Παρασκευή 29 Νοεμβρίου 2013

Η νυχτερινή ζωή του Πάπα Φραγκίσκου


Πρώτο τραπέζι στην πίστα της φτώχειας και της εξαθλίωσης επιλέγει ο πάπας.
Η εφημερίδα της Ρώμης Ιλ Μεσατζέρο αναφέρει πως αυτό έχει συμβεί δυο ή τρεις φορές τουλάχιστον.
Κατά το δημοσίευμα, ο προκαθήμενος της ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας πιστεύεται πως συνοδεύεται από έναν κληρικό και του έχει αναθέσει να «οργώνει» την Ρώμη με ένα απλό άσπρο αυτοκίνητο χωρίς διακριτικά και να συνομιλεί με άστεγους και μετανάστες, με ηλικιωμένους που έχουν ανάγκη, στο πλαίσιο της προσπάθειάς του, όπως αναφέρεται, να κάνει πράξη την χριστιανική διδαχή.
Ο Τύπος της Ιταλίας γράφει ότι ο Πάπας είχε άμεση επαφή με φτωχούς ανθρώπους και στην Αργεντινή, όταν ο κατά κόσμον Χόρχε Μάριο Βεργκόλιο ήταν αρχιεπίσκοπος του Μπουένος Άιρες.
Το Βατικανό, έως τώρα, δεν έχει σχολιάσει επισήμως την είδηση των «νυχτερινών εξορμήσεων αλληλεγγύης» του ποντίφικα.
Όπως γράφει η εφημερίδα «Κοριέρε Ντέλα Σέρα» ο πάπας συνομιλώντας με συνεργάτες του επιμένει: «από όποιον σας αποκαλεί αιδεσιμότατο πρέπει να ζητάτε αμέσως πέντε ευρώ υπέρ των φτωχών».
Ο αρχιεπίσκοπος Κόνραντ Κραγιέβσκι, 50 ετών, ο οποίος επελέγη από τον Φραγκίσκο για να τον ακολουθει και να βοηθά τους ανθρώπους που βρίσκονται σε οικονομική δυσκολία κάθε βράδυ επιβαίνοντας σ' ένα άσπρο Fiat επισκεπτόμενος τις περιφερειακές συνοικίες της Ρώμης.
Ερωτηθείς πριν από λίγες ημέρες αν ο Πάπας τον έχει συνοδεύσει ποτέ σε κάποια από τις αποστολές του, εκείνος χαμογελώντας, για να κρύψει ίσως την αμηχανία του, απάντησε «σας παρακαλώ, μπορούμε να περάσουμε στην επόμενη ερώτηση;».
Κάθε χρόνο χάρη σε προσφορές από βαπτίσεις, γάμους και πώληση περγαμηνών με ειδική ευλογία, το Βατικανό, διαθέτει περίπου ένα εκατομμύριο ευρώ για την στήριξη των φτωχών. Σύμφωνα όμως με ιταλικά μέσα ενημέρωσης, τους τελευταίους μήνες, οι εκκλήσεις σε βοήθεια αυξήθηκαν εντυπωσιακά.

Πέμπτη 28 Νοεμβρίου 2013

«Το παρόν και το μέλλον των Βιβλικών σπουδών στην Ορθόδοξη και την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία»


Η Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών Βόλου της Ιεράς Μητροπόλεως Δημητριάδος σε συνεργασία με την Ρωμαιοκαθολική Θεολογική Σχολή της Κεντρικής Ιταλίας, διοργάνωσε στις 6-7 Ιουνίου Διεθνές Συνέδριο με θέμα: «Το Παρόν και το Μέλλον των Βιβλικών Σπουδών στην Ορθόδοξη και Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία». Το συνέδριο φιλοξενήθηκε στις εγκαταστάσεις της Καθολικής Θεολογικής Σχολής της Κεντρικής Ιταλίας και το παρακολούθησαν ο Καρδινάλιος Giuseppe Betori, Αρχιεπίσκοπος της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας στην Φλωρεντία, Πρόεδρος του Συμβουλίου Διοίκησης της Θεολογικής Σχολής, ο Αρχιεπίσκοπος του Arezzo κ. Riccardo Fontana, ο Υπογραμματέας του Ποντιφικού Συμβουλίου για την Ενότητα των Χριστιανών π. Andrea Palmieri, ο Εφημέριος της Ελληνικής Ορθοδόξου Ενορίας του Αγίου Ιακώβου του Αδελφοθέου π. Νικόλαος Παπαδόπουλος, καθώς και πολλοί καθηγητές, μελετητές της Βίβλου, ιερείς και λαϊκοί τόσο από τη Ρωμαιοκαθολική όσο και την Ορθόδοξη Εκκλησία.
