Τρίτη 3 Δεκεμβρίου 2013

Απάντηση του Αρχιεπισκόπου Νικολάου Τήνου προς Γόρτυνος Ιερεμία

"ο Κύριος δε μας είπε να μετράμε πόσους μας αγαπούν, αλλά πόσους αγαπάμε"


Σεβασμιότατε Αδελφέ,

Χαίρομαι που μου δώσατε την ευκαιρία να ανταλλάξουμε μερικές σκέψεις και να γνωριστούμε, έστω και μέσω του διαδικτύου.
1.- Πράγματι διάβασα την επιστολή σας με ιδιαίτερη προσοχή. Όμως δεν σας κρύβω ότι εξεπλάγην διότι, πίστευα ότι, όταν στέλνου-με μία επιστολή σε κάποιον, την στέλνουμε πρώτα στον ίδιο και στη συνέχεια, όταν βεβαιωθούμε ότι την παρέλαβε ο παραλήπτης, τότε μπορούμε και να την δημοσιεύσουμε, εφόσον δεν είναι απόρρητη! 
Τώρα λυπούμαι αλλά είμαι υποχρεωμένος να χρησιμοποιήσω την ίδια οδό.
2.- Θα ήθελα να σας πω ότι δεν είμαι ένας «Παπικός» Αρχιεπίσκοπος, όπως εσείς δεν είστε «Πατριαρχικός» Μητροπολίτης. Είμαι έ-νας απλός Αρχιεπίσκοπος της Αγίας Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας. 
Εσείς δεν τολμάτε να με αποκαλείτε αδελφό για κάποιους δικούς λόγους. Λέω δικούς σας διότι ευτυχώς δεν συμφωνούν μαζί πολλοί!
Ακούστε λοιπόν τι έλεγε η ΑΘΠ ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. κ. Αθηναγόρας, του οποίου την προσωπικότητα όλοι γνωρίζουμε και αναγνωρίζουμε: «εγώ προτιμώ τον διάλογο της αγάπης. Να αγαπη-θούμε! Και τι γίνεται σήμερα; Πνεύμα μέγα αγάπης εξαπλώνεται υπέρ τους Χριστιανούς Ανατολής και Δύσεως. Ήδη αγαπώμεθα. Ο Πάπας το είπε: απέκτησα έναν αδελφόν και του λέγω σ’ αγαπώ! Το είπα και εγώ: Απέκτησα έναν αδελφό και του είπα σ’ αγαπώ!» 
Συνειδητά λοιπόν αποκαλώ τόσο εσάς, όσο και τον Άγιο Πει-ραιώς, αγαπητούς Αδελφούς. Σας τιμώ και σας αγαπώ ως αδελφούς στην Αρχιεροσύνη. Αν δεν αισθάνεστε το ίδιο για την ταπεινότητά μου, δεν πειράζει, εξ άλλου ο Κύριος δε μας είπε να μετράμε πόσους μας αγαπούν, αλλά πόσους αγαπάμε. 
Προσωπικά όχι μόνο θα συνεχίσω να σας αποκαλώ Αδελφούς, παρά τις όποιες διαφορές μας, αλλά και αγαπητούς, διότι μπορεί να μην κοινωνούμε ακόμη από το ίδιο Ποτήριο, αλλά κοινωνούμε στο ίδιο περιεχόμενο. 
Σεβασμιότατε, ούτε εσείς, ούτε εγώ ευθυνόμαστε για τις υπάρ-χουσες ακόμη διαφορές μας. Ευθυνόμαστε όμως και οι δύο όπως και όλοι οι άλλοι Συνεπίσκοποι μας, Ανατολής και Δύσης, αν δεν προσπα-θήσουμε να τις εξαλείψουμε. 
Η Ενότητα των Χριστιανών δεν θα γίνει όταν οι Ορθόδοξοι Χρι-στιανοί καλούν τους Καθολικούς Χριστιανούς να γίνουν Ορθόδοξοι ή όταν οι Καθολικοί Χριστιανοί καλούν τους Ορθοδόξους να γίνουν Κα-θολικοί. Αν σκεπτόμαστε έτσι, τότε φοβάμαι πως η ενότητα των Εκ-κλησιών θα πραγματοποιηθεί τις παραμονές της Δευτέρας Παρουσίας. Για να υπάρξει ενότητα των Εκκλησιών οφείλουμε Καθολικοί και Ορθόδοξοι, Ορθόδοξοι και Καθολικοί να κάνουμε αμοιβαία βήματα για να συναντηθούμε εν Χριστώ.
Αναφέρεστε στο χθες και συγκεκριμένα σε δύο Αγίους σας, Κοσμά τον Αιτωλό και Γρηγόριο τον Παλαμά, όπως και σε μερικούς Αγίους Πατέρες της Εκκλησίας, που σε κάποια στιγμή έγραψαν και χρησιμοποίησαν τα λόγια που επικαλείστε. Νομίζω όμως πως, αν ζού-σαν σήμερα, τόσο ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός όσο και ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς και οι Πατέρες της Εκκλησίας που έχετε κατά νου, δεν θα μιλούσαν με τον ίδιο τρόπο. Είμαι βέβαιος πως θα μιλούσαν, όπως μιλούν οι σημερινοί Άγιοι και Πατέρες της Εκκλησίας. 
Δεν θα ήθελα να πιστεύω, ότι αμφισβητείτε πως, σε όλες τις εποχές η Εκκλησία του Χριστού έχει και Αγίους και Πατέρες. Είναι νομίζω από όλους δεκτό ότι, η Εκκλησία του Χριστού δεν είναι ένα Μουσείο, αλλά ένας ζωντανός Θεανθρώπινος Θεσμός που είναι το «σημείο σωτηρίας» για όλους τους ανθρώπους. Είναι ο Χριστός που παρατείνεται στους αιώνες (Ιερός Αυγουστίνος). 
Χρησιμοποιώ λοιπόν τους ίδιους τίτλους που χρησιμοποιούν οι σύγχρονοι Άγιοι Πατέρες Ανατολής και Δύσης. Εξ άλλου και οι πέντε Προκαθήμενοι των ιστορικών Πατριαρχείων, όταν συναντιούνται, α-νταλλάσσουν μεταξύ τους αδελφικό χαιρετισμό και ασπασμό με το «Α-γαπητέ Αδελφέ»!
3.- Αγαπητέ Αδελφέ, είναι δυνατόν ένας επίτιμος καθηγητής της Θεολογίας να λέει ότι η Ορθόδοξη Θεολογία δεν δέχεται ότι η Καθολική Εκκλησία είναι Εκκλησία! Δηλαδή άλλη είναι η Θεολογία της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ελλάδος και άλλη είναι η Θεολογία της ανά την οικουμένη Ορθοδόξου Εκκλησία; Εκτός αν είναι προσωπική σας άποψη! Όμως με αυτήν δεν συμφωνούν:
Η ΑΘΠ ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος, πριν α-ναχωρήσει για τη Ρώμη, για να παραστεί στην ενθρόνιση του Πάπα Φραγκίσκου, δήλωσε: 
«Πάω στην ενθρόνιση του Πάπα για να δείξω τη σημασία που δίνω στις φιλικές σχέσεις μεταξύ των δύο Εκκλησιών» (romfea).
Την Δευτέρα 30 Σεπτεμβρίου ε. έ., η ΑΘΜ, ο Πάπας και Πα-τριάρχης Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής, κ. κ. Θεόδωρος Β΄, συνα-ντήθηκε στο Βατικανό με τον Προκαθήμενο της Ρωμαιοκαθολικής Εκ-κλησίας κ. Φραγκίσκο Α΄. 
Προσφωνών τον Ρωμαιοκαθολικό Προκαθήμενο, ο Μακαριώτα-τος ανέφερε μεταξύ άλλων:
Οι δύο Εκκλησίες, η Αλεξανδρινή και η Ρωμαϊκή, ανήκουμε, ι-στορικώς και παραδοσιακώς, στις αρχαίες Εκκλησίες. 
Ανήκουμε στις Εκκλησίες που, αμέσως μετά την Πεντηκοστή, συνέστησαν την αφετηρία της Μιάς, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας. (romfea 30/9/2013)
Στις 28/Σεπτεμβρίου 2013 επισκέφτηκε τον Πάπα ο Πατριάρχης Πατριάρχη Αντιοχείας.
