιος, και όταν χρησιμοποιούν αυτό τον όρο εκείνες τις πρώτες ημέρες, ο Άγιος Ιγνάτιος Αντιοχείας και ο Αγ. Πολύκαρπος Σμύρνης αναφέρονται στην Εκκλησία που ήταν ήδη «παντού» σε όλο τον τότε γνωστό κόσμο, σε όλους τους ανθρώπους διαχρονικά, η οποία διακρίνεται από όποιες αιρέσεις, σχίσματα ή αποσχισθείσες ομάδες μπορεί να είχαν δημιουργηθεί κατά τόπους, σε αντίθεση με την παγκοσμιότητα και σταθερότητα της διδασκαλίας της Καθολικής Εκκλησίας.
Ο όρος είχε ήδη γίνει κατανοητός ακόμα και τότε που ήταν ένα ιδιαίτερα επινενοημένο   όνομα, διότι η Καθολική Εκκλησία ήταν για όλους, όχι μόνο για τους ιδεολόγους, τους ενθουσιώδες ή για τους μυημένους  που  μπορεί να είχαν προσελκυστεί από αυτήν.
Και πάλι, κατέστη σαφές ότι η Εκκλησία ήταν «καθολική», διότι – για να υιοθετήσουμε μια σύγχρονη έκφραση - αυτή κατείχε την πληρότητα των μέσων της σωτηρίας. Επίσης, έμελλε να είναι "καθολική" στο χρόνο, καθώς και στο χώρο, και ήταν αυτή στην οποία εφαρμόστηκε η υπόσχεση του Χριστού στον Πέτρο και στους άλλους αποστόλους ότι «πύλαι άδου ου κατισχύσουσιν αυτής>.(Ματθ 16: 18).

Η Κατήχηση της Καθολικής Εκκλησίας σήμερα με ακριβή τρόπο συνόψισε όλους τους λόγους για τους οποίους το όνομα της Εκκλησίας του Χριστού είναι  Καθολική Εκκλησία: Η Εκκλησία είναι καθολική, δηλαδή παγκόσμια, επειδή σ΄ αυτήν είναι παρών ο Χριστός: Εκεί όπου είναι παρών ο Χριστός εκεί είναι η Καθολική Εκκλησία (Άγιος Ιγνάτιος Αντιοχείας). Η Εκκλησία αναγγέλλει την ολότητα και την ακεραιότητα της πίστης, φέρει και διαχειρίζεται την πληρότητα των μέσων της σωτηρίας, είναι σταλμένη σε αποστολή προς όλους τους λαούς κάθε εποχής και σε οποιονδήποτε πολιτισμό κι αν ανήκουν.
Κάθε τοπική εκκλησία είναι καθολική εάν είναι αποτελούμενη από την κοινότητα των χριστιανών που βρίσκονται σε κοινωνία, στην πίστη και στα ιερά μυστήρια με τον Επίσκοπό τους, χειροτονημένο μέσα στην αποστολική διαδοχή, και με την Εκκλησία της Ρώμης, η οποία προΐσταται στην αγάπη (Άγιος Ιγνάτιος Αντιοχείας) (κατήχηση της καθολικής εκκλησίας – σύνοψη σελ 69)

Έτσι, το όνομα της έγινε ταυτόσημο με την εκκλησία του Χριστού. Κατά τη στιγμή της πρώτης Οικουμενικής Συνόδου της Εκκλησίας, που πραγματοποιήθηκε στη Νίκαια της Μικράς Ασίας κατά το έτος 325 μ.Χ., οι επίσκοποι της εν λόγω συνόδου νομοθέτησαν πολύ φυσικά στο όνομα του καθολικού σώματος που ονομάζεται στη σύνοδο των επίσημων εγγράφων της Νικαίας , Καθολική Εκκλησία.  Όπως γνωρίζουν οι περισσότεροι άνθρωποι, ήταν το ίδιο συμβούλιο που διατύπωσε το βασικό Πιστεύω στο οποίο ο όρος «καθολική» διατηρήθηκε ως ένα από τα τέσσερα σημεία της αληθινής Εκκλησίας του Χριστού. Στο πιστεύω μας δηλώνουμε  ότι πιστεύουμε …εις μιαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν.  
Και είναι το ίδιο όνομα το οποίο βρίσκεται σε όλα τα 16 έγγραφα της εικοστής πρώτης Οικουμενικής Συνόδου της Εκκλησίας, της ΙΙ Βατικανικής Συνόδου.

Ήταν ακόμα τέταρτος αιώνας όταν ο άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων εύστοχα έγραψε, «Ερευνήστε όχι μόνον το που είναι ο οίκος του Κυρίου, διότι βέβηλες αιρέσεις κάνουν  προσπάθεια να καλέσουν τους δικούς τους οίκους  ως οίκους του Κυρίου. Ούτε να ρωτήσετε μόνο το που είναι η εκκλησία, αλλά το που η Καθολική Εκκλησία είναι. Διότι αυτό είναι το πραγματικό όνομα αυτού του Αγίου Σώματος, η μητέρα όλων, η οποία είναι σύζυγος του Κυρίου μας Ιησού Χριστού »(Κατηχήσεις, xviii, 26).
Η ίδια έρευνα πρέπει να γίνεται με τον ίδιο ακριβώς τρόπο και σήμερα, διότι το όνομα της αληθινής Εκκλησίας του Χριστού σε καμία περίπτωση δεν έχει αλλάξει. Ήταν αναπόφευκτο ότι η Κατήχηση της Καθολικής Εκκλησίας θα υιοθετήσει το ίδιο όνομα σήμερα με αυτό που η  Εκκλησία είχε καθ 'όλη την πολύ μεγάλη ιστορία της.

Βλέπουμε ότι η Καθολική Εκκλησία υπήρξε και υπάρχει αδιαλείπτως ως έννοια και ως οντότητα επί δύο χιλιάδες χρόνια , δηλαδή από την αρχή της δομής της Χριστιανοσύνης , διδάσκοντας την ίδια σταθερή πίστη και εφαρμόζουσα πάντα κατά γράμμα τα παραγγέλματα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού .

Ο άζυμος άρτος στη Θεία Ευχαριστία


του κ. Γιώργου Τασιά.


