Τρίτη 3 Απριλίου 2012

Η Αχειροποίητος, το αρχαίο λατρευτικό κέντρο της Εκκλησίας της Ρώμης


Η εικόνα του Χριστού Σωτήρα στη Ρώμη, γνωστή ως Αχειροποίητη

Οι περισσότεροι καθολικοί και όχι μόνο, πιστεύουν ότι το σημαντικότερο προσκύνημα στη Ρώμη είναι ο Άγιος Πέτρος στο Βατικανό και ότι αποτελεί την Μητρόπολη της αιώνιας πόλης. Κάνουν λάθος.

Ο Καθεδρικός Ναός της Ρώμης είναι η Πατριαρχική Αρχιβασιλική του Αγίου Ιωάννη στο Λατερανό, αφιερωμένη στο Χριστό Σωτήρα και στους Αγίους Ιωάννη Πρόδρομο και Ιωάννη Ευαγγελιστή. Κτίσθηκε στα χρόνια του Αγίου Κωνσταντίνου του Μεγάλου πριν την μεταφορά της πρωτεύουσας στη Νέα Ρώμη και είναι η μοναδική από τις πέντε Βασιλικές της Ρώμης στην οποία υπάρχει ο επισκοπικός Θρόνος του Πάπα. Σημειωτέον ότι στον Άγιο Πέτρο του Βατικανού δεν υπάρχει επισκοπικός θρόνος του πάπα Ρώμης.

Απέναντι από το μητροπολιτικό Ναό διασώζεται τμήμα από το παλαιό παπικό ανάκτορο στο οποίο διέμεναν οι πάπες μέχρι τον 14ο αιώνα. Στο εσωτερικό του υπάρχει το ιδιωτικό παρεκκλήσι των Παπών αφιερωμένο στον Άγιο Λαυρέντιο (Sanctus Laurentius in Palatio) γνωστό ως SANCTA SANCTORUM το οποίο ανάγεται στον 6ο αιώνα.

Η ονομασία SANCTA SANCTORUM (Άγια των Αγίων) αποτελεί αναφορά στον εσωτερικό χώρο του Ναού του Σολομώντα στα Ιεροσόλυμα όπου φυλασσόταν η κιβωτός της Διαθήκης και μόνο ο αρχιερέας μπορούσε να εισέλθει.
Πάνω από την είσοδο στην αψίδα υπάρχει η επιγραφή NON EST IN TOTO SANCTIOR ORBE LOCUS "Δεν υπάρχει ιερότερος τόπος σε όλο τον κόσμο". Στην κόγχη του παρεκκλησίου πάνω από την Αγία Τράπεζα υπάρχει μια προεικονομαχική εικόνα φτιαγμένη από κερί, γνωστή ως η Αχειροποίητη του Σωτήρα. Σύμφωνα με τον θρύλο ο άγιος Λουκάς ξεκίνησε να ζωγραφίζει την εικόνα και οι άγγελοι την ολοκλήρωσαν.
Το εσωτερικό του παπικού παρεκκλησίου

Σύμφωνα με ορισμένους μελετητές η εικόνα ζωγραφίστηκε στη Ρώμη τον 5ο/6ο αιώνα ενώ κατά άλλους εστάλη ως δώρο από τον αυτοκράτορα Ηράκλειο προς τον πάπα Ιωάννη Δ’ (640-642). Στο Παρεκκλήσιο τοποθετήθηκε από τον πάπα Γρηγόριο Β' το 730, όπου και παραμένει μέχρι τις μέρες μας.
Σήμερα, μόνο ελαφρά ίχνη παραμένουν από τα αρχικά υλικά της βαφής. Ο Χριστός απεικονίζεται ένθρονος ως Διδάσκαλος με φωτοστέφανο με σταυρό κρατώντας στο αριστερό χέρι το ρολό του Νόμου και ευλογώντας με το δεξί.
Η εικόνα υπέστη αρκετές αλλαγές και το πρόσωπο έλαβε τη σημερινή του μορφή όταν ο Πάπας Αλέξανδρος Γ’ (1159-1181) , τοποθέτησε πάνω από την αρχική μια καινούργια απεικόνιση ζωγραφισμένη σε μετάξι. Ο πάπας Ιννοκέντιος Γ΄(1189-1216) κάλυψε το υπόλοιπο της ιερής εικόνας με ανάγλυφο ασήμι,  ενώ άλλα διακοσμητικά στοιχεία που προστέθηκαν αργότερα άλλαξαν εντελώς την μορφή της εικόνας. Η εικόνα, καθαρίστηκε την δεκαετία του 1990 και αποκαταστάθηκε μερικώς. Οι θύρες με ανάγλυφο ασήμι που προστατεύουν την εικόνα, είναι του 15ου αιώνα. Το κουβούκλιο από μέταλλο και επιχρυσωμένο ξύλο, αντικατέστησε ένα παλαιότερο του Caradaossi (1452-1527), που χάθηκε κατά τη λεηλασία της Ρώμης από τους άγγλους το 1527.