Ο Πάπας Φραγκίσκος καλωσορίζοντας τον Πατριάρχη Ιωάννη, μεταξύ άλλων τόνισε: "Ελπίζω ότι εδώ θα αισθανθείτε σαν το σπίτι σας" "Να μας έχετε στις προσευχές σας", ήταν η ευχή του Πατριάρχη Αντιοχείας προς τον Πάπα Φραγκίσκο".
Ο Ιερός Αυγουστίνος έλεγε αναφερόμενος στους Χριστιανούς Ανατολής και Δύσης: «είτε το θέλουμε είτε όχι, είμαστε αδέλφια εφόσον προσευχόμαστε στο Θεό λέγοντας «Πάτερ ημών». Δεν είναι περίεργο να μην τολμάμε να αποκαλούμαστε αδέλφια εμείς που ζούμε τόσα χρόνια μετά στον 21ο αιώνα και απευθύνουμε στο Θεό την ίδια Προσευχή.
4.- Σεβασμιότατε, νομίζω ότι η υπόθεση του filioque είναι θέμα όρων ελληνικών και λατινικών που πρέπει προσεκτικά να μελετηθούν. Η λατινική λέξη «procedit» δεν αποδίδεται απόλυτα με την ελληνική λέξη «εκπορεύεται». Η Καθολική Εκκλησία ποτέ δεν αρνήθηκε ότι υ-πάρχει μόνο μία Αρχή εκπόρευσης, που είναι ο Πατέρας. 
Σεβασμιότατε θέλω να πιστεύω, πως ως καθηγητής της Θεολο-γίας, θα γνωρίζετε ότι μετά τη Λειτουργική μεταρρύθμιση της Β΄ Συ-νόδου του Βατικανού, έδωσε τη δυνατότητα στους λαούς να χρησιμο-ποιούν τη μητρική γλώσσα στη Θεία Λατρεία. Όταν η Καθολική Εκκλη-σίας της Ελλάδος μετέφρασε τα λατινικά λειτουργικά κείμενα στην Ελ-ληνική γλώσσα, δε μετέφρασε το Σύμβολο της Πίστεως της Νικαίας-Κωνσταντινουπόλεως από τα λατινικά στα ελληνικά, αλλά πήρε το πρωτότυπο κείμενο και αυτό χρησιμοποιεί, και έγινε με την άδεια της Αγίας Έδρας. Απαγγέλλουμε λοιπόν το κοινό Σύμβολο της Πίστεως (Σύνοψη Κατήχησης της Καθολικής Εκκλησίας σελ.33)
5.- Σεβασμιότατε, τόσο στην Καθολική Εκκλησία όσο και στην Ορθόδοξη τα Μυστήρια είναι επτά. 
Στην επιστολή σας μεταξύ άλλων αναφέρετε «οι Καθολικοί είναι αβάπτιστοι». Λυπούμαι ειλικρινά που αυτό το πιστεύει, το γρά-φει και το δημοσιεύει ένας καθηγητής της Θεολογίας του 21ου αιώνα!
Σεβασμιότατε, στην Καθολική Εκκλησία το Βάπτισμα δεν είναι «ένα απλό ράντισμα» όπως εσείς το χαρακτηρίζετε, αλλά το Πρώτο από τα Επτά Μυστήρια που τελούνται στην Καθολική Εκκλησία. Τι θα λέγατε, αν κάποιος Καθολικός καθηγητής της Θεολογίας τολμούσε να πει ότι στην Ορθόδοξη Εκκλησία το Βάπτισμα είναι τρεις βουτιές μέσα στο νερό! Εγώ θα έλεγα ότι βλασφημεί!
Προσέξτε, τι λένε οι οδηγίες της Εκκλησίας μας στη Διάταξη της Ακολουθίας του Μυστηρίου του Βαπτίσματος (σελ. 21 αρ. 22): «Το Βάπτισμα μπορεί να γίνει νόμιμα με κατάδυση, που συμ-βολίζει καλύτερα τη συμμετοχή στο θάνατο και την Ανάσταση του Χριστού, είτε με επίχυση». Ο συμβολισμός παραμένει ο ίδιος, σύμφωνα με τα λόγια του Αποστόλου Παύλου (Ρωμ. 6,3-5). 
Τα λόγια με τα οποία μεταδίδεται το Βάπτισμα είναι: «Εγώ σε βαπτίζω εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος». Το ότι ο λειτουργός λέει: «εγώ σε βαπτίζω» και όχι «βαπτίζεται» πιστεύω ότι εσείς, ως καθηγητής, καταλαβαίνετε ότι στην πρώτη περίπτωση είναι ο λειτουργός στο πρόσωπο του Χριστού που βαπτίζει (in persona Christi) και στη δεύτερη περίπτωση ο δούλος του Θεού που βαπτίζεται από το Χριστό. Δεν βλέπω καμία Θεολογική δια-φορά!
Εμείς, όπως κι εσείς, είμαστε ευτυχείς που διαθέτουμε αυτά τα σωτήρια Επτά Μυστήρια με τα οποία ο Κύριος πλούτισε την Εκκλησία του, για να βιώνουμε και να καρπούμαστε του Μυστηρίου της σωτηρί-ας.
6.- Ως καθηγητής, που είστε όταν αναφέρεστε στην Καθολική Εκκλησία, σας παρακαλώ, μην αναφέρεστε μόνο στις μεταξύ μας δια-φορές που εξ άλλου δεν είναι και τόσες πολλές. Είναι λάθος να νομίζει ο λαός, ότι μεταξύ μας υπάρχουν μόνο διαφορές. Εσείς εξ άλλου γνωρίζετε ότι πολλές από τις «διαφορές» υπήρχαν και πριν το 1054 και όμως η Εκκλησία Ανατολής και Δύσης ήταν Μία. 
Και κάτι άλλο, καλό είναι να διδάσκει κανείς για την άλλη Εκ-κλησία, όχι αυτό που πιστεύει ο ίδιος, αλλά αυτό που πιστεύει η ίδια, έτσι είναι πιο αντικειμενικός και γίνεται και πιο πειστικός.
Είναι πολύ σημαντικό οι Καθολικοί Χριστιανοί να ξέρουν τι πι-στεύουν οι αδελφοί τους Ορθόδοξοι Χριστιανοί και οι Ορθόδοξοι Χρι-στιανοί τι πιστεύουν οι αδελφοί τους Καθολικοί Χριστιανοί. Αυτό θα τους βοηθήσει στο να συνεχίσουν να παίρνουν πρωτοβουλίες που τους φέρνουν πιο κοντά. Να προσεύχονται στο Θεό Πατέρα μαζί με τον Μονογενή του Υιό: «ίνα πάντες εν ώσιν» (Ιωάν. 7,21)
7.- Αν απαντώ στην επιστολή σας, το κάνω μόνο με πρόθεση να διευκρινίσω μερικές σκέψεις σας που μπορούν να δημιουργήσουν λανθασμένες εντυπώσεις στους αναγνώστες. Θα ήμουν αληθινά ευτυ-χής, αν μας δινόταν κάποτε η δυνατότητα να τα πούμε και από κοντά, όμορφα και αδελφικά. Το ίδιο σκέπτομαι και για τον Σεβασμιότατο Μητροπολίτη Πειραιώς κ. Σεραφείμ. Ίσως αυτό είναι καλύτερο, από το να ανταλλάσσουμε επιστολές μέσω διαδικτύου! 
Πάνω από όλα πρέπει να μας ενώνει η αγάπη για τον Χριστό, η αγάπη για την αποστολή μας, που δεν είναι άλλη από το να βιώνουμε την αγάπη του Χριστού για να μπορούμε και να την κηρύττουμε.
Σεβασμιότατε κ. Ιερεμία, είμαστε οι σημερινοί μαθητές του Χρι-στού που βαδίζουμε με συνοδοιπόρο τον Αναστημένο Χριστό, που μας ερμηνεύει τις Γραφές και μας καίει τις καρδιές, οδηγώντας μας στο κοινό Ποτήριο, στη σύγχρονη Εμμαούς που είναι η Μία Αγία Καθολική και Αποστολική Εκκλησία.
Όσο πιο κοντά στο Χριστό βρισκόμαστε, τόσο πιο γρήγορα θα συναντηθούμε και μεταξύ μας, ώστε μετά φόβου Θεού, πίστεως και αγάπης, μαζί να προσέλθουμε στο κοινό Ποτήριο. 
Σας χαιρετώ με αγάπη Χριστού και τιμή
+Νικόλαος
Καθολικός Αρχιεπίσκοπος Νάξου-Τήνου-Άνδρου-Μυκόνου
Μητροπολίτης παντός Αιγαίου