Για την Καθολική Εκκλησία η  Αγία Ευχαριστία είναι Μυστήριο στο οποίο υπό τα δύο είδη του άρτου και του οίνου βρίσκεται αληθινά , πραγματικά και ουσιωδώς το σώμα, το αίμα , η ψυχή και η Θεότητα του Ιησού Χριστού.  «Ο τρώγων μου την σάρκα και πίνων μου το αίμα έχει ζωήν αιώνιον». (Ιωαν 6,55)
Η ύλη του Μυστηρίου της Ευχαριστίας είναι άρτος από σιτάρι και οίνος αμπέλου αγνός. Στον οίνο προστίθενται και λίγες σταγόνες ύδατος για τους εξής λόγους:

Α) Διότι κατά το Ιουδαϊκό έθιμο στο ποτήρι του Πάσχα ανεμιγνύετο και λίγο νερό.

Β) Διότι η ένωση αυτή υπενθυμίζει το αίμα και το ύδωρ , τα οποία εξήλθαν από την πλευρά του Χριστού.

Γ) Διότι απεικονίζει τις δύο φύσεις του Ιησού Χριστού.

Όσον αφορά τον άρτο η Καθολική Εκκλησία ακολουθούσα αρχαία συνήθεια μεταχειρίζεται άζυμο άρτο για την τέλεση του μυστηρίου της Αγίας ευχαριστίας. Αυτό γίνεται διότι τρείς από τους ευαγγελιστές μας αναφέρουν (Ματθαίος 26,17  Μάρκος 4,12  και Λουκάς 22,7-8)  ότι ο Ιησούς τέλεσε  το Πάσχα κατά την πρώτη ημέρα των αζύμων. Εφόσον, (καθώς μας λέγουν οι τρείς Ευαγγελιστές), ο Κύριος τέλεσε το Πάσχα την πρώτη ημέρα της περιόδου  των αζύμων , το έκανε κάνοντας χρήση αζύμου άρτου. 

Πρέπει να δούμε την σημασία της χρήσεως του αζύμου άρτου για εκείνη την εποχή. Η ζύμωση ως διαδικασία αλλοίωσης της αρχικής κατάστασης των συστατικών του ψωμιού , θεωρείτο σύμφωνα με τις αντιλήψεις της εποχής  ότι καταστρέφει την καθαρότητά του και για το λόγο αυτό δεν επιτρεπόταν κατά την προσφορά θυσιών η χρήση ένζυμου άρτου (πρβλ. Εξ 23,18 Λευ 2,11  7,12) Ιδιαίτερα κατά την περίοδο του Πάσχα δεν έπρεπε να υπάρχει καθόλου ζύμη στα σπίτια ( Εξ 12,18-20) . Η γιορτή των Αζύμων ήταν επταήμερης διάρκειας γιορτή , η οποία άρχιζε από την επομένη της γιορτής του Πάσχα, δηλαδή από 15 έως 21 του μήνα Νισάν. Η στενή σύνδεση των δύο εορτών είχε ως συνέπεια να καταστούν οι όροι Πάσχα και Άζυμα ταυτόσημοι στη γλώσσα του λαού και να δηλώνουν ολόκληρη την περίοδο κατά την οποία έτρωγαν άζυμο ψωμί , αφού προηγουμένως είχαν απομακρύνει όλα τα αποθέματα ζύμης από τα σπίτια. 

Την σημασία της χρήσης και της έννοιας του αζύμου άρτου μας δίνει παραβολικά και ο απόστολος Παύλος  στην Α΄ Κορ  5,6-8. «…Δεν ξέρετε ότι λίγο προζύμη φουσκώνει όλο το ζυμάρι; Βγάλτε λοιπόν από ανάμεσά σας το παλιό προζύμι για να γίνετε καινούργιο ζυμάρι – αφού πραγματικά είστε χωρίς το προζύμι της αμαρτίας. Γιατί η δική μας γιορτή του Πάσχα  συνίσταται στο γεγονός ότι θυσιάστηκε για χάρη μας ο Χριστός. Ας γιορτάζουμε λοιπόν το Πάσχα όχι με ψωμί που περιέχει την παλιά ζύμη, τη ζύμη της αμαρτίας και της πονηρίας , αλλά με το άζυμο ψωμί της καθαρότητας και της αλήθειας» (από την μετάφραση της Βιβλικής εταιρίας εγκεκριμένη από τον Οικουμενικό Πατριάρχη, την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος, το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας, το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων και την Καθολική Ιεραρχία της Ελλάδος).

Τι άλλο να παραθέσει κανείς από τα λόγια των Ευαγγελιστών και την προτροπή του Παύλου. Ο Ιησούς Χριστός ως αυθεντικός ερμηνευτής και διδάσκαλος των γραφών εάν προτίθετο να αλλάξει αυτή την συνήθεια της χρήσης αζύμου κατά την περίοδο του Πάσχα ή να υποβαθμίσει την εννοιολογική σημασία του, θα μας το είχε ορίσει ,όμως  αντιθέτως , ουδεμία μνεία αλλαγής της χρήσης ή υποβάθμισης της έννοιας μας παραθέτει, αντιθέτως με την τέλεση του Πάσχα την πρώτη των Αζύμων και δια  μέσω του Παύλου, ενισχύει την συνήθεια της χρήσης αζύμου άρτου. Μάλιστα ο Παύλος μας προτρέπει να είμαστε χωρίς την ζύμη της αμαρτίας, αλλά καθαροί σαν άζυμοι. 

Ο τύπος του Μυστηρίου της ευχαριστίας είναι οι λέξεις της καθιερώσεως τις οποίες ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός μεταχειρίστηκε λέγοντας « τούτο εστί το σώμα μου» και « τούτο εστί το αίμα μου»
Όλοι οι Πατέρες και οι αρχαίοι συγγραφείς  ομοφώνως διακηρύττουν ότι η μετουσίωση γίνεται με των ως άνω Κυριακών λόγων.  Παραθέτω μαρτυρίες:

Ο Άγιος Ειρηναίος λέει, «Οπότε ουν και το κεκραμμένον ποτήριον και ο γηγενής άρτος επιδέχεται τον λόγον του Θεού και γίνεται η Ευχαριστία σώμα Χριστού…Προσλαμβανόμενα τον λόγον του Θεού, Ευχαριστία γίνεται, όπερ εστί σώμα και αίμα Χριστού» (κατά αιρεσ. 5,2)

(Όποτε λοιπόν το κεκραμμένο ποτήριο και ο γηγενής άρτος λαμβάνουν το Λόγο του Θεού,  η Ευχαριστία γίνεται το αίμα και το σώμα του Χριστού… Προσλαμβανόμενα τα προκείμενα τον Λόγο του Θεού,  γίνονται Ευχαριστία , η οποία είναι το σώμα και το αίμα του Χριστού.)