Ήδη από την εποχή του Πάπα Σεργίου Α’ (687-701) υπάρχουν γραπτές αναφορές ότι η εικόνα περιφερόταν δημόσια κάθε χρόνο σε ορισμένες εορτές. Μάλιστα ο πάπας Στέφανος Β’ (752-757), σήκωσε την εικόνα στους ώμους του σε μια λιτάνευσή της με σκοπό να αντιμετωπίσει την απειλή εισβολής από τους Λομβαρδούς.


Κατά την διάρκεια του μεσαίωνα ο πάπας και οι επτά καρδινάλιοι επίσκοποι τελούσαν λειτουργίες στο παρεκκλήσιο και φιλούσαν ευλαβικά τα πόδια της εικόνας. Από τον ένατο αιώνα μάλιστα στην Εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου ξεκινούσαν ταυτόχρονα δύο λιτανείες, η μια με την εικόνα του Σωτήρα από το Λατερανό και η άλλη με την εικόνα της Θεοτόκου “Salus Populi Romani” από τoν Ναό Santa Maria Maggiore και συναντιούνταν στο ενδιάμεσο του δρόμου που ενώνει τις δύο εκκλησίες.


Από τον 14ο αιώνα και μετά όταν το Λατερανό εγκαταλείφτηκε, η ευλάβεια προς την εικόνα έπεσε σε μερική λήθη. Πολλοί Ρωμαίοι όμως ακόμα και σήμερα τιμούν αυτή την εικόνα θεωρώντας την τελευταία ελπίδα σε καταστροφές και δύσκολες στιγμές της πόλης τους.

Ιδιαίτερη βαρύτητα έχει και η Αγία Τράπεζα του παρεκκλησίου επειδή μέσα σε αυτήν φυλάσσονται τεμάχια λειψάνων όλων των πρωτομαρτύρων της Ρωμαϊκής Εκκλησίας. Μάλιστα παλαιότερα φυλάσσονταν και οι τίμιες κάρες των κορυφαίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, που μεταφέρθηκαν στο κουβούκλιο πάνω από την Αγία Τράπεζα στον Άγιο Ιωάννη το Λατερανό καθώς και η τιμία κάρα της αγίας Αγνής που μεταφέρθηκε στον ομώνυμο Ναό στην piazza Navona, τόπο του μαρτυρίου της (στάδιο του Διοκλητιανού) . Μέσα στην Αγία Τράπεζα υπήρχε επίσης τεμάχιο του Τιμίου Ξύλου που έφερε η αγία Ελένη από τα Ιεροσόλυμα, επιστρέφοντας στη Ρώμη, στο παλάτι της που βρισκόταν δύο βήματα από το Λατερανό. Τεμάχια ανήκουν στους αγίους Αγαθή, Μαρκελλίνο, Φηλικίτη, Ταρκίσιο, Λαυρέντιο, Ιωάννη και Παύλο, Κοσμά και Δαμιανό κλπ. Υπάρχουν επίσης πέτρες και χώμα από τους Αγίους Τόπους που έφερναν οι προσκυνητές τους πρώτους αιώνες. Για αυτό ακριβώς το λόγο το παρεκκλήσιο δικαιολογημένα ονομάστηκε Άγια των Αγίων επειδή περιέχει ότι ιερότερο και πολυτιμότερο μπορεί να καυχηθεί η Πρεσβυτέρα Ρώμη. Αρκετές από τις λειψανοθήκες φέρουν ελληνικές επιγραφές μαρτυρώντας έτσι την εκτεταμένη χρήση της ελληνικής γλώσσας στην Ρωμαϊκή Θεία Λατρεία τους 6 πρώτους αιώνες. Μέρος των λειψάνων μεταφέρθηκαν στο Βατικανό το 1905.