Κατά την έναρξη του Συνεδρίου σύντομους χαιρετισμούς απηύθυναν ο Καρδινάλιος Giuseppe Betori (Αρχιεπίσκοπος της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας στην Φλωρεντία), ο Καθηγητής Stefano Tarocchi (Κοσμήτωρ της Θεολογικής Σχολής της Φλωρεντίας) και ο Δρ. Παντελής Καλαϊτζίδης (Διευθυντής της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών Βόλου), ενώ ο π. Χρίστος Χαχαμίδης (Δρ. Θεολογίας, κληρικός της Ιεράς Μητροπόλεως Δημητριάδος και μέλος του ΔΣ της Ακαδημίας) διάβασε χαιρετισμό εκ μέρους του απουσιάζοντος Μητροπολίτη Δημητριάδος κ. Ιγνατίου.
Στην πρώτη συνεδρία ο Καθηγητής Stefano Tarocchi (Θεολογική Σχολή Φλωρεντίας) παρουσίασε το θέμα «Ο Κανόνας της Καινής Διαθήκης στη Ρωμαιοκαθολική παράδοση». Σύμφωνα με τον ομιλητή, ο εισαγωγικός...

κανόνας της «Γενικής Συνόδου της Αφρικής στην Ιππώνα» διακηρύσσει: «(θεσμοθετείται οτι) πέραν των κανονικών Γραφών, τίποτε δεν μπορεί να διαβάζεται στην Εκκλησία φέροντας το όνομα των θείων Γραφών». Μια συζήτηση η οποία είχε διαρκέσει επί αιώνες παρέμεινε κατά κάποιο τρόπο αφανής. Ο Αυγουστίνος επίσης, πριν μας εφοδιάσει με τον ισχύοντα -ακόμη- κατάλογο των βιβλίων της Καινής Διαθήκης έγραψε: «Τώρα αναφορικά με τις κανονικές Γραφές, κάποιος οφείλει να ακολουθήσει την απόφαση του μεγαλύτερου αριθμού των Καθολικών Εκκλησιών, και μεταξύ αυτών βεβαίως, σημαντική θέση πρέπει να δοθεί σ' αυτόν που θεωρείται ότι κάθεται στη θέση του Αποστόλου και λαμβάνει τις επιστολές». Αυτός είναι ο τρόπος που τα 27 βιβλία καθιερώθηκαν στην λατινική παράδοση, δια μέσου των αιώνων, παρά τις όποιες αμφιταλαντεύσεις, όπως λ.χ. στην περίπτωση των Παύλειων επιστολών. Η Λέκτωρ Αικατερίνη Τσαλαμπούνη (Θεολογική Σχολή Α.Π.Θ.), ανέπτυξε το θέμα «Ο κανόνας της Καινής Διαθήκης στην Ορθόδοξη παράδοση». Σύμφωνα με την ομιλήτρια, μολονότι υπάρχει γενικά συμφωνία στη Δύση και στην Ανατολή όσον αφορά στον κανόνα των βιβλίων της Καινής Διαθήκης, ορισμένα ιστορικά και θεολογικά ζητήματα παραμένουν ανοικτά. Επιπλέον, φαίνεται ότι ο τρόπος που αυτός κατανοείται στον Χριστιανισμό της Δύσης και της Ανατολής είναι διαφορετικός. Μέσα από μία συζήτηση των θεολογικών όρων κανονικότητας σύμφωνα με τις πατερικές πηγές καθώς επίσης και μέσα από τη διερεύνηση της σχέσης του Κανόνα με την Εκκλησία, σύμφωνα με την Ορθόδοξη θεολογία, στην εν λόγω εισήγηση τονίστηκε αυτή η διαφορά καθώς και τα ρευστά όρια του κανόνα στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Υποστηρίχθηκε ότι (α) ο σχηματισμός του κανόνα ήταν μία σύνθετη διεργασία που υπαγορεύθηκε από εξωτερικούς αλλά και εσωτερικούς παράγοντες κι ο κανόνας διατήρησε μία ρευστότητα και αμφισημία στις ανατολικές Εκκλησίας, (β) υπάρχει μία αλληλεξάρτηση του Κανόνα και του κανόνα της πίστης και (γ) αυτή η ιδιαίτερη σχέση επιτρέπει την ποικιλία κι εγγυάται ταυτόχρονα την ενότητα του Κανόνα, ενώ ταυτόχρονα διατηρεί τα όριά του ρευστά επιτρέποντάς τον από θεολογικής απόψεως να παραμένει ανοικτός. Ο Αν. Καθηγητής Χρήστος Καρακόλης (Θεολογική Σχολή Πανεπιστημίου Αθηνών), ανέπτυξε το θέμα «Πατερική παράδοση, Ορθόδοξη θεολογία και η σημασία της Αγίας Γραφής στην Ορθόδοξη Εκκλησία». Στο πρώτο μέρος αναλύθηκε η εξέλιξη της πατερικής ερμηνευτικής παράδοσης μέχρι και την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Επίσης ο ομιλητής έθιξε ζητήματα πρωτοτυπίας της βιβλικής ερμηνείας, της κατ' ιδίαν μελέτης της Αγίας Γραφής και της αυθεντίας των κλασικών πατερικών ερμηνειών. Στο δεύτερο μέρος παρουσιάστηκε σε αδρές γραμμές η σχέση της Ορθόδοξης Θεολογίας του 20ού αιώνα με τη Βίβλο και τη βιβλική επιστήμη. Στο πλαίσιο αυτό έγινε αναφορά στις χριστιανικές αδελφότητες θεολόγων, στη θεολογία της δεκαετίας του ‘60, στην περιθωριοποίηση της βιβλικής επιστήμης και στην ταύτιση ορθόδοξης και πατερικής θεολογίας. Στο τρίτο μέρος απαριθμήθηκαν οι τομείς της ορθόδοξης εκκλησιαστικής ζωής, στους οποίους έχει περιοριστεί η σημασία της Βίβλου. Η εισήγηση ολοκληρώθηκε με συγκεκριμένες προτάσεις για την επαναφορά της Βίβλου στο επίκεντρο της ζωής της Εκκλησίας. Ο Καθηγητής Roberto Filippini (Theological Studium, Camaiore), ανέπτυξε το θέμα «Αγία Γραφή και Παράδοση στο Ρωμαιοκαθολικισμό». Ο εισηγητής υποστήριξε ότι η επίπονη και σε βάθος μελέτη της έννοιας της μετάδοσης της θείας αποκάλυψης πρέπει να αναγνωριστεί ως ένα από τα πιο θετικά και καρποφόρα αποτελέσματα της Β' Βατικανής ΣυνόδουΧάρη στο παράδειγμα της αποκάλυψης ως αυτο-επικοινωνίας του Τριαδικού Θεού, με τον διαλογικό-προσωποκεντρικό και ιστορικό-Χριστοκεντρικό χαρακτήρα της, όπως επίσης και τον σωτηριολογικό-κοινωνιακό στόχο τηςσε σχέση με την επιθυμία του ανθρώπου για capax Dei (DV 1-6και χάρη στη δυναμική και ζωντανή έννοια της παράδοσης, που νοείται ως αυτή η ίδια η ζωή της Εκκλησίας (DV 7-10), το Διάταγμα Dei Verbum προχωράει πέρα από το αρχαιότατο ζήτημα για τις