Ο Γρηγόριος Νύσσης τονίζει ότι, « καλώς ουν και νυν τω λόγω του Θεού αγιάζομεν άρτον εις σώμα του Θεού Λόγου μεταποιείσθαι  πιστεύομεν … Ευθύς προς το σώμα του Λόγου μεταποιείται , καθώς  είρηται υπό του Λόγου, ότι τούτό εστι το σώμα μου» ( λόγοι κατηχ. Ελλην. Πατρ. 2, 7, στ. 27)

(Καλώς λοιπόν και τώρα με τον Λόγο του Θεού αγιάζουμε τον άρτο σε σώμα του Θεού. Δια του λόγου του πιστεύουμε ότι γίνεται αυτή η μεταβολή…. Ευθύς  σε σώμα του λόγου μετατρέπεται ,  όταν λέγεται από τον Λόγο, ότι τούτο εστί το σώμα μου.)

Ο ιερός Χρυσόστομος αποδεικνύει ότι η προσφορά του Χριστού και η του Ιερέως είναι η αυτή, διότι αμφότεροι τα ίδια και τα αυτά λόγια μεταχειρίσθηκαν. « Η αυτή εστίν, ην ο Χριστός τοις μαθηταίς έδωκε και ην νυν οι ιερείς ποιούσιν. Ουδέν αύτη έλαττον εκείνης , ότι και ταύτην ουκ άνθρωποι αγιάζουν, αλλ΄αυτός ο και εκείνην αγιάσας. Ώσπερ γαρ τα ρήματα άπερ ο Θεός φθέξατο τα αυτά εστιν, άπερ ο ιερεύς και νυν λέγει, ούτω και η προσφορά η αύτη εστι».(ομιλ. Β΄εις Β΄προς Τιμ.)

(Η ίδια και αυτή είναι η προσφορά την οποία ο Χριστός παρέδωσε στους μαθητές του και η οποία σήμερα χρησιμοποιείται από τους ιερείς. Αυτή η προσφορά δεν είναι υποδεέστερη εκείνης, διότι και αυτήν σήμερα δεν την αγιάζουν άνθρωποι, αλλά Αυτός ο οποίος και εκείνη αγίασε.  Διότι όποια ρήματα ο Θεός είπε τότε τα ίδια και αυτά είναι εκείνα που λέει σήμερα ο ιερέας, έτσι και η προσφορά είναι η ίδια με εκείνη.)

Και αλλού… « Πάρεστι και νυν Χριστός εκείνος την τράπεζαν ταύτην κοσμών. Ο γαρ την τράπεζαν εκείνην κοσμήσας  τότε, ούτος και ταύτην διακοσμεί νύν. Ου γαρ άνθρωπος έστιν ο ποιών τα προκείμενα γενέσθαι σώμα και αίμα Χριστού, αλλ΄αυτός ο σταυρωθείς υπέρ υμών Χριστός. Σχήμα πληρών ο ιερεύς μόνον έστηκε και προσφέρει την δέησιν τα ρήματα φθεγγόμενος εκείνα, η δε χάρις και η δύναμις εστι του Θεού, η τα πάντα εργαζομένη. Τούτο μου εστί το σώμα, φησί, τούτο το ρήμα τα προκείμενα μεταρρυθμίζει» ( Ομιλ. Β εις την προδοσίαν του Ιούδα).

(Παρών είναι και τώρα ο Χριστός, εκείνος κοσμεί αυτή την Αγία τράπεζα. Αυτός που εκείνη την τράπεζα τότε κόσμησε, Αυτός και αυτή την τράπεζα τώρα διακοσμεί.  Διότι δεν είναι άνθρωπος αυτός που κάνει τα προκείμενα να γίνονται σώμα και αίμα Χριστού, αλλά Αυτός που σταυρώθηκε για εμάς, ο Χριστός. Ως σχήμα μόνο υπάρχει ο ιερέας  και στέκεται εκεί και προσφέρει τη δέηση λέγοντας τις λέξεις εκείνες, η δε χάρις και η δύναμη του Θεού είναι εκείνη η οποία εργάζεται τα πάντα. Τούτο μου εστί το σώμα, λέει, και αυτή η πρόταση αλλάζει την ουσία των προκειμένων.)


Το αδιάλυτο του χριστιανικού γάμου


 του κ. Γιώργου Τασιά.

Ο Γάμος είναι ένα από τα επτά μυστήρια της εκκλησίας. Ο Θεός που είναι αγάπη  έπλασε τον άνθρωπο από αγάπη και τον κάλεσε να αγαπά. Δημιουργώντας τον άνδρα και την γυναίκα , τους κάλεσε μέσω του γάμου, σε μια βαθιά κοινωνία ζωής και αγάπης μεταξύ τους, ( έτσι ώστε να μην είναι πια δύο, αλλά μια μόνο σάρκα…  Ματθ. 19, 6.). Ευλογώντας τους ο Θεός τους είπε να είστε γόνιμοι και να πολλαπλασιάζεστε  Γεν. 1, 28. Ο γάμος γεννά μεταξύ των συζύγων ένα αιώνιο και αποκλειστικό σύνδεσμο. Ο ίδιος ο Θεός σφραγίζει τη συγκατάθεση των συζύγων. Έτσι ο γάμος που τελείται και ολοκληρώνεται μεταξύ βαπτισμένων δεν μπορεί ποτέ να διαλυθεί .
Κ.Κ.Δ.  (1983)  Καν. 1055

1.       Η συμφωνία του γάμου, με την οποία ο άνδρας και η γυναίκα συνιστούν μεταξύ τους κοινότητα ολόκληρης ζωής που από τη φύση της τείνει στο καλό των συζύγων και στη γέννηση και μόρφωση των παιδιών έχει ανυψωθεί από τον Χριστό τον Κύριο, όταν γίνεται μεταξύ βαπτισμένων, στην αξία του μυστηρίου. 

2.       Για αυτό και μεταξύ βαπτισμένων δεν μπορεί να συσταθεί έγκυρη σύμβαση γάμου χωρίς να είναι συγχρόνως μυστήριο.