Η πρόσφατη ανακαίνιση στα μέσα της δεκαετίας του 1990 έφερε στο φως μοναδικής ομορφιάς αγιογραφίες και ψηφιδωτά μιας άγνωστης ρωμαϊκής σχολής του 12ου αιώνα που φέρουν την υπογραφή του Cosmati. Μια επιγραφή με όμορφα λατινικά γράμματα μαρτυρεί ότι  MAGISTER COSMATUS FECIT HOC OPUS (ο άρχοντας Κοσμάτος έφτιαξε αυτό το έργο).
Το δάπεδο του Ναού αποτελεί ένα εξαιρετικό δείγμα της εργασίας του Κοσμάτου. Στο θόλο του μικρού ναού μια αγιογραφία απεικονίζει τα τέσσερα σύμβολα των Ευαγγελιστών, έναν άγγελο, ένα λιοντάρι, ένα ταύρο και έναν αετό που ψέλνουν αδιάκοπα προς το Θεό.
Στους τοίχους βλέπουμε σκηνές από το μαρτύριο των αγίου Στεφάνου του Διακόνου και πρωτομάρτυρα της Εκκλησίας, το μαρτύριο των αγίων Πέτρου και Παύλου, Λαυρεντίου διακόνου και άλλων. Μαρτύρια που μετέτρεψαν τη Ρώμη σε ιερό τόπο.
Τέλος, ως αποκορύφωμα στο θόλο υπάρχει ένα πανέμορφο ψηφιδωτό με το Χριστό Παντοκράτορα μαζί με τους αγγέλους το οποίο είναι του 9ου αιώνα.
Το μαρτύριο του Αποστόλου Παύλου


Το μαρτύριο του Αποστόλου Πέτρου


τα σύμβολα των τεσσάρων ευαγγελιστών




Το μαρτύριο του Αγίου Λαυρεντίου


Ο πάπας Ιννοκέντιος Γ γονατιστός ανάμεσα στους Αγίους Πέτρο και Παύλο προσφέρει στο Χριστό το παρεκκλήσιο
Ο Χριστός Παντοκράτωρ - 9ος αιώνας


Το Άγιο Μανδήλιο στον Άγιο Πέτρο του Βατικανού



Κατά αρχαία παράδοση που ανάγεται στα χρόνια του πάπα Αγίου Γρηγορίου του Μεγάλου(590-604) κατά την διάρκεια της Μεγάλης Τεσσαρακοστής οι Ρωμαίοι και άλλοι προσκυνητές συνάσσονται κάθε μέρα σε έναν διαφορετικό Ναό μαζί με τον επίσκοπο Ρώμης για να προετοιμαστούν εν όψει του Πάσχα. 

Πρόκειται για τις περίφημες «40 Εκκλησίες της Ρώμης» που παραμένουν ίδιες μέχρι σήμερα. Έτσι, κάθε μέρα Πάπας και πιστοί συνάσσονταν σε ένα διαφορετικό Ναό για το τελετουργικό που περιλαμβάνει τρία μέρη:

α. τις Λιτανείες των Αγίων όπως τις ξέρουμε και σήμερα

β. την Θεία Λειτουργία

γ. την προσκύνηση των ιερών Λειψάνων.

Σήμερα στη θέση του Πάπα λειτουργούν οι βοηθοί επίσκοποι Ρώμης καθώς και οι Καρδινάλιοι παρόντες στην Πόλη.

Κάθε 5η Κυριακή των Νηστειών είναι η σειρά της Πατριαρχικής Βασιλικής του Αγίου Πέτρου στο Βατικανό να υποδεχθεί τους πιστούς.
Για όλη την ημέρα πάνω στην Αγία Τράπεζα εκτίθενται για προσκύνηση ότι πολυτιμότερο μπορεί να καυχηθεί ο Ναός, που είναι φυσικά τα λείψανα των αγίων Μαρτύρων της Ρωμαϊκής Εκκλησίας. 
Έκθεση των ιερών λειψάνων στην Αγία Τράπεζα