δύο πηγές της Αποκάλυψης και προτείνει μια θεώρηση, όπου η ιερήπαράδοση και οι ιερές Γραφές «συνδέονται στενά και επικοινωνούν μεταξύ τους» (DV 9). Η Αποκάλυψη, ακόμα και όταν θεωρείται ολοκληρωμένη, εξακολουθεί να είναι ο πάντοτε σύγχρονος και επίκαιρος Λόγος που έχει ανατεθεί στην Εκκλησία, στην παράδοση και την Αγία Γραφή, σ' αυτήν ακριβώς την αλληλεξάρτησή τους.  Αυτά στην πραγματικότητα παρουσιάζονται στην αρχική τους μορφή, ως ενιαία στοιχεία με τις ποικίλες συνδέσεις τους, ως  μια "ενιαία ιερή παρακαταθήκη" (DV10), η οποία δενείναι αδρανής, διότι μέσω αυτών ο Λόγος του Θεού μεταδίδεται, στην Εκκλησία, σε όλους τους ανθρώπους σε κάθε εποχή και σε κάθε τόπο, αυξάνοντας την κατανόησή της με τη βοήθεια του Αγίου Πνεύματος (DV 8).
Στην απογευματινή συνεδρίαση ο Καθηγητής Μιλτιάδης Κωνσταντίνου (Θεολογική Σχολή Α.Π.Θ.) μίλησε με θέμα «Η θεοπνευστία της Βίβλου στην Ορθόδοξη Εκκλησία». Σύμφωνα με τον ομιλητή, αν και τα γραπτά των Πατέρων και οι αποφάσεις των Οικουμενικών και τοπικών Συνόδων περιγράφουν την Βίβλο ως ‘θεία', ωστόσο δεν θα συναντήσει κανείς μια θεωρητική προσέγγιση της σημασίας του όρου, ούτε την ανάπτυξη μιας συστηματικής διδασκαλίας για τη συνεργασία του θείου και ανθρώπινου παράγοντα στην Βίβλο. Το ερώτημα για τον «λόγο του Θεού» στην ελληνορθόδοξη φιλολογία εμφανίζεται στο τέλος του 18ου αιώνα και εξής, πιθανότατα υπό την επίδραση σχολαστικών θεολογικών θεωρήσεων, που αναπτύχθηκαν από δυτικούς θεολόγους. Απο τον άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη μέχρι τους θεολόγους του 20ου αιώνα, η θεολογική σκέψη βασίστηκε στην διάκριση ανάμεσα στα κείμενα που είναι γραμμένα «δια της θεοπνευστίας» και σε εκείνα που γράφτηκαν «υπο την καθοδήγηση» του Θεού. Στις μέρες μας, η βιβλική επιστήμη και η συστηματική θεολογική προσέγγιση συμφωνούν ότι η θεοπνευστία της Βίβλου είναι κατανοητή μονάχα μέσα στο πλαίσιο της κοινότητας. Η μαρτυρία της Γραφής δεν αναφέρεται σε μια αντικειμενικά επαληθεύσιμη πηγή αλλά στην ζώσα παράδοση του λαού του Θεού, και δεν θα μπορούσε να έχει καμιά εξουσία εκτός Εκκλησίας. Ο Δρ. Alessandro Biancalani (Θεολογική Σχολή Φλωρεντίας), ανέπτυξε το θέμα «Η διδασκαλία της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας περί θεοπνευστίας». Στην εισήγησή του ο ομιλητής ανέπτυξε την διδασκαλία της θεοπνευστίας στην Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, με αφετηρία μια βασική αρχή: η θεοπνευστία αναγνωρίζει την θεία διαμεσολάβηση σε όλα τα επίπεδα, έτσι ώστε να μπορεί να ειπωθεί ότι το βιβλίο είναι θεόπνευστο, ότι ο συγγραφέας εμπλέκεται πλήρως ως «αγιογράφος», αλλά επίσης μπορεί να ειπωθεί ότι ο Θεός είναι ο «αληθινός συγγραφέας». Προκειμένου να διασαφηνίσει τα επιμέρους αυτά επίπεδα θεοπνευστίας, ο ομιλητής χώρισε την εισήγησή του σε δύο μέρη ή δυο προσεγγίσεις: τη διαχρονική και τη συγχρονική. Από την μια πλευρά είναι αναγκαίο να ανιχνευθούν εκ νέου τα βήματα του Magisterium, στην κατεύθυνση της αποσαφήνισης των τριών παραπάνω επιπέδων, ενώ από την άλλη πλευρά, είναι εξίσου ουσιαστικό, πάντοτε από την οπτική γωνία της σχετικής διαμεσολάβησης του Magisterium, να αναπτυχθούν περαιτέρω τα θέματα των θεόπνευστων βιβλίων και του κάθε συγγραφέα, του «αγιογράφου». Κλείνοντας την εισήγησή του ο ομιλητής συζήτησε το ζήτημα του "Deus auctor", όπως περιγράφηκε από την εγκύκλιο Verbum Domini του Πάπα Βενέδικτου 16ου , η οποία αφορά στην ερμηνεία των κειμένων από την οπτική γωνία της ερμηνευτικής της πίστης. Ο ΚαθηγητήςGérard Rossé (Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο Sophia, Loppiano), ανέπτυξε το θέμα «Οι ερμηνευτικές μέθοδοι της βιβλικής εξήγησης στο Ρωμαιοκαθολικισμό». Επιδίωξη του ομιλητή ήταν να παρουσιάσει την εξέλιξη της προσέγγισης της Βίβλου, ξεκινώντας από τους Πατέρες της Εκκλησίας, δια μέσω των Μέσων Χρόνων, μέχρι σήμερα. Ειδική σημασία δόθηκε στην αλλαγή παραδείγματος που έλαβε χώρα μετά την περίοδο του Διαφωτισμού, όπου ο λόγος έλαβε προτεραιότητα έναντι της πίστης και αναδείχθηκε η ιστορική-κριτική μέθοδος, ακολουθούμενη από άλλες μεθόδους μελέτης του κειμένου. Ο ομιλητής επέμεινε επίσης στη σπουδαιότητα των πιστών, με ιδιαίτερη αναφορά στην εγκύκλιο Dei Verbum της Β' Βατικανής Συνόδου και στην Εγκύκλιο της Ποντιφικής Βιβλικής Επιτροπής «Η ερμηνεία της Βίβλου στην Εκκλησία (1993).
Στην μοναδική συνεδρία της δεύτερης μέρας, ο Αν. Καθηγητής Ιωάννης Φωτόπουλος (Saint Mary's College, Notre Dame, ΗΠΑ), ανέπτυξε το θέμα «Το παρόν και το μέλλον των βιβλικών σπουδών στην Ορθόδοξη Εκκλησία». Στην εισήγησή του, ο ομιλητής αναφέρθηκε στη σημασία της παπικής εγκυκλίου, Divino Afflante Spiritu (1943), και Dei Verbum (1965) της Β' Βατικανής Συνόδου για τις σύγχρονες Βιβλικές Σπουδές στον Ρωμαιοκαθολικισμό, και στο πώς η έμφαση του Βατικανού στις λογοτεχνικές μορφές επηρέασαν σημαντικά την Ρωμαιοκαθολική