Το αδιάλυτο του γάμου το συναντάμε στις πρώτες σελίδες της γραφής, ( και έσονται οι δύο εις σάρκα μιαν. Γεν. 2, 24) Ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός κήρυξε τον γάμο αδιάλυτο λέγοντας,       (Αυτό  που ο Θεός ένωσε ο άνθρωπος να μην το χωρίζει… Ματθ. 19, 6)  κάνοντας με αυτό τον τρόπο  την ένωση των συζύγων εδραιωμένη και  δομημένη στους νόμους του δημιουργού.  Την διδασκαλία αυτή του Ιησού την κήρυξε και ο απόστολος Παύλος  ( Στους  έγγαμους όμως δίνω εντολή, όχι εγώ αλλά ο Κύρος: Η γυναίκα να μην χωρίζει από τον άνδρα της. Κι αν χωρίσει, να μην ξαναπαντρευτεί, ή να συμφιλιωθεί με τον άνδρα της. Και ο άνδρας να μην διώχνει την γυναίκα του.  Ά Κορινθ. 7, 10)  και αλλού (..ξέρετε καλά αδελφοί μου, πως ο νόμος εξουσιάζει τον άνθρωπο, όσο είναι ακόμα ζωντανός. Έτσι λόγου χάρη, η παντρεμένη γυναίκα είναι δεμένη από το νόμο με τον άντρα της, όσο αυτός ζει. Αν όμως ο άνδρας πεθάνει, τότε πια δεν ισχύει η νομική δέσμευση.  Ρωμ. 7, 2-3).
Κ.Κ.Δ. Περί της λύσεως του δεσμού Καν. 1141

Ο επικυρωμένος και τελειωμένος γάμος δεν μπορεί να λυθεί από καμία ανθρώπινη εξουσία και για καμία αιτία εκτός από το θάνατο.

Σύμφωνα με τον νόμο μια γυναίκα είναι δεμένη με τον άνδρα της ενόσω αυτός ζει, εάν αυτός πεθάνει, είναι ελεύθερη να παντρευτεί όποιον θέλει, μόνο σύμφωνα με το θέλημα του Θεού. Ά Κορ 7, 39.
Η συζυγική ένωση όμως απειλείται από την αμαρτία, την άγνοια, το πάθος, την διχόνοια , τον εγωισμό και την απιστία.  Ωστόσο ο Θεός στην άπειρη ευσπλαχνία του δωρίζει στο ζευγάρι την χάρη του για να πραγματοποιήσουν την ένωση της ζωής τους σύμφωνα με το πρωταρχικό σχέδιο.  Η εκκλησία βοηθά τα ζευγάρια που είναι προ μιας τέτοιας τρομακτικής καταστάσεως. Προσπαθεί να ασκήσει κάθε μέτρο ποιμαντικής συγκαταβάσεως ώστε οι Χριστιανοί να αποκαταστήσουν την συζυγική τους κοινωνία προς όφελος των ιδίων αλλά και των τέκνων τους. Η Εκκλησία παραδέχεται τον φυσικό χωρισμό των συζύγων, όταν η συμβίωσή τους , για σοβαρές αιτίες, γίνεται πρακτικά ακατόρθωτη, αν και η Εκκλησία εύχεται πάντα για την συμφιλίωση. Όμως οι σύζυγοι αυτοί , όσο ζουν και οι δύο, δεν είναι ελεύθεροι να συνάψουν νέα συζυγική ένωση, εκτός εάν ο γάμος τους δηλωθεί ως ανυπόστατος από την εκκλησιαστική αρχή.

Υπάρχουν κείμενα ( Ματθ.  5, 32 και Ματθ.  19,9  )όπου μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι ο γάμος μπορεί να διαλυθεί  λόγω πορνείας και τα μέλη να συνάψουν εκ νέου άλλο γάμο. Δεν είναι όμως αυτό ασφαλές καθώς ο Χριστός επαναφέρει το μυστήριο του γάμου στην αρχική του θέση δηλαδή στο αδιάλυτο του μυστηρίου. Όταν οι φαρισαίοι λένε στον Ιησού ότι ο Μωυσής επέτρεπε το διαζύγιο Εκείνος τους απάντησε ότι το έκανε αυτό ο Μωυσής εξ αιτίας της σκληροκαρδίας των ανθρώπων, ενώ εξ αρχής δεν ίσχυε κάτι τέτοιο.  Πιστή στον Κύριο , η Εκκλησία δεν μπορεί να αναγνωρίσει ως Γάμο την ένωση των διαζευγμένων που ξαναπαντρεύτηκαν πολιτικά ή θρησκευτικά σε ορθόδοξο ναό. (Όποιος χωρίσει την γυναίκα του και παντρευτεί μια άλλη , διαπράττει μοιχεία απέναντι της πρώτης, και εάν γυναίκα χωρίσει τον άνδρα της και παντρευτεί άλλον, διαπράττει μοιχεία).  (Μκ. 10, 11-12)

Περί Πρωτείου και Αλάθητου του Πάπα


Ο Πάπας Ουρβανός Β' (1088-1099)

Περί το 1090 ο Αρχιεπίσκοπος Οχρίδας Θεοφύλακτος απαντώντας σε επιστολή σε ένα διάκονο τον  Νικόλαο από την Νέα Ρώμη, ο οποίος (ο Νικόλαος) είχε απογοητευτεί μάλλον από την συμφιλίωση του Αυτοκράτορα Αλεξίου με τον Πάπα Ουρβανό ΙΙ και του ζητούσε να αποφανθεί για τα σφάλματα των Λατίνων . Ο Θεοφύλακτος αφού υπαινίχθη ότι και έθιμα των δικών του συμπατριωτών θα μπορούσαν να τεθούν υπό αμφισβήτηση έγραψε με ιδιαίτερη και εύγλωττη πικρία  για την στενόμυαλη συμπεριφορά των «Βυζαντινών» που προσπαθούσαν συνεχώς να αλιεύσουν σφάλματα, καθώς και για το πάθος τους να ασκούν κριτική σε άλλους αρνούμενοι πεισματικά να παραδεχτούν ότι θα ήταν ποτέ δυνατόν να κάνουν λάθος , καταδεικνύοντας  από τότε  ένα  ιδιαίτερο και διαχρονικό χαρακτηριστικό  μιας συμπεριφοράς από ορισμένους κατοίκους  της αυτοκρατορίας, η οποία συνεχίζει έως και σήμερα! 