Πειραιώς: ''Οι Υβριστές αποτελούν τους μεγαλύτερους ευεργέτες μας''

Ο Σεραφείμ Πειραιώς σε συνεργασία με τον προφυλακισμένο λάτρη του Χίτλερ Χρήστο Παππά

Ἀπαντῶντας στίς πολλαπλές ὕβρεις καί στίς φασίζουσες προσωπικές καί ἐμπαθεῖς ἐπιθέσεις μερίδος τῶν ΜΜΕ καί εἰδικότερα τοῦ ἐκπροσώπου ἐπικοινωνίας τοῦ ΠΑΣΟΚ κ. Δημητρίου Καρύδη, ὁ ὁποῖος μᾶς ἀπεκάλεσε δημοσίᾳ «Μουτζαχεντίν καί Ταλιμπάν», παρ’ ὅτι ὡς Πειραιώτης γνωρίζει καλῶς ὅτι στόν Πειραιᾶ λειτουργοῦν ἀπρόσκοπτα 15 Μασονικές Στοές, 40 ἄτυπα Μουσουλμανικά τεμένη, 2 Ρωμαιοκαθολικά Σχολεῖα, 2 Ρωμαιοκαθολικές Μονές, αἴθουσες τῶν Μαρτύρων τοῦ Ἰεχωβᾶ, τῶν Πεντηκοστιανῶν καί τῶν Προτεσταντῶν Εὐαγγελικῶν καθώς καί ὅτι οἱ 4.000 μερίδες φαγητό ἡμερησίως πού διανέμονται ἀπό τά συσσίτια τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Πειραιῶς, διανέμονται ἀδιακρίτως σέ κάθε συνάνθρωπο εὑρισκόμενο σέ ἀνάγκη χωρίς νά ἐξετάζεται ἡ θρησκεῖα του, ἡ γλώσσα του, ἡ φυλετική του καταγωγή ἤ ὁποιοδήποτε ἄλλο κριτίριο καί στήν Νομαρχιακή Ἐπιτροπή τοῦ ΠΑΣΟΚ Α΄ Πειραιῶς πού ζήτησε τήν ἀποδοκιμασία τῶν δηλώσεών μας τῶν σχετικῶν μέ τήν ἐπέκταση τοῦ συμφώνου συμβίωσης στά λεγόμενα «ὁμόφυλα ζεύγη» καθώς καί στόν «παντογνώστη» καί γενικό «κήνσορα» τοῦ δημοσίου βίου κ. Ἰ. Πρετεντέρη, ὁ ὁποῖος στήν Ἐφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ» τῆς 29/11/2013 ἀναφερόμενος στό πρόσωπό μας «διαπιστώνει» ὅτι ὑπεύθυνοι γιά τίς δηλώσεις μας εἶναι «οἱ συνδικαλιστές πού κλείνουν τίς πόρτες τοῦ Δρομοκαϊτείου ὥστε νά κυκλοφορούμε ἐλεύθεροι»!!! σημειώνουμε ὅτι δυστυχῶς «τό θράσος τῆς ἀγνοίας» στήν Χώρα μας ἀποτελεῖ τό ἐφαλτήριο τοῦ δημοσίου λόγου.
Καί ἐξηγούμεθα: Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος δέν εἶναι ὁ «παρακεντές καί ὁ παρίας» τοῦ δημοσίου βίου, ἀλλά εἶναι πολιτεικός παράγων ὑψίστης πνευματικῆς καί κοινωνικῆς σημασίας πού ἀποτελοῦν μέ τό Κράτος τούς πνεύμονες τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους.
Τό Σύνταγμα τῆς Χώρας εὐλογεῖται μέ τήν ἐπίκληση τοῦ τρισυποστάτου Θεοῦ τῆς Ἐκκλησίας, στό ἄρθρο 3 ἀναγνωρίζεται ὡς «ἐπικρατοῦσα» θρησκεία στή Χώρα ἡ Ὀρθοδοξία, οἱ Ἱεράρχες τῆς Ἐκκλησίας ἀναγνωρίζονται διά Προεδρικοῦ Διατάγματος δημοσιευομένου στήν Ἐφημερίδα τῆς Κυβερνήσεως καί ἐντέλλονται οἱ δημόσιες ἀρχές νά ἀπονέμουν τόν δέοντα σεβασμό πρός αὐτούς.
Ὁ Νόμος 590/1977 πού ἀποτελεῖ τόν Καταστατικό Χάρτη τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ψηφισθείς ἀπό τήν Βουλή τῶν Ἑλλήνων, καθιερώνει στό ἄρθρο 2 τήν ἀρχή ὅτι ἡ Ἑλληνική Πολιτεία ὀφείλει νά συμπράττει μετά τῆς Ἐκκλησίας, ἐπί θεμάτων κοινοῦ ἐνδιαφέροντος ὅπως εἶναι ὁ γάμος, ἡ οἰκογένεια καί τό ἀνθρώπινο πρόσωπο κατ’ ἐπέκτασιν.
Ἑπομένως ἡ Ἑλληνική Πολιτεία δέν ἔχει τό ἔννομο δικαίωμα νά νομοθετῆ ἐρήμην τῆς Ἐκκλησίας διά τά συγκεκριμένα θέματα πού ὁ νόμος καθορίζει ἀνατρέπουσα μάλιστα τήν ὀρθόδοξη ἀνθρωπολογία καί ἠθική 2.000 ἐτῶν. Ἡ εὔλογος διαμαρτυρία μας συνεπῶς οὔτε «Ταλιμπανισμός» εἶναι οὔτε «ψυχασθενική» συμπεριφορά ἀλλά ἔννομη ὑποχρέωση καί δικαίωμά μας.
Παρέλκει νά ἀναφέρουμε ὅτι οἱ συγκεκριμένοι ὑβριστές μας ἀποτελοῦν κατά τόν ἀψευδῆ λόγο τοῦ ζῶντος Θεοῦ τούς μεγαλυτέρους εὐεργέτες μας, διότι γίνονται ἀκουσίως αἴτιοι νά μᾶς ἐπιδαψιλεύεται πλουσιοτέρα ἡ εὐλογία καί ὁ ἁγιασμός παρά τοῦ δικαιοκρίτου Κυρίου γι’ αὐτό καί δημοσίᾳ τούς εὐχαριστοῦμε.
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
+ ὁ Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ

Παρασκευή 29 Νοεμβρίου 2013

Η νυχτερινή ζωή του Πάπα Φραγκίσκου


Πρώτο τραπέζι στην πίστα της φτώχειας και της εξαθλίωσης επιλέγει ο πάπας.
Η εφημερίδα της Ρώμης Ιλ Μεσατζέρο αναφέρει πως αυτό έχει συμβεί δυο ή τρεις φορές τουλάχιστον.
Κατά το δημοσίευμα, ο προκαθήμενος της ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας πιστεύεται πως συνοδεύεται από έναν κληρικό και του έχει αναθέσει να «οργώνει» την Ρώμη με ένα απλό άσπρο αυτοκίνητο χωρίς διακριτικά και να συνομιλεί με άστεγους και μετανάστες, με ηλικιωμένους που έχουν ανάγκη, στο πλαίσιο της προσπάθειάς του, όπως αναφέρεται, να κάνει πράξη την χριστιανική διδαχή.
Ο Τύπος της Ιταλίας γράφει ότι ο Πάπας είχε άμεση επαφή με φτωχούς ανθρώπους και στην Αργεντινή, όταν ο κατά κόσμον Χόρχε Μάριο Βεργκόλιο ήταν αρχιεπίσκοπος του Μπουένος Άιρες.
Το Βατικανό, έως τώρα, δεν έχει σχολιάσει επισήμως την είδηση των «νυχτερινών εξορμήσεων αλληλεγγύης» του ποντίφικα.
Όπως γράφει η εφημερίδα «Κοριέρε Ντέλα Σέρα» ο πάπας συνομιλώντας με συνεργάτες του επιμένει: «από όποιον σας αποκαλεί αιδεσιμότατο πρέπει να ζητάτε αμέσως πέντε ευρώ υπέρ των φτωχών».
Ο αρχιεπίσκοπος Κόνραντ Κραγιέβσκι, 50 ετών, ο οποίος επελέγη από τον Φραγκίσκο για να τον ακολουθει και να βοηθά τους ανθρώπους που βρίσκονται σε οικονομική δυσκολία κάθε βράδυ επιβαίνοντας σ' ένα άσπρο Fiat επισκεπτόμενος τις περιφερειακές συνοικίες της Ρώμης.
Ερωτηθείς πριν από λίγες ημέρες αν ο Πάπας τον έχει συνοδεύσει ποτέ σε κάποια από τις αποστολές του, εκείνος χαμογελώντας, για να κρύψει ίσως την αμηχανία του, απάντησε «σας παρακαλώ, μπορούμε να περάσουμε στην επόμενη ερώτηση;».
Κάθε χρόνο χάρη σε προσφορές από βαπτίσεις, γάμους και πώληση περγαμηνών με ειδική ευλογία, το Βατικανό, διαθέτει περίπου ένα εκατομμύριο ευρώ για την στήριξη των φτωχών. Σύμφωνα όμως με ιταλικά μέσα ενημέρωσης, τους τελευταίους μήνες, οι εκκλήσεις σε βοήθεια αυξήθηκαν εντυπωσιακά.