βιβλική επιστήμη με τον πιο θετικό τρόπο. Ο συγγραφέας σημείωσε, ωστόσο, ότι στην Ορθόδοξη Εκκλησία δεν παρατηρήθηκε κάποια αναλογία προς αυτά τα ρωμαιοκαθολικά διατάγματα. Δεν είχαμε πατριαρχικές εγκυκλίους παρόμοιες με αυτά, ούτε διαθέτουμε μια παγκόσμια ορθόδοξη βιβλική επιτροπή υπό την δικαιοδοσία του Οικουμενικού Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης. Ωστόσο, παρά την πραγματικότητα αυτή, υπάρχουν πολλοί Ορθόδοξοι Χριστιανοί ερευνητές που χρησιμοποιούν την ιστορικο-κριτική μέθοδο με γόνιμο τρόπο για τη μελέτη των Γραφών, καθώς και πολλές από τις λεγόμενες «νέες μεθόδους» της βιβλικής επιστήμης. Ο συγγραφέας αναφέρθηκε στο γεγονός ότι πολλοί σύγχρονοι Ορθόδοξοι ερευνητές της Βίβλου έχουν λάβει το διδακτορικό τους δίπλωμα από μεγάλα πανεπιστήμια, έχοντας εκπαιδευτεί από μερικούς από τους κορυφαίους μελετητές της Βίβλου στον κόσμο. Πράγματι, οι ορθόδοξοι βιβλικοί ερευνητές κατέχουν πλέον τακτικές θέσεις σε πολλά αξιόλογα μη Ορθόδοξα κολλέγια και πανεπιστήμια στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη. Πολλοί άλλοι σημαντικοί ορθόδοξοι βιβλικοί ερευνητές κατέχουν έδρες σε κρατικά πανεπιστήμια στην Ελλάδα, το Λίβανο, τη Ρουμανία, τη Σερβία και τη Ρωσία. Παρόλες τις επιτυχίες αυτές, σημείωσε ο ομιλητής, ακόμα φαίνεται να υπάρχει μια γενική αδιαφορία για την Ορθόδοξη ιστορικο-κριτική μελέτη των Γραφών, αν όχι μια παντελής εχθρότητα προς αυτή, από την πλευρά πολλών κληρικών και μοναχών που προτιμούν να επαναλαμβάνουν την εξήγηση ενός μικρού αριθμού πατέρων, θεωρώντας ότι αυτή είναι «η» ορθόδοξη ερμηνεία ενός συγκεκριμένου βιβλικού κειμένου. Ωστόσο, μια τέτοια πρακτική παραγνωρίζει το πνεύμα των πατέρων που ακατάπαυστα μελετούσαν τις Γραφές, έκαναν χρήση των επιστημονικών μεθόδων της εποχής τους, και προσφέφεραν μια μεγάλη ποικιλία από βιβλικές ερμηνείες. Ο συγγραφέας κατέληξε επισημαίνοντας ότι, αν και εμείς οι Ορθόδοξοι έχουμε κάνει κάποια σημαντικά βήματα στις βιβλικές σπουδές κατά τα τελευταία 100 χρόνια, έχουμε ακόμη πολύ δρόμο να διανύσουμε. Χρειάζεται να δοθεί σημαντική έμφαση στην μελέτη των Γραφών εκ μέρους της ιεραρχίας σε συνεννόηση με τους Ορθόδοξους βιβλικούς ερευνητές όπως επίσης πρέπει να εξεταστεί και μια καλά αιτιολογημένη πορεία προς τα εμπρός. Θεωρείται επομένως βέβαιο ότι απαιτούνται συντονισμένες προσπάθειες, με την καθοδήγηση του Αγίου Πνεύματος προς όφελος των Ορθόδοξων βιβλικών σπουδών.