Κατά αυτό τον τρόπο και εξ ορισμού στα θεολογικά θέματα το λάθος το έχουν πάντα οι άλλοι και στην προκειμένη περίπτωση οι Καθολικοί. Έτσι και ο Πάπας είναι ο σκόπελος της ενώσεως και του διαλόγου.
Εξ αρχής όλη η Ελλάδα μέχρι την Θεσσαλονίκη, με εξαίρεση την Ανατολική Μακεδονία και Θράκη ήταν υπό την δικαιοδοσία του Πάπα και όχι του Οικουμενικού Πατριάρχη. Οι έλληνες λοιπόν κατά την πρώτη βυζαντινή περίοδο τελούσαν στις εκκλησίες το Βυζαντινό τυπικό όπως είχε διαμορφωθεί μέχρι τότε αλλά είχαν ως Πατριάρχη τον Πάπα που λειτουργούσε με άλλο τυπικό, αυτό που κατά γενικές γραμμές ακολουθούν οι καθολικοί σήμερα. Όσο και να εκπλαγούν κάποιοι, στην αρχαία Εκκλησία ο διαφορετικός τρόπος τέλεσης της Λειτουργίας και των Ακολουθιών δεν αποτελούσε διαφορά επειδή όλοι ομολογούσαν την ίδια πίστη.
Αυτοκράτορας Λέων Γ' που απέσπασε τον ελλαδικό χώρο από το Πατριαρχείο Ρώμης αποδίδοντάς το αυθαίρετα στο Οικουμενικό Πατριαρχείο

Το 731 μ.Χ. την εποχή της εικονομαχίας ο Βυζαντινός Αυτοκράτορας Λέων Γ’ ο Ίσαυρος που καταπολεμούσε την προσκύνηση των εικόνων αφαίρεσε την Ελλάδα και την Κάτω Ιταλία από την δικαιοδοσία του Πάπα Γρηγορίου του Γ’ για να τον εκδικηθεί για την σύνοδο που είχε συγκαλέσει για να καταδικάσει την εικονομαχία. Τονίζω ότι ο Πάπας υποστήριξε την προσκύνηση των εικόνων κάτι που ισχύει μέχρι σήμερα στην Καθολική και Ορθόδοξη Εκκλησία. Ο Αυτοκράτορας έδωσε στον Οικουμενικό Πατριάρχη την Ελλάδα.
Ο Πάπας Γρηγόριος Γ' (731-741), υπέρμαχος της προσκύνησης των ιερών εικόνων

Το ειρωνικό στην υπόθεση είναι ότι στους έλληνες δεν άρεσε αυτή η αλλαγή και μάλιστα οργάνωσαν και επανάσταση κατά του Αυτοκράτορα και του Πατριάρχη η οποία πνίγηκε στο αίμα. Πόσο έχουν αλλάξει οι έλληνες από τότε!

Μέχρι σήμερα ο Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης, ο Άνθιμος στις μέρες μας, είναι ο μόνος επίσκοπος στην Ελλάδα που υπογράφει με κόκκινο μελάνι επειδή ήταν ο Βικάριος του Πάπα. Ούτε ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδας δεν έχει αυτό το “προνόμιο”. 

Ο Θεσσαλονίκης έχει το "ιστορικό" προνόμιο της προσφώνησης του ως Παναγιότατος εντός της επαρχίας του και αυτό έμεινε από το 400μχ περίπου που η Θεσσαλονίκη ήταν η μόνιμη έδρα του λεγόμενου Ανατολικού Ιλλυρικού, ενός γεωγραφικού διαμερίσματος πολύ μεγάλου (από Ουγγαρία μέχρι Κρήτη και από Αδριατικής θάλασσας μέχρι του Νέστου ποταμού). Η Εκκλησία λοιπόν της Θεσσαλονίκης, ως Εκκλησία που ανήκε στην μόνιμη έδρα της Ρώμης και κατ΄ επέκταση αυτού του διαμερίσματος, είχε επιβλητικό κύρος οπότε και ο επίσκοπος της ήταν πρόσωπο εξεχούσης τάξεως και τιμής. Για αυτό και διατηρείται ο τίτλος αυτός μέχρι σήμερα.
  
4. Πρώτη διοικητική οργάνωση της Εκκλησίας της Ελλάδας
·         Η διαρρύθμιση της διοικήσεως της Εκκλησίας της Ελλάδας, ένεκα των ιδιαιτέρων πολιτικών και διοικητικών συνθηκών της χώρας, έγινε κατά τέτοιο τρόπο, ώστε η Εκκλησία αυτή δεν συνδέθηκε αμέσως με τα μεγάλα ελληνικά εκκλησιαστικά κέντρα της Αιγύπτου, της Παλαιστίνης και της Συρίας, στα οποία είχαν διαμορφωθεί τα πατριαρχεία Αλεξανδρείας, Αντιοχείας και Ιεροσολύμων αντίστοιχα, καθώς και η αποστολική Εκκλησία της Κύπρου. Η Εκκλησία της Ελλάδας δεν συνδέθηκε διοικητικά ούτε και με το πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, ευρέθηκε δε μάλλον συνδεδεμένη με την Εκκλησία της Ρώμης. Ελληνικές χώρες και πόλεις, όπως η Μικρά Ασία με κέντρα της την Έφεσο, την Καισάρεια και τον Πόντο της Καππαδοκίας, καθώς και οι περί την Προποντίδα και τον Ελλήσποντο ελληνικές χώρες, από τις πρώτες ήδη ήμερες του Χριστιανισμού αναδείχθηκαν επιφανείς εστίες της χριστιανικής ζωής, αναπτύχθηκαν όμως πολύ περισσότερο με την υπαγωγή τους στο εκκλησιαστικό κέντρο της Κωνσταντινουπόλεως, «Νέας Ρώμης», η οποία προοδευτικά αποκτούσε και στον εκκλησιαστικό τομέα τα ίδια προνόμια προς εκείνα της παλαιάς Ρώμης. Στην πολιτική όμως διαίρεση του κράτους οι χώρες της κυρίως Ελλάδας παρέμειναν στο δυτικό του τμήμα, γι? αυτό και αποτέλεσαν ιδιαίτερη εκκλησιαστική διοίκηση, η οποία δεν υπήχθη αμέσως στην Κωνσταντινούπολη, αλλά μάλλον διατέλεσε υπό την εποπτεία της Ρώμης. Πράγματι, με τη γενόμενη από τον Μεγάλο Κωνσταντίνο νέα διοικητική διαίρεση του κράτους, η κυρίως Ελλάδα με τη Μακεδονία, τη Θεσσαλία, την Ήπειρο και μερικά νησιά συμπεριλήφθηκε στην επαρχία (Praefectura) του Ανατολικού Ιλλυρικού, του οποίου πρωτεύουσα αρχικώς ορίσθηκε τότε το Σίρμιο. Το Ανατολικό Ιλλυρικό ονομαζόταν γενικώς από τους τότε συγγραφείς «Ελλάς», με γεωγραφική έννοια. Ο επίσκοπος, μητροπολίτης και έξαρχος αυτού είχε υπό τη δικαιοδοσία του τις μητροπόλεις Νικοπόλεως, Φιλίππων, Λαρίσης, Κορίνθου και Γορτύνης  Κρήτης. Η Θεσσαλονίκη διατήρησε, όπως φαίνεται, κάποια ανεξαρτησία. Αλλά περί τα μέσα του Ε΄ αιώνα, μετά την καταστροφή του Σιρμίου από τους Ούννους, πρωτεύουσα του Ανατολικού Ιλλυρικού έγινε η Θεσσαλονίκη. Ο επίσκοπος της αναδείχθηκε έξαρχος της Εκκλησίας της Ελλάδας, η οποία αποτελέσθηκε από δώδεκα μητροπόλεις, μία σε κάθε επαρχία, ήτοι υποδιοίκηση, του Ιλλυρικού:

α) Μακεδονία πρώτη. Θεσσαλονίκης με τις επισκοπές: Φιλίππων, Βεροίας, Δίου, Δοβήρου, Σερρών, Παρθικοπόλεως, Κασσανδρείας, Ηρακλείας Λυγκιστίδος, Ηρακλείας Σιντικής ή Στρυμνού, Αμφιπόλεως, Πέλλης, Εδέσσης, Θάσου, Λήμνου, Θεωρίνης (Θεωρίου).
β) Μακεδονία Δευτέρα. Στόβων (επί της συμβολής του ποταμού Εριγώνα προς τον Αξιό) με τις επισκοπές: Βαργάλων, Ζαπάρων.
γ) Θεσσαλία. Λαρίσης με τις επισκοπές: Δημητριάδος, Γόμφων, Εχιναίου, Φαρσάλου, Λαμίας, Τρίκκης, Μητροπόλεως, Υπάτων (Υπάτης), Θηβών, Φθιώτιδος, Καισαρείας, Σκιάθου, Σκοπέλου.
δ) Αχαΐα. Κορίνθου, με τις επισκοπές: Αθηνών, Μεγάρων, Μαραθώνος, Θηβών, Τανάγρας, Θεσπιών, Κορώνειας, Οπούντος, Σκαρφείας, Ελατείας, Ναυπάκτου, Παλαιών Πατρών, Ήλιδος, Μεγαλοπόλεως, Τεγέας, Μεσσήνης, Κυπαρρισσίας, Λακεδαίμονος, Ασωπού, Μονεμβασίας, Άργους, Τροιζήνης, Σικυώνος, Χαλκίδος, Καρύστου, Πορθμού, Ωρεού, Σκύρου, Αιγίνης, Ζακύνθου, Κεφαλληνίας.
ε) Κρήτη. Γορτύνης, με τις επισκοπές: Κνωσού, Ηρακλείου, Χερσονήσου, Αρκαδίας, Ιεραπύδνης (Ιεράπετρας), Απολλωνίας, Φοινίκης, Κυδωνίας, Κισάμου, Λάμπης, Σουβρίτου, Ελευθέρνας, Καντανίας.
στ) Παλαιά Ήπειρος. Νικοπόλεως, με τις επισκοπές: Ευροίας, Δωδώνης, Φωτικής, Αγχιασμού (Ογχησμού), Βουθρωτού, Φοινίκης, Ανδριανοπόλεως, Κερκύρας.
ζ) Νέα Ήπειρος. Δυρραχίου, με τις επισκοπές: Σκάμπας, Βουλίδος, Αυλώνος, Αμαντίας, Λυχνιδού, Λίστρων.
η) Δακίας (Πραιβαλαίας). Σκόδρας, με τις επισκοπές: Διοκλείας, Λίσσου, Δεκατέρας, Δριβάστου.
θ) Δαρδανίας. Σκοπίων, με την επισκοπή Ουλπιανών.
ι) Μυσίας πρώτης (άνω). Βιμινακίου, με τις επισκοπές: Σιγγιδώνος, Μάργου, Ορρεομάργου (Ορθεμάργου).
ια) Δακίας μέσης. Σαρδικής, με τις επισκοπές: Ναισσού, Ρεμεσιανών, Πανταλίας.
ιβ) Δακίας παροχθίας. Ακυων (Aquae), με τις επισκοπές: Καστραμάρτιδος, Ρατιαρίας.
Εκτός των δώδεκα τούτων μητροπόλεων του Ιλλυρικού, υπήρχε και η μητρόπολη Ρόδου της «Επαρχίας νήσων» ή «Νήσων Κυκλάδων», η οποία συμπεριλάμβανε όλα τα μη υπαγόμενα διοικητικά στις επαρχίες και υποδιοικήσεις του Ιλλυρικού ελληνικά νησιά. Κάθε μητρόπολη, σύμφωνα προς τους κανόνες της Εκκλησίας, είχε υπό τη δικαιοδοσία της ιδίους επισκόπους, οι οποίοι, κατά τακτές ή έκτακτες περιόδους, συνέρχονταν σε επαρχιακές συνόδους στην έδρα και υπό την προεδρία του μητροπολίτη. Όλοι δε οι μητροπολίτες συνέρχονταν στη Θεσσαλονίκη υπό την προεδρία του αρχιεπισκόπου της πόλεως και εξάρχου.