Πέμπτη 28 Νοεμβρίου 2013

«Το παρόν και το μέλλον των Βιβλικών σπουδών στην Ορθόδοξη και την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία»


Η Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών Βόλου της Ιεράς Μητροπόλεως Δημητριάδος σε συνεργασία με την Ρωμαιοκαθολική Θεολογική Σχολή της Κεντρικής Ιταλίας, διοργάνωσε στις 6-7 Ιουνίου Διεθνές Συνέδριο με θέμα: «Το Παρόν και το Μέλλον των Βιβλικών Σπουδών στην Ορθόδοξη και Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία». Το συνέδριο φιλοξενήθηκε στις εγκαταστάσεις της Καθολικής Θεολογικής Σχολής της Κεντρικής Ιταλίας και το παρακολούθησαν ο Καρδινάλιος Giuseppe Betori, Αρχιεπίσκοπος της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας στην Φλωρεντία, Πρόεδρος του Συμβουλίου Διοίκησης της Θεολογικής Σχολής, ο Αρχιεπίσκοπος του Arezzo κ. Riccardo Fontana, ο Υπογραμματέας του Ποντιφικού Συμβουλίου για την Ενότητα των Χριστιανών π. Andrea Palmieri, ο Εφημέριος της Ελληνικής Ορθοδόξου Ενορίας του Αγίου Ιακώβου του Αδελφοθέου π. Νικόλαος Παπαδόπουλος, καθώς και πολλοί καθηγητές, μελετητές της Βίβλου, ιερείς και λαϊκοί τόσο από τη Ρωμαιοκαθολική όσο και την Ορθόδοξη Εκκλησία.
Κατά την έναρξη του Συνεδρίου σύντομους χαιρετισμούς απηύθυναν ο Καρδινάλιος Giuseppe Betori (Αρχιεπίσκοπος της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας στην Φλωρεντία), ο Καθηγητής Stefano Tarocchi (Κοσμήτωρ της Θεολογικής Σχολής της Φλωρεντίας) και ο Δρ. Παντελής Καλαϊτζίδης (Διευθυντής της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών Βόλου), ενώ ο π. Χρίστος Χαχαμίδης (Δρ. Θεολογίας, κληρικός της Ιεράς Μητροπόλεως Δημητριάδος και μέλος του ΔΣ της Ακαδημίας) διάβασε χαιρετισμό εκ μέρους του απουσιάζοντος Μητροπολίτη Δημητριάδος κ. Ιγνατίου.
Στην πρώτη συνεδρία ο Καθηγητής Stefano Tarocchi (Θεολογική Σχολή Φλωρεντίας) παρουσίασε το θέμα «Ο Κανόνας της Καινής Διαθήκης στη Ρωμαιοκαθολική παράδοση». Σύμφωνα με τον ομιλητή, ο εισαγωγικός...