Νωρίς το απόγευμα τελείται επίσημος Εσπερινός στην αρχή του οποίου ο εκάστοτε Αρχιεπίσκοπος Πρωθιερέας της Βασιλικής μαζί με όλους τους ιερείς που κρατούν τα λείψανα, και τους πιστούς, ψέλνουν της Λιτανείες των Αγίων περιφερόμενοι κυκλικά μέσα στον τεράστιο Ναό. Στη συνέχεια, επιστρέφοντας στην Κόγχη κάτω από την Καθέδρα του Πέτρου τελούν τον Εσπερινό. Στο τέλος, τρεις ιερείς ανεβαίνουν σε μια από τις τέσσερεις κολώνες που βαστάζουν τον τεράστιο τρούλο, αυτόν με το άγαλμα της Αγίας Βερονίκης και εμφανίζονται στο μπαλκόνι που βρίσκεται ακριβώς πάνω στην τεράστια κολώνα, βαστάζοντας και οι τρεις μαζί μια μυστηριώδης εικόνα, το Άγιο Μανδήλιον, με την οποία ευλογούν τρεις φορές τους πιστούς ενώ ακούγεται ο ήχος μιας καμπάνας από το εσωτερικό του Ναού. Παράλληλα, η χορωδία ψέλνει ένα αντίφωνο στα λατινικά, που έχει πολλές ομοιότητες με το Απολυτίκιο της Κυριακής της Ορθοδοξίας «Την άχραντον εικόνα Σου».



Το Πέπλο της Βερονίκης ή Sudarium, αποκαλούμενο συχνά Volto Santo, είναι ένα κειμήλιο, που σύμφωνα με τον θρύλο, αποτελεί την Αχειροποίητη αποτύπωση του Προσώπου του Ιησού.

Η πιο πρόσφατη εκδοχή του θρύλου αναφέρει ότι η αγία Βερονίκη από τα Ιεροσόλυμα συνάντησε τον Ιησού κατά μήκος της Via Dolorosa, στην πορεία προς το Γολγοθά. Όταν τον πλησίασε να σκουπίσει τον ιδρώτα (λατινικά suda) από το Πρόσωπό του με το πέπλο της, αυτό αποτυπώθηκε πάνω στο ύφασμα. Το γεγονός αυτό μνημονεύεται στην 6η στάση της Ακολουθίας του Δρόμου του Σταυρού (Via Crucis) που τελείται στους καθολικούς ναούς κατά την διάρκεια της Τεσσαρακοστής.
Δεν υπάρχει καμία γραπτή αναφορά αυτής της ιστορίας μέχρι τον Μεσαίωνα και για αυτό τον λόγο, μάλλον δεν έχει ιστορική βάση. Οι απαρχές αυτού του θρύλου βασίζονται στην ιστορία της Εικόνας του Ιησού, γνωστής ως Μανδήλιον στην Ορθόδοξη Εκκλησία και στην επιθυμία των πιστών να αξιωθούν να δουν το Πρόσωπο του Λυτρωτή τους. Κατά την διάρκεια του 14ου αιώνα η εικόνα αυτή υπήρξε σημείο αναφοράς στην Δυτική Εκκλησία και όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο ιστορικός των καλών τεχνών Neil Macgregor, «από τον 14ο αιώνα και έπειτα, όπου πήγαινε η Ρωμαϊκή Εκκλησία, ακολουθούσε μαζί και το πέπλο της Βερονίκης».

Δεν υπάρχει καμία αναφορά σχετικά με την Βερονίκη και το πέπλο της στα κανονικά Ευαγγέλια. Ως πλησιέστερη αναφορά θα μπορούσε να θεωρηθεί το θαύμα της γυναίκας που θεραπεύτηκε αγγίζοντας τον χιτώνα του Ιησού (Λκ 8:43-48). To όνομά της αργότερα ταυτίζεται με αυτό της Βερονίκης στις απόκρυφες «Πράξεις του Πιλάτου». Η ιστορία εμπλουτίστηκε τον 11ο αιώνα με την αναφορά ότι ο Χριστός της έδωσε ένα πορτραίτο του πάνω σε ένα ύφασμα με το οποίο η Βερονίκη αργότερα θεράπευσε τον αυτοκράτορα Τιβέριο.

Τον 13ο αιώνα ο Roger dArgenteuil στο βιβλίο του «Γαλλική Βίβλος» έδεσε αυτή την ιστορία με τα άγια Πάθη του Ιησού και την θαυματουργή εμφάνιση της εικόνας. Γύρω στα 1300,  χάρη στο έργο «Στοχασμοί πάνω στη ζωή του Ιησού» του ψευδο-Βοναβεντούρα η ιστορία αυτή έγινε ιδιαίτερα δημοφιλής. Κατά την διάρκεια αυτής της περιόδου η απεικόνιση αλλάζει προσθέτοντας το αγκάθινο στεφάνι, αίμα και την έκφραση του πόνου. Η εικόνα πλέον είναι δημοφιλής σε όλη την Καθολική Ευρώπη και η συνάντηση του Ιησού με την Βερονίκη γίνεται μια από της στάσεις του Δρόμου του Σταυρού.