Έτσι σχηματίσθηκε η Εκκλησία της Ελλάδας, συγκεντρωμένη περί τη μητρόπολη και εξαρχία Θεσσαλονίκης. Οι εξαρχίες Μικράς Ασίας, Καισαρείας και Πόντου με απόφαση της Δ΄ Οικουμενικής συνόδου είχαν υπαχθεί στο πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, αλλά επειδή το Ανατολικό Ιλλυρικό αρχικά υπαγόταν στο δυτικό τμήμα του Ρωμαϊκού κράτους, η εξαρχία της Θεσσαλονίκης και μαζί της σύνολη η Εκκλησία της Ελλάδας ευρέθηκε χωρίς κάποια ειδική απόφαση Οικουμενικής συνόδου υπό την εποπτεία του επισκόπου Ρώμης, οι επίσκοποι δε της Ελλάδας χαρακτηρίζονταν επί μακρόν ως «δυτικοί». Το 379 το Ανατολικό Ιλλυρικό συνενώθηκε πολιτικά με το ανατολικό τμήμα του κράτους, εξακολουθούσε όμως το ισχύον καθεστώς, σύμφωνα προς το οποίο το Ιλλυρικό εθεωρείτο ότι ανήκε εκκλησιαστικά στη Δύση. Το γεγονός αυτό ενίσχυε τις αναφανείσες αξιώσεις των επισκόπων Ρώμης επί των επισκοπών του Ιλλυρικού. Εξ? άλλου, η ψιλή εποπτεία παρείχε όχι σπάνια αφορμές στους επισκόπους Ρώμης να επεμβαίνουν στα εσωτερικά της Εκκλησίας της Ελλάδας, ένεκα δε τούτου προκαλούντο σοβαρές ανωμαλίες στην εσωτερική ζωή αυτής.
Ο Λέων προχώρησε τότε ανένδοτος στην εφαρμογή των σχεδίων του, αναγκάζοντας το 730 τον πατριάρχη Γερμανό σε παραίτηση και εκδίδοντας το πρώτο διάταγμα κατά των εικόνων. Στην εφαρμογή του διατάγματος όμως αντιτάχθηκε ο πάπας Ρώμης Γρηγόριος Γ΄ (731-741), ο οποίος συγκάλεσε σύνοδο στη Ρώμη τον Νοέμβριο του 731 και αποφάνθηκε εναντίον των εικονομάχων. Τις αποφάσεις της συνόδου της Ρώμης έπρεπε να ασπασθεί και η Εκκλησία της Ελλάδας, η οποία διατελούσε υπό την εποπτεία του επισκόπου της Ρώμης. Αλλά προλαμβάνοντας κάθε κίνηση ο αυτοκράτορας Λέων, κατήργησε το 732 με διάταγμα κάθε δικαιοδοσία του επισκόπου Ρώμης επί της Εκκλησίας της Ελλάδας, την οποία υπήγαγε διοικητικά στην Εκκλησία Κωνσταντινουπόλεως. Έτσι συντελέσθηκε γεγονός υψίστης ιστορικής σημασίας, διότι οι επαρχίες της Ελλάδας ενώθηκαν και εκκλησιαστικά με τις λοιπές επαρχίες του Κράτους, οι δε μητροπόλεις αυτών υπήχθησαν στο Οικουμενικό Πατριαρχείο)

http://www.apostolikidiakonia.gr/gr_main/catehism/theologia_zoi/themata.asp?contents=ecclesia_history/contents_1934.asp&main=1934&file=4.1.4.htm

Λεπτομέρεια από την νωπογραφία του Πιέτρο Περουτζίνο, Ο Χριστός Παραδίδει τα Κλειδιά στον Πέτρο, 335 x 600 cm, Καπέλα Σιξτίνα, Πόλη του Βατικανού.

Μέσα στην καινή διαθήκη αλλά και στα κείμενα της τότε εποχής το πρωτείο του Πέτρου και κατά συνέπεια του επισκόπου της Ρώμης φαίνεται παντού και ομολογείται. Πρώτα να δούμε το πρωτείο του Πέτρου ως ιδρυτού της Εκκλησίας της Ρώμης το οποίο κληρονομείται με απόφαση του Κυρίου .
Ο Κύριος είπε «Μακάριος ει , Σίμων Βαριωνά , ότι σαρξ και αίμα ουκ απεκάλυψέ σοι , αλλ΄ο πατήρ μου ο εν τοις ουρανοίς. Καγώ σοι λέγω ότι συ ει Πέτρος , και επι ταύτη τη πέτρα οικοδομήσω μου την εκκλησίαν και  πύλαι Άδου  ου κατισχύσουσιν αυτής. Και δώσω σοι τας κλείς της Βασιλείας των ουρανών, και ο εάν δήσης επί της γης εσται δεδεμένον εν τοις ουρανοις, και ο εάν λύσεις επί της γης , εσται  λελυμένον εν τοις ουρανοίς» (Ματθ 16, 17 19) Με αυτά τα λόγια ο Κύριος υπόσχεται στον Πέτρο ότι επάνω του θα οικοδομήσει την Εκκλησία του και θα τον καταστήσει θεμέλιο αυτής και κέντρο ενότητας. Για να παραστήσει ζωηρότερη τη διάταξη αυτή ο Κύριος μεταχειρίζεται  μεταφορικά τα κλειδιά! Τα κλειδιά όπως και σήμερα έτσι και τότε εθεωρούντο σύμβολο εξουσίας. Τα κλειδιά πόλεων δίνονται και σήμερα σε άρχοντες.  Μόνο ο Πέτρος παίρνει τα κλειδιά της Εκκλησίας άρα καταλαμβάνει ένα πρωτείο και είναι αρχηγός με όλες τις εξουσίες επί των μελών της Εκκλησίας.
Μετά την ανάστασή Του ο Κύριος ρωτά την Πέτρα Του « Σίμων Ιωνά , αγαπάς με πλείον τούτων …. Βόσκε τα αρνία μου …. Ποίμενε τα πρόβατά μου….» (Ιωάν 21, 15 16). Τα ρήματα «βόσκω» και «ποιμαίνω»  στη γλώσσα της Γραφής σημαίνουν είμαι αρχηγός , οδηγώ, κυβερνώ. Ο Κύριος με αυτά τα λόγια ονομάζει τον Πέτρο ανώτατο της Εκκλησίας αρχηγό και κέντρο ενότητας των πιστών με το προνόμιο να κυβερνά πρόβατα και αρνία , δηλαδή πιστούς και ποιμένες.
Στο κατά Λουκα 22, 31 32, ο Ιησούς προσευχήθηκε για τον Πέτρο για να μην μειωθεί η πίστη του και στο τέλος του λέει να στηρίξει τους αδελφούς του στην πίστη. Η προσευχή Του Ιησού είναι πάντα αποτελεσματική έτσι η αλάνθαστη πίστη του Πέτρου θα είναι ο κανόνας των αποστόλων , των ποιμένων και των πιστών.