κανόνας της «Γενικής Συνόδου της Αφρικής στην Ιππώνα» διακηρύσσει: «(θεσμοθετείται οτι) πέραν των κανονικών Γραφών, τίποτε δεν μπορεί να διαβάζεται στην Εκκλησία φέροντας το όνομα των θείων Γραφών». Μια συζήτηση η οποία είχε διαρκέσει επί αιώνες παρέμεινε κατά κάποιο τρόπο αφανής. Ο Αυγουστίνος επίσης, πριν μας εφοδιάσει με τον ισχύοντα -ακόμη- κατάλογο των βιβλίων της Καινής Διαθήκης έγραψε: «Τώρα αναφορικά με τις κανονικές Γραφές, κάποιος οφείλει να ακολουθήσει την απόφαση του μεγαλύτερου αριθμού των Καθολικών Εκκλησιών, και μεταξύ αυτών βεβαίως, σημαντική θέση πρέπει να δοθεί σ' αυτόν που θεωρείται ότι κάθεται στη θέση του Αποστόλου και λαμβάνει τις επιστολές». Αυτός είναι ο τρόπος που τα 27 βιβλία καθιερώθηκαν στην λατινική παράδοση, δια μέσου των αιώνων, παρά τις όποιες αμφιταλαντεύσεις, όπως λ.χ. στην περίπτωση των Παύλειων επιστολών. Η Λέκτωρ Αικατερίνη Τσαλαμπούνη (Θεολογική Σχολή Α.Π.Θ.), ανέπτυξε το θέμα «Ο κανόνας της Καινής Διαθήκης στην Ορθόδοξη παράδοση». Σύμφωνα με την ομιλήτρια, μολονότι υπάρχει γενικά συμφωνία στη Δύση και στην Ανατολή όσον αφορά στον κανόνα των βιβλίων της Καινής Διαθήκης, ορισμένα ιστορικά και θεολογικά ζητήματα παραμένουν ανοικτά. Επιπλέον, φαίνεται ότι ο τρόπος που αυτός κατανοείται στον Χριστιανισμό της Δύσης και της Ανατολής είναι διαφορετικός. Μέσα από μία συζήτηση των θεολογικών όρων κανονικότητας σύμφωνα με τις πατερικές πηγές καθώς επίσης και μέσα από τη διερεύνηση της σχέσης του Κανόνα με την Εκκλησία, σύμφωνα με την Ορθόδοξη θεολογία, στην εν λόγω εισήγηση τονίστηκε αυτή η διαφορά καθώς και τα ρευστά όρια του κανόνα στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Υποστηρίχθηκε ότι (α) ο σχηματισμός του κανόνα ήταν μία σύνθετη διεργασία που υπαγορεύθηκε από εξωτερικούς αλλά και εσωτερικούς παράγοντες κι ο κανόνας διατήρησε μία ρευστότητα και αμφισημία στις ανατολικές Εκκλησίας, (β) υπάρχει μία αλληλεξάρτηση του Κανόνα και του κανόνα της πίστης και (γ) αυτή η ιδιαίτερη σχέση επιτρέπει την ποικιλία κι εγγυάται ταυτόχρονα την ενότητα του Κανόνα, ενώ ταυτόχρονα διατηρεί τα όριά του ρευστά επιτρέποντάς τον από θεολογικής απόψεως να παραμένει ανοικτός. Ο Αν. Καθηγητής Χρήστος Καρακόλης (Θεολογική Σχολή Πανεπιστημίου Αθηνών), ανέπτυξε το θέμα «Πατερική παράδοση, Ορθόδοξη θεολογία και η σημασία της Αγίας Γραφής στην Ορθόδοξη Εκκλησία». Στο πρώτο μέρος αναλύθηκε η εξέλιξη της πατερικής ερμηνευτικής παράδοσης μέχρι και την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Επίσης ο ομιλητής έθιξε ζητήματα πρωτοτυπίας της βιβλικής ερμηνείας, της κατ' ιδίαν μελέτης της Αγίας Γραφής και της αυθεντίας των κλασικών πατερικών ερμηνειών. Στο δεύτερο μέρος παρουσιάστηκε σε αδρές γραμμές η σχέση της Ορθόδοξης Θεολογίας του 20ού αιώνα με τη Βίβλο και τη βιβλική επιστήμη. Στο πλαίσιο αυτό έγινε αναφορά στις χριστιανικές αδελφότητες θεολόγων, στη θεολογία της δεκαετίας του ‘60, στην περιθωριοποίηση της βιβλικής επιστήμης και στην ταύτιση ορθόδοξης και πατερικής θεολογίας. Στο τρίτο μέρος απαριθμήθηκαν οι τομείς της ορθόδοξης εκκλησιαστικής ζωής, στους οποίους έχει περιοριστεί η σημασία της Βίβλου. Η εισήγηση ολοκληρώθηκε με συγκεκριμένες προτάσεις για την επαναφορά της Βίβλου στο επίκεντρο της ζωής της Εκκλησίας. Ο Καθηγητής Roberto Filippini (Theological Studium, Camaiore), ανέπτυξε το θέμα «Αγία Γραφή και Παράδοση στο Ρωμαιοκαθολικισμό». Ο εισηγητής υποστήριξε ότι η επίπονη και σε βάθος μελέτη της έννοιας της μετάδοσης της θείας αποκάλυψης πρέπει να αναγνωριστεί ως ένα από τα πιο θετικά και καρποφόρα αποτελέσματα της Β' Βατικανής ΣυνόδουΧάρη στο παράδειγμα της αποκάλυψης ως αυτο-επικοινωνίας του Τριαδικού Θεού, με τον διαλογικό-προσωποκεντρικό και ιστορικό-Χριστοκεντρικό χαρακτήρα της, όπως επίσης και τον σωτηριολογικό-κοινωνιακό στόχο τηςσε σχέση με την επιθυμία του ανθρώπου για capax Dei (DV 1-6και χάρη στη δυναμική και ζωντανή έννοια της παράδοσης, που νοείται ως αυτή η ίδια η ζωή της Εκκλησίας (DV 7-10), το Διάταγμα Dei Verbum προχωράει πέρα από το αρχαιότατο ζήτημα για τις δύο πηγές της Αποκάλυψης και προτείνει μια θεώρηση, όπου η ιερήπαράδοση και οι ιερές Γραφές «συνδέονται στενά και επικοινωνούν μεταξύ τους» (DV 9). Η Αποκάλυψη, ακόμα και όταν θεωρείται ολοκληρωμένη, εξακολουθεί να είναι ο πάντοτε σύγχρονος και επίκαιρος Λόγος που έχει ανατεθεί στην Εκκλησία, στην παράδοση και την Αγία Γραφή, σ' αυτήν ακριβώς την αλληλεξάρτησή τους.  Αυτά στην πραγματικότητα παρουσιάζονται στην αρχική τους μορφή, ως ενιαία στοιχεία με τις ποικίλες συνδέσεις τους, ως  μια "ενιαία ιερή παρακαταθήκη" (DV10), η οποία δενείναι αδρανής, διότι μέσω αυτών ο Λόγος του Θεού μεταδίδεται, στην Εκκλησία, σε όλους τους ανθρώπους σε κάθε εποχή και σε κάθε τόπο, αυξάνοντας την κατανόησή της με τη βοήθεια του Αγίου Πνεύματος (DV 8).