Στην Via Dolorosa στα Ιεροσόλυμα υπάρχει ένα μικρό παρεκκλήσιο, γνωστό ως παρεκκλήσιο του Αγίου Προσώπου που παραδοσιακά θεωρείται ως η οικία της Βερονίκης και τόπος του συγκεκριμένου θαύματος.

Σύμφωνα με την Καθολική Εγκυκλοπαίδεια, το όνομα Βερονίκη προέρχεται από την λατινική λέξη Vera (αληθινή) και την ελληνική λέξη Εικόνα. Για αυτό τον λόγο το πέπλο της Βερονίκης κατά το μεσαίωνα θεωρούταν ως η «αληθινή εικόνα», η πιστή απεικόνιση του Ιησού, αφήνοντας σε δεύτερη μοίρα την Ιερά Σινδόνη του Τορίνο.

Ενώ η ιστορία δεν έχει γραπτές βάσεις πριν τον μεσαίωνα, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι υπήρχε μια εικόνα που εκτίθετο στη Ρώμη τους 13ο, 14ο και 15ο αιώνα που ήταν γνωστή και ετιμάτο ως Πέπλο της Βερονίκης. Παρόλα αυτά η ιστορία της συγκεκριμένης εικόνας είναι κατά κάποιο τρόπο προβληματική. 

Οι δύο πρώτες γραπτές αναφορές για την συγκεκριμένη εικόνα ανάγονται στα 1199 όταν δύο προσκυνητές ονόματι Giraldus Cambrensis και Gervase of Tilbury επισκέπτονται την Ρώμη ξεχωριστά ο καθένας. Λίγα χρόνια αργότερα, το 1207 ο Πάπας Ιννοκέντιος Γ’ περιέφερε την εικόνα δημόσια σε λιτάνευση παρέχοντας λυσίποινα σε όποιον προσευχηθεί μπροστά της. Η λιτάνευση της εικόνας από τον Άγιο Πέτρο προς το Νοσοκομείο του Αγίου Πνεύματος καθιερώθηκε από τότε κάθε χρόνο και με αφορμή την περιφορά της εικόνας, το 1300 ο πάπας Βονιφάτιος Η’ ανακήρυξε το πρώτο Ιωβηλαίο. Κατά την διάρκεια αυτού του Ιωβηλαίου η εικόνα εκτίθετο δημόσια και κατέστη ως ένα από τα Mirabilia Urbis (Θαύματα της Πόλης) για τους προσκυνητές που επισκέπτονταν την Ρώμη. Για τα επόμενα 200 χρόνια,  η εικόνα, που φυλασσόταν στην παλιά Βασιλική του Αγίου Πέτρου, θεωρούταν ως το πολυτιμότερο από όλα τα χριστιανικά κειμήλια. Ο Δάντης την αναφέρει στο ΧΙΙΙ άσμα στον "Παράδεισο". Ο Pedro Tafur, ένας ισπανός επισκέπτης το 1436, σημειώνει:

«Στο δεξί χέρι υπάρχει μια κολώνα, ψηλή σαν μικρό καμπαναριό και εκεί βρίσκεται το πέπλο της Βερονίκης. Όταν πρόκειται να εκτεθεί,  δημιουργείται ένα άνοιγμα στην σκεπή του Ναού, από το οποίο δύο κληρικοί κατεβαίνουν μέσα σε ένα καλάθι. Μόλις φτάσουν κάτω, με την μεγαλύτερη ευλάβεια βγάζουν από το καλάθι την εικόνα και την δείχνουν στο λαό που συρρέει. Συμβαίνει συχνά οι πιστοί να εκθέτουν σε κίνδυνο τις ζωές τους εξαιτίας της μεγάλης συρροής και του συνωστισμού»

Μετά την Λεηλασία της Ρώμης το 1527 από τους Άγγλους, ορισμένοι συγγραφείς υποστηρίζουν ότι η εικόνα καταστράφηκε. Ο Messer Unbano γράφει στη Δούκισσα του Urbino ότι η εικόνα εκλάπη. Άλλοι συγγραφείς όμως βεβαιώνουν για την συνεχιζόμενη παρουσία της εικόνας στο Βατικανό και ένας αυτόπτης μάρτυρας της λεηλασίας δηλώνει ότι οι άγγλοι στρατιώτες δεν μπόρεσαν να βρουν την εικόνα.