Το πρωτείο του Πέτρου αποδεικνύεται και από τον τρόπο που μιλούν οι Ευαγγελιστές  για αυτόν . Στην Ιερή Γραφή τέσσερις φορές αναφέρεται ο κατάλογος των αποστόλων Ματθ 10,2 Μαρκ 3,16 Λουκ 6,14 Πραξ 1,13. Οι διάφοροι συγγραφείς αποδίδουν πάντα την πρώτη θέση στον Πέτρο του οποίου το όνομα δόθηκε από τον Κύριο , « Πρώτος Σίμων , ο λεγόμενος Πέτρος, και ο Ανδρέας αδελφός αυτού..»  Ο Μάρκος (1,16) λέει « ο Σίμων και οι μετ΄αυτού..» ,  ο Λουκάς (8,45) « ο Πέτρος και οι συν αυτώ»

Στις πράξεις (1, 15 26) ο Πέτρος προΐσταται της εκλογής του Ματθία, πρώτος την ημέρα της πεντηκοστής κηρύττει το Ευαγγέλιο (Πραξ 2, 14) ενεργεί τις πρώτες μεταστροφές και τα πρώτα θαύματα , πρώτος καταδικάζει τον Ανανία ( 5,3) και τον Σίμωνα Μάγον (8, 20)   πρώτος δέχεται τους εθνικούς στην Εκκλησία. Στην σύνοδο της Ιερουσαλήμ , πρώτος εκφέρει γνώμη, την οποία όλοι ακολουθούν. Ο δε απόστολος Παύλος μετά την μεταστροφή του , πρώτο και μόνο εκ των αποστόλων τον Παύλο συνάντησε ( Γαλ. 1,18).

Κατά την παράδοση στην οποία πιστεύει και η ανατολική εκκλησία οι Πατέρες τόσο της ανατολικής όσο και της δυτικής εκκλησίας ομοφώνως αναγνωρίζουν το πρωτείο του Πέτρου. Ο Ωριγένης στην Πέμπτη ομιλία του στην έξοδο αποκαλεί τον Πέτρο « μέγα της εκκλησίας θεμέλιον, και πέτραν στερεωτάτην, εφ΄ης ο Χριστός ωκοδόμησε την αυτού Εκκλησίαν»

Ο Μέγας Βασίλειος λέει « ο Πέτρος … δια της πίστεως υπεροχήν εδεξατο εφ΄αυτόν την οικοδομήν της Εκκλησίας» (κατ΄Ευνομίου , βιβλ. Β, 4)
Ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός λέει « οράς των Χριστού Μαθητών … ο μεν πέτρα καλείται και τους θεμελίους της Εκκλησίας πιστεύεται…» (ομιλ. Περι της εν διάλεξιν ευταξίας)
Ο Άγιος Επιφάνειος καλει τον Πέτρο « πρώτον των Αποστόλων πέτραν στερεάν, εφ΄ης η Εκκλησία του Θεού ωκοδόμηται» (Αγκυροτός κεφ. 9) κλπ

Ο Χριστός είναι η κεφαλή της Εκκλησίας και αφήνει τον Σιμωνα την Πέτρα επί της οποίας θα οικοδομήσει την Εκκλησία του, ως εκπρόσωπο, ως τοποτηρητή Του επί της γης. Ως διδάσκαλο των Χριστιανών αμετακίνητο και αλάνθαστο στην πίστη ως πέτρα. Η Πέτρα και όχι ο Πέτρος παραμένει για πάντα. Η Εκκλησία είναι μια μοναρχία και μάλιστα Βασιλεία(πάνω από 100 φορές η λέξη Βασιλεία ή Βασίλειο  στην καινή διαθήκη) , και ο Κύριος δίνει τα κλειδιά της Βασιλείας των Ουρανών στον Πέτρο για να λύνει και να δένει  δηλαδή να νομοθετεί  να αναθέτει ή να αναιρεί κατά την Ραβινική γλώσσα. Αυτή η δικαιοδοσία αυτό το ufficio  συνεχίζει στους διαδόχους του Πέτρου, στους επίσκοπους της Ρώμης. Και οι άλλοι απόστολοι ήταν προνομιούχοι, με χάρες που μεταδίδονται στους διαδόχους αυτών. Το Βιβλικό θεμέλιο για το πρωτείο και το αλάθητο της διδασκαλίας δεν αφήνουν περιθώρια για να μην αποδεχόμαστε τα λόγια Του Κυρίου μας. Ο Πέτρος ως απόστολος έχει κι αυτός διάδοχο , τον επίσκοπο της Ρώμης τον Πάπα. Ο Άγιος Ειρηναίος , επίσκοπος της Λυών , εξυμνεί την εκκλησία της Ρώμης που οργανώθηκε και θεμελιώθηκε από τον Πέτρο και Παύλο. Ο Κυπριανός γύρο στο 251 ονομάζει την Ρώμη Επισκοπική Καθέδρα. Ο Ευσέβιος μας είπε ότι ο Πέτρος κήρυττε το Ευαγγέλιο ως επίσκοπος Ρώμης. Ο Τερτυλιανός μας γραφει ότι ο Πέτρος χειροτόνησε τον Κλήμη Επίσκοπο , ο οποίος μάλλον είναι ο τρίτος διάδοχος του Πέτρου στην καθέδρα.

Για Το αλάθητο του Πάπα πρέπει να ξέρουμε ότι αλάνθαστος είναι μόνο ο Θεός , Εκείνος είναι ο μόνος αναμάρτητος που δεν μπορεί να κάνει λάθος ποτέ. Ο Θεός είναι η Άπειρος Αλήθεια. Ο άνθρωπος εκ της φύσεώς του κάνει λάθη. Ο ίδιος ο Πάπας μπορεί να αμαρτήσει και έχει την ανάγκη της αφέσεως των αμαρτιών. Ο Πάπας ως διάδοχος στο θρόνο του Πέτρου , όταν μιλά εκ Καθέδρας προφυλάσσεται από την πλάνη με την ειδική συμπαράσταση του Αγίου Πνεύματος. Το Αλάθητο ως Δόγμα Πίστεως ορίζεται με υποκείμενο, όρους, αντικείμενο, αιτία και αποτέλεσμα.
1)      Το υποκείμενο του Αλάθητου είναι ο Ρωμαίος ποντίφικας, το πρόσωπο που νομίμως εξελέγη και δέχθηκε να είναι ο επίσκοπος της Ρώμης.

2)      Αιτία του αλάθητου δεν είναι οι ηθικές και διανοητικές ιδιότητες του Ποντίφικα , ούτε οι έρευνες που θα μπορούσε να κάνει σε μια καθορισμένη διδασκαλία, αλλά το ότι έχει την συμπαράσταση του Αγίου Πνεύματος. Αυτό δεν αποκλείει την έρευνα η οποία όμως είναι απαραίτητη.
3)      Αντικείμενο του Αλάθητου είναι εκείνα που αφορούν την πίστη και τα ήθη.

4)      Ο Πάπας πρέπει να μιλήσει κάνοντας χρήση της εξουσίας του στην πληρότητά της, ως διάδοχος του Πέτρου και Πρώτος ολοκλήρου της εκκλησίας.
Αν κάποιος από αυτούς τους 4 όρους λείπει, δεν υφίσταται Αλάθητο.