Στην απογευματινή συνεδρίαση ο Καθηγητής Μιλτιάδης Κωνσταντίνου (Θεολογική Σχολή Α.Π.Θ.) μίλησε με θέμα «Η θεοπνευστία της Βίβλου στην Ορθόδοξη Εκκλησία». Σύμφωνα με τον ομιλητή, αν και τα γραπτά των Πατέρων και οι αποφάσεις των Οικουμενικών και τοπικών Συνόδων περιγράφουν την Βίβλο ως ‘θεία', ωστόσο δεν θα συναντήσει κανείς μια θεωρητική προσέγγιση της σημασίας του όρου, ούτε την ανάπτυξη μιας συστηματικής διδασκαλίας για τη συνεργασία του θείου και ανθρώπινου παράγοντα στην Βίβλο. Το ερώτημα για τον «λόγο του Θεού» στην ελληνορθόδοξη φιλολογία εμφανίζεται στο τέλος του 18ου αιώνα και εξής, πιθανότατα υπό την επίδραση σχολαστικών θεολογικών θεωρήσεων, που αναπτύχθηκαν από δυτικούς θεολόγους. Απο τον άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη μέχρι τους θεολόγους του 20ου αιώνα, η θεολογική σκέψη βασίστηκε στην διάκριση ανάμεσα στα κείμενα που είναι γραμμένα «δια της θεοπνευστίας» και σε εκείνα που γράφτηκαν «υπο την καθοδήγηση» του Θεού. Στις μέρες μας, η βιβλική επιστήμη και η συστηματική θεολογική προσέγγιση συμφωνούν ότι η θεοπνευστία της Βίβλου είναι κατανοητή μονάχα μέσα στο πλαίσιο της κοινότητας. Η μαρτυρία της Γραφής δεν αναφέρεται σε μια αντικειμενικά επαληθεύσιμη πηγή αλλά στην ζώσα παράδοση του λαού του Θεού, και δεν θα μπορούσε να έχει καμιά εξουσία εκτός Εκκλησίας. Ο Δρ. Alessandro Biancalani (Θεολογική Σχολή Φλωρεντίας), ανέπτυξε το θέμα «Η διδασκαλία της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας περί θεοπνευστίας». Στην εισήγησή του ο ομιλητής ανέπτυξε την διδασκαλία της θεοπνευστίας στην Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, με αφετηρία μια βασική αρχή: η θεοπνευστία αναγνωρίζει την θεία διαμεσολάβηση σε όλα τα επίπεδα, έτσι ώστε να μπορεί να ειπωθεί ότι το βιβλίο είναι θεόπνευστο, ότι ο συγγραφέας εμπλέκεται πλήρως ως «αγιογράφος», αλλά επίσης μπορεί να ειπωθεί ότι ο Θεός είναι ο «αληθινός συγγραφέας». Προκειμένου να διασαφηνίσει τα επιμέρους αυτά επίπεδα θεοπνευστίας, ο ομιλητής χώρισε την εισήγησή του σε δύο μέρη ή δυο προσεγγίσεις: τη διαχρονική και τη συγχρονική. Από την μια πλευρά είναι αναγκαίο να ανιχνευθούν εκ νέου τα βήματα του Magisterium, στην κατεύθυνση της αποσαφήνισης των τριών παραπάνω επιπέδων, ενώ από την άλλη πλευρά, είναι εξίσου ουσιαστικό, πάντοτε από την οπτική γωνία της σχετικής διαμεσολάβησης του Magisterium, να αναπτυχθούν περαιτέρω τα θέματα των θεόπνευστων βιβλίων και του κάθε συγγραφέα, του «αγιογράφου». Κλείνοντας την εισήγησή του ο ομιλητής συζήτησε το ζήτημα του "Deus auctor", όπως περιγράφηκε από την εγκύκλιο Verbum Domini του Πάπα Βενέδικτου 16ου , η οποία αφορά στην ερμηνεία των κειμένων από την οπτική γωνία της ερμηνευτικής της πίστης. Ο ΚαθηγητήςGérard Rossé (Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο Sophia, Loppiano), ανέπτυξε το θέμα «Οι ερμηνευτικές μέθοδοι της βιβλικής εξήγησης στο Ρωμαιοκαθολικισμό». Επιδίωξη του ομιλητή ήταν να παρουσιάσει την εξέλιξη της προσέγγισης της Βίβλου, ξεκινώντας από τους Πατέρες της Εκκλησίας, δια μέσω των Μέσων Χρόνων, μέχρι σήμερα. Ειδική σημασία δόθηκε στην αλλαγή παραδείγματος που έλαβε χώρα μετά την περίοδο του Διαφωτισμού, όπου ο λόγος έλαβε προτεραιότητα έναντι της πίστης και αναδείχθηκε η ιστορική-κριτική μέθοδος, ακολουθούμενη από άλλες μεθόδους μελέτης του κειμένου. Ο ομιλητής επέμεινε επίσης στη σπουδαιότητα των πιστών, με ιδιαίτερη αναφορά στην εγκύκλιο Dei Verbum της Β' Βατικανής Συνόδου και στην Εγκύκλιο της Ποντιφικής Βιβλικής Επιτροπής «Η ερμηνεία της Βίβλου στην Εκκλησία (1993).
Στην μοναδική συνεδρία της δεύτερης μέρας, ο Αν. Καθηγητής Ιωάννης Φωτόπουλος (Saint Mary's College, Notre Dame, ΗΠΑ), ανέπτυξε το θέμα «Το παρόν και το μέλλον των βιβλικών σπουδών στην Ορθόδοξη Εκκλησία». Στην εισήγησή του, ο ομιλητής αναφέρθηκε στη σημασία της παπικής εγκυκλίου, Divino Afflante Spiritu (1943), και Dei Verbum (1965) της Β' Βατικανής Συνόδου για τις σύγχρονες Βιβλικές Σπουδές στον Ρωμαιοκαθολικισμό, και στο πώς η έμφαση του Βατικανού στις λογοτεχνικές μορφές επηρέασαν σημαντικά την Ρωμαιοκαθολική βιβλική επιστήμη με τον πιο θετικό τρόπο. Ο συγγραφέας σημείωσε, ωστόσο, ότι στην Ορθόδοξη Εκκλησία δεν παρατηρήθηκε κάποια αναλογία προς αυτά τα ρωμαιοκαθολικά διατάγματα. Δεν είχαμε πατριαρχικές εγκυκλίους παρόμοιες με αυτά, ούτε διαθέτουμε μια παγκόσμια ορθόδοξη βιβλική επιτροπή υπό την δικαιοδοσία του Οικουμενικού Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης. Ωστόσο, παρά την πραγματικότητα αυτή, υπάρχουν πολλοί Ορθόδοξοι Χριστιανοί ερευνητές που χρησιμοποιούν την ιστορικο-κριτική μέθοδο με γόνιμο τρόπο για τη μελέτη των Γραφών, καθώς και πολλές από τις λεγόμενες «νέες μεθόδους» της βιβλικής επιστήμης. Ο συγγραφέας αναφέρθηκε στο γεγονός ότι πολλοί σύγχρονοι Ορθόδοξοι ερευνητές της Βίβλου έχουν λάβει το διδακτορικό τους δίπλωμα από μεγάλα πανεπιστήμια, έχοντας εκπαιδευτεί από μερικούς από τους κορυφαίους μελετητές της Βίβλου στον κόσμο. Πράγματι, οι ορθόδοξοι βιβλικοί ερευνητές κατέχουν πλέον τακτικές θέσεις σε πολλά αξιόλογα μη Ορθόδοξα κολλέγια και πανεπιστήμια στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη. Πολλοί άλλοι σημαντικοί ορθόδοξοι βιβλικοί ερευνητές κατέχουν έδρες σε κρατικά πανεπιστήμια στην Ελλάδα, το Λίβανο, τη Ρουμανία, τη Σερβία και τη Ρωσία. Παρόλες τις επιτυχίες αυτές, σημείωσε ο ομιλητής, ακόμα φαίνεται να υπάρχει μια γενική αδιαφορία για την Ορθόδοξη ιστορικο-κριτική μελέτη των Γραφών, αν όχι μια παντελής εχθρότητα προς αυτή, από την πλευρά πολλών κληρικών και μοναχών που προτιμούν να επαναλαμβάνουν την εξήγηση ενός μικρού αριθμού πατέρων, θεωρώντας ότι αυτή είναι «η» ορθόδοξη ερμηνεία ενός συγκεκριμένου βιβλικού κειμένου. Ωστόσο, μια τέτοια πρακτική παραγνωρίζει το πνεύμα των πατέρων που ακατάπαυστα μελετούσαν τις Γραφές, έκαναν χρήση των επιστημονικών μεθόδων της εποχής τους, και προσφέφεραν μια μεγάλη ποικιλία από βιβλικές ερμηνείες. Ο συγγραφέας κατέληξε επισημαίνοντας ότι, αν και εμείς οι Ορθόδοξοι έχουμε κάνει κάποια σημαντικά βήματα στις βιβλικές σπουδές κατά τα τελευταία 100 χρόνια, έχουμε ακόμη πολύ δρόμο να διανύσουμε. Χρειάζεται να δοθεί σημαντική έμφαση στην μελέτη των Γραφών εκ μέρους της ιεραρχίας σε συνεννόηση με τους Ορθόδοξους βιβλικούς ερευνητές όπως επίσης πρέπει να εξεταστεί και μια καλά αιτιολογημένη πορεία προς τα εμπρός. Θεωρείται επομένως βέβαιο ότι απαιτούνται συντονισμένες προσπάθειες, με την καθοδήγηση του Αγίου Πνεύματος προς όφελος των Ορθόδοξων βιβλικών σπουδών.