Μάλιστα αργότερα, το 1616, ο πάπας Παύλος Ε’ απαγόρευσε την αντιγραφή της εικόνας και το 1629 ο πάπας Ουρβανός Η’ διέταξε την καταστροφή όλων των αντιγράφων ή την μεταφορά τους στο Βατικανό με ποινή αφορισμού.

Από εκείνη την περίοδο η εικόνα εξαφανίζεται σχεδόν από την δημόσια θέα με μοναδική εξαίρεση την 5η Κυριακή των Νηστειών που εμφανίζεται για λίγα δευτερόλεπτα.

Ελάχιστες έρευνες έχουν γίνει και δεν υπάρχουν φωτογραφίες με υψηλή ανάλυση. Μόνο το 1907 επετράπη στον Ιησουίτη ιστορικό των καλών τεχνών Joseph Wilpert να πλησιάσει την εικόνα, αφαιρώντας δύο στρώματα γυαλιού. Ο ίδιος σχολίασε ότι είδε μόνο "ένα τετράγωνο κομμάτι με ανοιχτόχρωμο υλικό, κάπως ξεθωριασμένο από τα χρόνια, που φέρει  δύο ελαφρώς καφέ λεκέδες με σκουριά, που συνδέονται το ένα στο άλλο"

Εξαιτίας της απόστασης που εκτίθεται, κανείς δεν μπορεί να δει την εικόνα καθαρά και το μόνο που φαίνεται είναι το σχήμα του εξωτερικού πλαισίου.
Το συγκεκριμένο κειμήλιο δεν πρέπει να συγχέεται με το Μανδήλιον της Έδεσσας που λεηλατήθηκε από τους σταυροφόρους κατά την άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204 και μεταφέρθηκε στη Saint Chapelle στο Παρίσι και από όπου δυστυχώς εξαφανίστηκε κατά την διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης το 1789.

Τέλος δεν πρέπει να συγχέεται ούτε με ένα άλλο Μανδήλιο που φυλάσσεται στο Παρεκκλήσιο της Ματθίλδης στο Βατικανό αλλά εκτίθεται κατά καιρούς σε διάφορες διεθνείς εκθέσεις με τελευταίες την Γερμανική Expo 2000 αλλά και μια έκθεση στο Βρετανικό Μουσείο το 2011.


Παρασκευή 23 Δεκεμβρίου 2011

Καλά και ευλογημένα Χριστούγεννα!


Αθήνα : Χριστουγεννιάτικο Μήνυμα του σεβ/του Αρχιεπισκόπου κ.κ. Νικολάου

Το Χριστουγεννιάτικο Μηνυμα του σεβασμιοτάτου Αρχιεπισκόπου των εν Αθήναις Καθολικών κ.κ. Νικολάου.