Ο Επ. Καθηγητής Κωνσταντίνος Ζάρρας (Θεολογική Σχολή Πανεπιστημίου Αθηνών), μίλησε με θέμα «Ιουδαίοι, Ιουδαϊκές σπουδές και ιουδαιοφοβία στη σύγχρονη Ελλάδα». Σύμφωνα με τον ομιλητή, από τα αρχαία χρόνια, οι Ιουδαίοι είχαν μια διαρκή και σημαντική παρουσία στην Ελλάδα τόσο σε θρησκευτικό όσο και σε πολιτισμικό επίπεδο. Έχοντας ως βασικό τους κέντρο τη Θεσσαλονίκη που ακτινοβολούσε για αιώνες, μπόρεσαν να αναπτυχθούν και να συμβάλουν στην διαμόρφωση ολάκερης της μεσογειακής πολιτιστικής ταυτότητας. Ωστόσο, αν και είχαν διανύσει πολύ δρόμο μαζί με τους χριστιανούς αδελφούς τους, ως αυθεντικά παιδιά του Αβραάμ, αντι-ιουδαϊκά αισθήματα και στάσεις εμφανίζονταν συχνά, ακόμα και μεταξύ των μορφωμένων. Σε έναν ραγδαία μεταβαλλόμενο κόσμο, η εκπαίδευση και η προώθηση των ιουδαϊκών σπουδών θα βοηθήσει στη θεραπεία βαθιά ριζωμένων παρανοήσεων και θα οδηγήσει στην καλύτερη κατανόηση ανάμεσα στις διαφορετικές θρησκευτικές κοινότητες. Ο Καθηγητής Luc Mazzinghi (Καθολική Θεολογική Σχολή Φλωρεντίας και Ποντιφικό Βιβλικό Ινστιτούτο, Ρώμη), ανέπτυξε το θέμα «Η θέση των Βιβλικών σπουδών στην Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία μετά την Διάταξη Dei Verbum της Β΄ Βατικανής Συνόδου». Στην εισήγησή του ο ομιλητής τόνισε ορισμένες σημαντικές πτυχές σε σχέση προς την καθολική εξηγητική, όπως αυτή γίνεται κατανοητή στις μέρες μας, υπο το φως τ
ης Β' Βατικανής Συνόδου. Καταρχάς, η εισήγηση ασχολήθηκε με τον κεντρικό ρόλο που έπαιξαν οι Γραφές μέσα στην Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, υπο το φως σύνολης της Β' Βατικανής Συνόδου. Δεύτερον, ο εισηγητής μελέτησε την έννοια της «Αποκαλύψεως» στο Διάταγμα DV2, ως «διαλογική» και «ιστορική» αποκάλυψη. Η Αποκάλυψη λαμβάνει χώρα, ως διάλογος ανάμεσα στον Θεό και τον άνθρωπο. Αυτό συνεπάγεται ότι η Αποκάλυψη δεν έχει ως αντικειμενό της μια αφηρημένη ή δογματικά κωδικοποιημένη αλήθεια, αλλά τη δημιουργία μιας διαπροσωπικής σχέσης. Η ιστορία του κόσμου διαφωτίζει τον Λόγο και με τη σειρά του διαφωτίζεται από αυτόν. Τρίτον, η εισήγηση ασχολήθηκε με το πρόβλημα της ερμηνευτικής, όπως παρουσιάζεται στο Διάταγμα DV 12-13, η οποία οφείλει να είναι ταυτόχρονα θεολογικά και ιστορικο-κριτικά προσανατολισμένη. Τέλος, ο εισηγητής επεχείρησε να υπογραμμίσει ορισμένα λυμένα προβλήματα και να αναδείξει ανοικτά ερωτήματα στην καθολική εξηγητική μετά το Διάταγμα της DV, ειδικά υπο το φως της Εγκυκλίου της Ποντιφικής Βιβλικής Επιτροπής το 1993. Ο Ομ. Καθηγητής Πέτρος Βασιλειάδης (Θεολογική Σχολή Α.Π.Θ.), μίλησε με θέμα «Η λειτουργική χρήση των σύγχρονων μεταφράσεων στη σύγχρονη ελληνόφωνη Ορθοδοξία». Ο ομιλητής παρουσίασε μια ιστορική και θεολογική διαδρομή σε 12 βήματα, προσπαθώντας να εξηγήσει τους λόγους για τους οποίους υπάρχει δισταγμός στην Ελλαδική Ορθοδοξία να χρησιμοποιείται η Βίβλος με ένα περισσότερο κατανοητό τρόπο στη λειτουργία. Ο ακαθόριστος και μη κλειστός κανόνας, η ριζοσπαστική κατανόηση της βιβλικής αυθεντίας, η απόρριψη της παράδοσης της Αντιόχειας, σε συνδυασμό με μια πρόσφατη υπερβολική δόση εσχατολογίας και την «σύγχρονη» κατανόηση της Βίβλου, οδήγησαν σε μια σημαντική κληρονομιά που εμπόδισε την βιβλική και λειτουργική ανανέωση. Ανεξάρτητα από αυτό, η Εκκλησία στην Ελλάδα εγκαινίασε εδώ και 15 σχεδόν χρόνια, ένα επίσημο, αν και χωρίς επιτυχία πρόγραμμα λειτουργικής ανανέωσης. Η χρήση της Βίβλου, όχι μόνο στη λειτουργία αλλά και στη ζωή της Εκκλησίας, αποτελεί επείγουσα ανάγκη, εξαιτίας της βαθμιαίας απώλειας του προφητικού χαρακτήρα της Εκκλησίας, που είναι περισσότερο φανερός στην Βίβλο. Η τελική πρόταση του ομιλητή ήταν ο συνδυασμός της παραγνωρισμένης αυτής προφητικής και παραδοσιακά εσχατολογικής διάστασης της ορθόδοξης πίστης, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την παραδοσιακή λειτουργία.