Ο Επ. Καθηγητής Κωνσταντίνος Ζάρρας (Θεολογική Σχολή Πανεπιστημίου Αθηνών), μίλησε με θέμα «Ιουδαίοι, Ιουδαϊκές σπουδές και ιουδαιοφοβία στη σύγχρονη Ελλάδα». Σύμφωνα με τον ομιλητή, από τα αρχαία χρόνια, οι Ιουδαίοι είχαν μια διαρκή και σημαντική παρουσία στην Ελλάδα τόσο σε θρησκευτικό όσο και σε πολιτισμικό επίπεδο. Έχοντας ως βασικό τους κέντρο τη Θεσσαλονίκη που ακτινοβολούσε για αιώνες, μπόρεσαν να αναπτυχθούν και να συμβάλουν στην διαμόρφωση ολάκερης της μεσογειακής πολιτιστικής ταυτότητας. Ωστόσο, αν και είχαν διανύσει πολύ δρόμο μαζί με τους χριστιανούς αδελφούς τους, ως αυθεντικά παιδιά του Αβραάμ, αντι-ιουδαϊκά αισθήματα και στάσεις εμφανίζονταν συχνά, ακόμα και μεταξύ των μορφωμένων. Σε έναν ραγδαία μεταβαλλόμενο κόσμο, η εκπαίδευση και η προώθηση των ιουδαϊκών σπουδών θα βοηθήσει στη θεραπεία βαθιά ριζωμένων παρανοήσεων και θα οδηγήσει στην καλύτερη κατανόηση ανάμεσα στις διαφορετικές θρησκευτικές κοινότητες. Ο Καθηγητής Luc Mazzinghi (Καθολική Θεολογική Σχολή Φλωρεντίας και Ποντιφικό Βιβλικό Ινστιτούτο, Ρώμη), ανέπτυξε το θέμα «Η θέση των Βιβλικών σπουδών στην Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία μετά την Διάταξη Dei Verbum της Β΄ Βατικανής Συνόδου». Στην εισήγησή του ο ομιλητής τόνισε ορισμένες σημαντικές πτυχές σε σχέση προς την καθολική εξηγητική, όπως αυτή γίνεται κατανοητή στις μέρες μας, υπο το φως τ
ης Β' Βατικανής Συνόδου. Καταρχάς, η εισήγηση ασχολήθηκε με τον κεντρικό ρόλο που έπαιξαν οι Γραφές μέσα στην Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, υπο το φως σύνολης της Β' Βατικανής Συνόδου. Δεύτερον, ο εισηγητής μελέτησε την έννοια της «Αποκαλύψεως» στο Διάταγμα DV2, ως «διαλογική» και «ιστορική» αποκάλυψη. Η Αποκάλυψη λαμβάνει χώρα, ως διάλογος ανάμεσα στον Θεό και τον άνθρωπο. Αυτό συνεπάγεται ότι η Αποκάλυψη δεν έχει ως αντικειμενό της μια αφηρημένη ή δογματικά κωδικοποιημένη αλήθεια, αλλά τη δημιουργία μιας διαπροσωπικής σχέσης. Η ιστορία του κόσμου διαφωτίζει τον Λόγο και με τη σειρά του διαφωτίζεται από αυτόν. Τρίτον, η εισήγηση ασχολήθηκε με το πρόβλημα της ερμηνευτικής, όπως παρουσιάζεται στο Διάταγμα DV 12-13, η οποία οφείλει να είναι ταυτόχρονα θεολογικά και ιστορικο-κριτικά προσανατολισμένη. Τέλος, ο εισηγητής επεχείρησε να υπογραμμίσει ορισμένα λυμένα προβλήματα και να αναδείξει ανοικτά ερωτήματα στην καθολική εξηγητική μετά το Διάταγμα της DV, ειδικά υπο το φως της Εγκυκλίου της Ποντιφικής Βιβλικής Επιτροπής το 1993. Ο Ομ. Καθηγητής Πέτρος Βασιλειάδης (Θεολογική Σχολή Α.Π.Θ.), μίλησε με θέμα «Η λειτουργική χρήση των σύγχρονων μεταφράσεων στη σύγχρονη ελληνόφωνη Ορθοδοξία». Ο ομιλητής παρουσίασε μια ιστορική και θεολογική διαδρομή σε 12 βήματα, προσπαθώντας να εξηγήσει τους λόγους για τους οποίους υπάρχει δισταγμός στην Ελλαδική Ορθοδοξία να χρησιμοποιείται η Βίβλος με ένα περισσότερο κατανοητό τρόπο στη λειτουργία. Ο ακαθόριστος και μη κλειστός κανόνας, η ριζοσπαστική κατανόηση της βιβλικής αυθεντίας, η απόρριψη της παράδοσης της Αντιόχειας, σε συνδυασμό με μια πρόσφατη υπερβολική δόση εσχατολογίας και την «σύγχρονη» κατανόηση της Βίβλου, οδήγησαν σε μια σημαντική κληρονομιά που εμπόδισε την βιβλική και λειτουργική ανανέωση. Ανεξάρτητα από αυτό, η Εκκλησία στην Ελλάδα εγκαινίασε εδώ και 15 σχεδόν χρόνια, ένα επίσημο, αν και χωρίς επιτυχία πρόγραμμα λειτουργικής ανανέωσης. Η χρήση της Βίβλου, όχι μόνο στη λειτουργία αλλά και στη ζωή της Εκκλησίας, αποτελεί επείγουσα ανάγκη, εξαιτίας της βαθμιαίας απώλειας του προφητικού χαρακτήρα της Εκκλησίας, που είναι περισσότερο φανερός στην Βίβλο. Η τελική πρόταση του ομιλητή ήταν ο συνδυασμός της παραγνωρισμένης αυτής προφητικής και παραδοσιακά εσχατολογικής διάστασης της ορθόδοξης πίστης, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την παραδοσιακή λειτουργία.
            Με τη λήξη του Συνεδρίου έλαβε χώρα ενδιαφέρουσα συζήτηση για την ευρύτερη θέση της Βίβλου και των βιβλικών σπουδών στα προγράμματα σπουδών των Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών Πανεπιστημίων, ενώ εκφράστηκε η επιθυμία για τη συνέχιση της συνεργασίας ανάμεσα στους δυο φορείς, με τη διοργάνωση του επόμενου συνεδρίου πάνω σε κάποιο βιβλικό θέμα μέτα από δυο χρόνια στο Βόλο.
            Η Καθολική Θεολογική Σχολή της Κεντρικής Ιταλίας διοργάνωσε για τους συμμετέχοντες στο συνέδριο ξενάγηση στον καθεδρικό ναό της Φλωρεντίας (Duomo) και το Βαπτιστήριο, ενώ το Σεμινάριο της Ρωμαιοκαθολικής Αρχιεπισκοπής της Φλωρεντίας υποδέχτηκε τους ορθόδοξους συνέδρους στη διάρκεια γεύματος που παρατέθηκε προς τιμή τους.