Προς
το χριστεπώνυμο Πλήρωμα της Ιεράς Αρχιεπισκοπής
Ο χριστιανικός κόσμος, σ’ ολόκληρη την οικουμένη, γιορτάζει σήμερα την επέτειο της Γεννήσεως του Ιησού Χριστού, του Λόγου του Θεού, τον οποίο ονομάζει «Ήλιο της δικαιοσύνης».
Ιστορικά, η επιλογή της 25ης Δεκεμβρίου, από την Εκκλησία της Ρώμης ως Εορτής των Χριστουγέννων έγινε διότι την ίδια αυτή ημέρα οι ειδωλολάτρες γιόρταζαν ως θεό τον «αήττητο ήλιο», ο οποίος, τέτοιες μέρες του χρόνου με το φως του νικούσε το σκοτάδι, εφόσον, λόγω του χειμερινού ηλιοστασίου, άρχιζε να περιορίζεται η διάρκεια της νύκτας και να αυξάνει η διάρκεια της ημέρας.
Σαν πραγματικό αλλά πνευματικό Ήλιο είδε η Εκκλησία τον Κύριο Ιησού Χριστό, ο οποίος, όπως αναφέρει ο θεολόγος και ευαγγελιστής Ιωάννης, «φωτίζει κάθε άνθρωπο ερχόμενο στον κόσμο». (Ιω 1, 9)
Μετά την παρακοή των πρωτοπλάστων, η αμαρτία είχε κατακλύσει τον κόσμο και είχε επιφέρει ένα πνευματικό σκοτάδι, το οποίο κάλυπτε όλη την οικουμένη. Η αδικία, κατά γενικό κανόνα, επικρατούσε κι άνθρωπος, με μόνες τις δυνάμεις του, δεν είχε τη δυνατότητα να ξαναβρεί την πραγματική ειρήνη, γαλήνη και ηρεμία που αναζητούσε. Είχε ανάγκη από Κάποιον, ο οποίος θα μπορούσε να επέμβει στην ιστορία της ανθρωπότητας, ο οποίος θα ήταν το Φως για να νικήσει το σκοτάδι, θα ήταν ο Δίκαιος για να νικήσει την αδικία, θα ήταν η Ειρήνη για νικήσει τις έχθρες και τους πολέμους μεταξύ των ανθρώπων.
Οι Προφήτες, φωτισμένοι από το Πνεύμα το Άγιο, είχαν προαναγ-γείλει την έλευση Εκείνου «κατά τις ημέρες του οποίου θα άνθιζε η δικαιοσύνη και αφθονία ειρήνης».(πρβλ. Ψαλ. 71,7)
Κι «όταν ήλθε το πλήρωμα του χρόνου» ο προαιώνιος Θεός, που πάντα αγαπά τον άνθρωπο, αλλά και πάντα σέβεται την ελευθερία του με την οποία τον έχει προικίσει, (εφόσον τον έχει πλάσει «κατ’ εικόνα και ομοίωσή του»), χάρη στην άπειρη αγάπη του και με δική του πρωτοβουλία έστειλε στον κόσμο τον ίδιο τον Υιό του, το Λόγο του, για να σώσει το κορυφαίο επίγειο πλάσμα του από την απώλεια.
Αλλά, όπως το αναφέρει ο Ιωάννης στον Πρόλογο του Ευαγγελίου του (Ιω 1,11) και το διαπιστώνουμε κατά τη διάρκεια των αιώνων από την ιστορία της ανθρωπότητας, πολλοί δεν τον δέχθηκαν.
Και σήμερα βλέπουμε να επαναλαμβάνεται το ίδιο φαινόμενο. Πολλοί είναι εκείνοι που αντιτάσσονται στο Μήνυμα του Ευαγγελίου, πολλοί το καταπολεμούν και διώκουν όσους είναι χριστιανοί και θέλουν να μείνουν πιστοί στον Κύριο Ιησού Χριστό.
Οι ίδιοι αυτοί άνθρωποι, υποκριτικά συγκεντρώνονται σε διάφορα σημεία της γης και συζητούν για την ειρήνη. Λησμονούν όμως ότι η ειρήνη είναι «έργο της δικαιοσύνης». (Ησ. 32,17) Οι ίδιοι, που δήθεν αναζητούν τρόπους για την επικράτηση της ειρήνης, είναι εκείνοι που διαπράττουν τις μεγάλες αδικίες σε παγκόσμιο επίπεδο.
Αλλά και στην Πατρίδα μας παρατηρούμε πόση αδικία επικρατεί, ιδιαίτερα τώρα με την οικονομική κρίση. Δικαιώνονται και επιβραβεύονται οι ένοχοι και τιμωρούνται οι νομοταγείς πολίτες
Στον Κύριο Ιησού Χριστό, Ήλιο της δικαιοσύνης και Άρχοντα της ειρήνης, ας στρέψουμε σήμερα τα βλέμματά μας. Με την απλότητα των ποιμένων ας πλησιάσουμε νοερά στη φάτνη κι ας του ζητήσουμε να φωτίσει όσους κρατούν στα χέρια τους τις τύχες του κόσμου, για να αγαπήσουν τη δικαιοσύνη (πρβλ. Σολ 1,1) και να την εφαρμόζουν για το καλό των υπηκόων τους, ώστε να δει ο κόσμος μας την αληθινή ειρήνη, την οποία οι άγγελοι ευχήθηκαν τη νύκτα της Γεννήσεώς Του.
Χριστούγεννα 2011
+ Νικόλαος 
Αρχιεπίσκοπος των εν Αθήναις Καθολικών