Δεν ξέρουμε ποιοι θα νικήσουν στη Συρία, αλλά ξέρουμε ποιοι θα χάσουν: οι χριστιανοί! – του Ρόμπιν Χάρις


Το ποιος τελικά θα πολεμήσει στον πόλεμο στη Συρία, για να μην μιλήσουμε για το ποιος θα τον κερδίσει, παραμένει ασαφές. Αλλά το ποιος θα τον χάσει το ξέρουμε ήδη –οι χριστιανοί!
Βέβαια ο αδιάκοπος διωγμός των ακολούθων του Χριστού προλέγεται στα ευαγγέλια. Ο θρίαμβος περνάει από το μαρτύριο. Παγκοσμίως, η πραγματικότητα ταιριάζει πράγματι με αυτή την εικόνα. Τα τρία τέταρτα των 2.2 δισεκατομμυρίων χριστιανών του πλανήτη –και μάλιστα τα δυναμικότερα επεκτεινόμενα τμήματά τους– πλέον ζούνε εκτός τής –σε μεγάλο βαθμό ανεκτικής– Δύσης. Ταυτοχρόνως, σύμφωνα με το «φόρουμ της “πιου” για τη θρησκεία και το δημόσιο βίο», ο χριστιανισμός είναι σήμερα η περισσότερο διωκόμενη θρησκεία στον κόσμο.
Αλλά στη Μέση Ανατολή, οι διωγμοί δεν αφορούν μια θρησκεία που επεκτείνεται, αλλά την προσπάθεια της πλήρους εξάλειψής της. Πλέον οι άνθρωποι της Κυριακής ακολουθούν εκείνους του Σαββάτου στο δρόμο της εξόδου από τη Μέση Ανατολή. Ο τέως επικεφαλής ραβίνος λόρδος Σακς (Lord Sacks), που έχει προσωπική εμπειρία από κάτι ανάλογο, αποκαλεί τα βάσανα των Αράβων χριστιανών «μια ανθρώπινη τραγωδία που εξελίσσεται σχεδόν απαρατήρητη» και διαμαρτύρεται που «ο κόσμος δεν μιλάει περισσότερο γι’ αυτήν».
Αλλά μην περιμένετε να ασχοληθεί με αυτήν η βρετανική κυβέρνηση. Καθ’ όλη τη διάρκεια των συζητήσεων περί στόχων, χρονοδιαγραμμάτων και διαχείρισης των ΜΜΕ, καθώς κουρδιζόταν η βρετανική πολεμική μηχανή, δεν σπαταλήθηκε ούτε μια στιγμή στην εξέταση των συνεπειών τυχόν επέμβασης για τους χριστιανούς της περιοχής. Πάντως, στο Ιράκ, τη Συρία, την Αίγυπτο και κάθε επόμενο «θερμό σημείο» (με το Λίβανο να είναι πιθανότατα το επόμενο) οι χριστιανοί θεωρούνται για κάποιο λόγο από τη διεθνή κοινότητα αμελητέα ποσότητα, που βρίσκεται σχεδόν πάντα στη λάθος πλευρά. Στο Ιράκ οι χριστιανοί θεωρούνταν πολύ φιλικοί προς τον Σαντάμ (Saddam). Στη Συρία λογίζονται στους οπαδούς του Άσαντ (Assad). Στην Αίγυπτο, όπου η κοπτική εκκλησία υποστήριξε ανοικτά το στρατιωτικό «μη πραξικόπημα» εναντίον του «αδελφού μουσουλμάνου» προέδρου Μόρσι (Morsi), δεν αντιμετωπίζονται με ιδιαίτερη ευμένεια από τους δυτικούς σχεδιαστές πολιτικής.
Ο λόγος γι’ αυτό είναι πως η παρουσία Αράβων χριστιανών δεν ταιριάζει με τις παγκόσμιες κυρίαρχες στρατηγικές αντιλήψεις. Στη Μέση Ανατολή, ο κόσμος δεν ενθουσιάζεται με τις υποσχέσεις για δημοκρατία. Ιδίως οι ντόπιοι χριστιανοί, έχουν συνειδητοποιήσει, μετά από μακρά επώδυνη εμπειρία, πως οι δυτικές υποσχέσεις είναι άχρηστες, διότι οι δυτικοί ποτέ δεν δεσμεύονται επί μακρόν στην τήρησή τους. Οι χριστιανοί έχουν μάθει πως προϋπόθεση για την επιβίωσή τους είναι η σταθερότητα• πως μόνη τους ελπίδα για ισότητα είναι η εκκοσμίκευση• και πως οι δύο μεγαλύτεροι εχθροί τους είναι οι ισλαμιστές ζηλωτές και η αναρχία. Κι έχουν απολύτως δίκιο, όσο κι αν αυτό δεν αρέσει στους νεοσυντηρητικούς σαν τον Βρετανό πρωθυπουργό και τους συμβούλους του.
Όποτε βρεθεί στην εξουσία ένα έντονα ισλαμικό καθεστώς, οι χριστιανοί υποφέρουν. Αυτό είναι κανόνας. Κι όσο πιο ισλαμικό είναι το καθεστώς, τόσο χειρότερη είναι η μεταχείρισή προς τους χριστιανούς. Μετά την «αραβική άνοιξη», όλες οι εξεγέρσεις και όλες οι εκλογές στη Μέση Ανατολή αναδείκνυαν πάντοτε στην εξουσία κάποια εκδοχή του ισλαμισμού. Και κάθε φορά, οι χριστιανοί βρίσκονται στο στόχαστρο.
Τα προβλήματα στο Ιράκ προηγήθηκαν εκείνων των υπολοίπων και είναι ιδιαίτερα σημαντικά διότι προτύπωσαν κατά παράδοξο τρόπο ό,τι θα ακολουθούσε. Η «δημοκρατία» που επιβλήθηκε στο Ιράκ δια των όπλων οδήγησε, μεταξύ άλλων τραγωδιών, σε μαζικό διωγμό κατά της χριστιανικής μειονότητας της χώρας. Οι δολοφονίες, οι απαγωγές, οι εκφοβισμοί και οι εκτοπίσεις, σε συνδυασμό με ένα μείγμα φανατισμού και απληστίας, μετέτρεψαν σε ερείπια την ιστορική και άλλοτε ένδοξη χριστιανική κοινότητα της χώρας. Από το 1.4 εκατομμύριο χριστιανών που ζούσε στο Ιράκ πριν τον πόλεμο απέμειναν ελάχιστοι, ίσως 400,000, ως επί το πλείστον οι πιο φτωχοί και ηλικιωμένοι.
Πολλοί Ιρακινοί πρόσφυγες αναζήτησαν καταφύγιο κοντά στα 2 εκατομμύρια χριστιανούς της Συρίας. Τώρα όμως, μοιράζονται κι εκείνοι την ίδια μοίρα: τον διωγμό με την πολιτική στήριξη των δυτικών, τη χρηματοδότηση των Σαουδαράβων και την εκτέλεση από ισλαμιστές αντάρτες. Μεγάλα τμήματα της επικράτειας της Συρίας που κυβερνιούνται από τους αντάρτες, βρίσκονται πλέον στη δικαιοδοσία του ισλαμικού νόμου. Προκειμένου να τηρήσουν τη «σαρία», Σαουδάραβες δικαστές έκαναν την εμφάνισή τους. Οι μη-μουσουλμάνοι γίνονται ανεκτοί μόνο αν καταβάλλουν το «τζιζία», τον ειδικό φόρο για τους «άπιστους». Όλοι οι χριστιανοί ιερείς μετατράπηκαν σε στόχους.Τον περασμένο μήνα δολοφονήθηκε ένας Σύρος ρωμαιοκαθολικός ιερέας, ο π. Φρανσουά Μουράντ (François Murad). Δεν ήταν ο πρώτος. Πέρσι τον Δεκέμβριο είχε δολοφονηθεί ο ορθόδοξος ιερέας Φαντί Χαντάντ (Fadi Haddad), αφού απήχθη ενώ προσπαθούσε να μεσολαβήσει για την απελευθέρωση ενός απαχθέντος ενορίτη του. Η σορός του βρέθηκε δίπλα στον δρόμο, με βγαλμένα τα μάτια. Η απαγωγή δύο άλλων διακεκριμένων χριστιανών (αν και, όπως φαίνεται, όχι τόσο διακεκριμένων ώστε να υποπέσουν στην αντίληψη του βρετανικού τύπου) ήταν η απαγωγή του ελληνορθόδοξου αρχιεπίσκοπου Παύλου (Paul Yazigi) και του Σύρου ορθόδοξου αρχιεπισκόπου Γρηγορίου (Yohanna Ibrahim). Συνελήφθησαν στο Χαλέπι τον Απρίλιο, ενώ προσπαθούσαν να διαπραγματευθούν την απελευθέρωση απαχθέντων ιερέων. Και οι δύο επίσκοποι θεωρούνται σήμερα νεκροί.
Η περίπτωση της Αιγύπτου είναι πιο προβληματική για τη Δύση, που με τη Βρετανία στο ρόλο του βλάκα με περικεφαλαία, μετά την πτώση του Μουμπάρακ (Mubarak) το 2011 κατάφερε να κάνει το ένα λάθος μετά το άλλο σχεδόν σε όλα. Η Δύση πίστευε πως για να έρθει η δημοκρατία, αρκούσε η ανατροπή του δικτάτορα. Τελικά το μόνο που πέτυχε είναι η κυριαρχία των «αδελφών μουσουλμάνων», που δεν είναι κόμμα αλλά ένα ιστορικό ισλαμικό κίνημα, που ταχέως, αν και χωρίς επιτυχία, πρόβαλε ως αναμορφωτής της Αιγύπτου, έως ότου οι μη-ισλαμιστές εξεγέρθηκαν και ο στρατός παρενέβη. Μόνο ο χρόνος θα δείξει αν η ανοικτή υποστήριξη στις ένοπλες δυνάμεις εκ μέρους του κόπτη ορθόδοξου πάπα Θεόδωρου Β’ ήταν εμπνευσμένη ή ανόητη. Προβάλλοντας όμως στο πλευρό του πραξικοπηματία, ο Θεόδωρος προκαλούσε ευθέως μια παραδοσιακή μουσουλμανική αντίληψη: πως οι κόπτες της Αιγύπτου, το 10% του πληθυσμού της χώρας τους, είναι πολίτες Β’ κατηγορίας. Επρόκειτο περί ευθείας αμφισβήτησης της καθεστηκυίας τάξεως. Όπου αποκαθιστούσαν τον έλεγχό τους, οι ισλαμιστές αντέδρασαν. Μετά την αντικατάσταση του Μόρσι, 58 χριστιανικές εκκλησίες, όπως και πολλά μοναστήρια, σχολεία, δεκάδες σπίτια και επιχειρήσεις λεηλατήθηκαν, πυρπολήθηκαν και καταστράφηκαν. Ο ίδιος ο Θεόδωρος αναγκάστηκε να κρύβεται. Στο Κάιρο, μια ομάδα φραγκισκανών καλογραιών αναγκάστηκαν να κοιτούν ενώ ο σταυρός του σχολείου τους γκρεμιζόταν και αντικαθίστατο από ένα λάβαρο της «αλ κάιντα»• το υπόλοιπο σχολείο παραδόθηκε στις φλόγες, ενώ το φρενιασμένο πλήθος τις κακοποιούσε. Η αντίδραση του αμερικανικού υπουργείου εξωτερικών σε αυτή την αποτρόπαια πράξη είχε ως εξής: «είναι σαφές πως κάθε εκδήλωση βίας μας προκαλεί ανησυχία –κι ασφαλώς μας ανησυχεί κάθε εκδήλωση βίας κατά θρησκευτικών θεσμών». Από τα εύγλωττα χείλη του μελίρρυτου εκπροσώπου, ουδέποτε εκστομίστηκαν οι λέξεις «χριστιανός» ή το «διωγμός». Δεν θα βρείτε ούτε ίχνος τους ούτε στα αναρίθμητα «τουίτ» του Ουίλιαμ Χέιγκ (William Hague)
Η άρνηση να αναγνωριστεί η συστηματική κακομεταχείριση των χριστιανών από τις ισλαμικές κυβερνήσεις είναι φυσικά επονείδιστη, αλλά είναι και αποκαλυπτική. Τα γεγονότα είναι γνωστά, αλλά προτιμάται να αγνοούνται: ενοχλούν, διότι εκθέτουν την ανημποριά της δύσης, την ίδια ώρα που οι ηγέτες της αρέσκονται να ποζάρουν ως τα αφεντικά του μέλλοντος των εθνών. Ενοχλούν επίσης και τους σύγχρονους προοδευτικούς και φιλελεύθερους, διότι δείχνουν πόσο λίγα έχουν αλλάξει σε σχέση με τις μεγάλες θρησκευτικές και πολιτιστικές αναταραχές που ανέκαθεν διαμόρφωναν την ανθρώπινη ιστορία.
Το Μάιο, ο πάπας Φραγκίσκος αγιοποίησε σχεδόν 800 μάρτυρες. Επρόκειτο για τους μάρτυρες του Οτράντο, που το 1480 αποκεφαλίστηκαν από τους Οθωμανούς διότι αρνήθηκαν να εξισλαμιστούν. Ενώ η δύση αποτυχαίνει, παραπαίει και προσποιείται, το μέλλον των χριστιανών του αραβικού κόσμου μπορεί να μας δώσει κι άλλες ευκαιρίες να θυμηθούμε το Οτράντο.
[Ο Robin Harris είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας. Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο The Spectator και το αναδημοσιεύουμε απ’ την ιστοσελίδα του Νίκου Ράπτη www.ppol.gr. Στην εικόνα το μαρτύριο του Οτράντο.]