            Με τη λήξη του Συνεδρίου έλαβε χώρα ενδιαφέρουσα συζήτηση για την ευρύτερη θέση της Βίβλου και των βιβλικών σπουδών στα προγράμματα σπουδών των Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών Πανεπιστημίων, ενώ εκφράστηκε η επιθυμία για τη συνέχιση της συνεργασίας ανάμεσα στους δυο φορείς, με τη διοργάνωση του επόμενου συνεδρίου πάνω σε κάποιο βιβλικό θέμα μέτα από δυο χρόνια στο Βόλο.
            Η Καθολική Θεολογική Σχολή της Κεντρικής Ιταλίας διοργάνωσε για τους συμμετέχοντες στο συνέδριο ξενάγηση στον καθεδρικό ναό της Φλωρεντίας (Duomo) και το Βαπτιστήριο, ενώ το Σεμινάριο της Ρωμαιοκαθολικής Αρχιεπισκοπής της Φλωρεντίας υποδέχτηκε τους ορθόδοξους συνέδρους στη διάρκεια γεύματος που παρατέθηκε προς τιμή τους.

Δεν ξέρουμε ποιοι θα νικήσουν στη Συρία, αλλά ξέρουμε ποιοι θα χάσουν: οι χριστιανοί! – του Ρόμπιν Χάρις


Το ποιος τελικά θα πολεμήσει στον πόλεμο στη Συρία, για να μην μιλήσουμε για το ποιος θα τον κερδίσει, παραμένει ασαφές. Αλλά το ποιος θα τον χάσει το ξέρουμε ήδη –οι χριστιανοί!
Βέβαια ο αδιάκοπος διωγμός των ακολούθων του Χριστού προλέγεται στα ευαγγέλια. Ο θρίαμβος περνάει από το μαρτύριο. Παγκοσμίως, η πραγματικότητα ταιριάζει πράγματι με αυτή την εικόνα. Τα τρία τέταρτα των 2.2 δισεκατομμυρίων χριστιανών του πλανήτη –και μάλιστα τα δυναμικότερα επεκτεινόμενα τμήματά τους– πλέον ζούνε εκτός τής –σε μεγάλο βαθμό ανεκτικής– Δύσης. Ταυτοχρόνως, σύμφωνα με το «φόρουμ της “πιου” για τη θρησκεία και το δημόσιο βίο», ο χριστιανισμός είναι σήμερα η περισσότερο διωκόμενη θρησκεία στον κόσμο.
Αλλά στη Μέση Ανατολή, οι διωγμοί δεν αφορούν μια θρησκεία που επεκτείνεται, αλλά την προσπάθεια της πλήρους εξάλειψής της. Πλέον οι άνθρωποι της Κυριακής ακολουθούν εκείνους του Σαββάτου στο δρόμο της εξόδου από τη Μέση Ανατολή. Ο τέως επικεφαλής ραβίνος λόρδος Σακς (Lord Sacks), που έχει προσωπική εμπειρία από κάτι ανάλογο, αποκαλεί τα βάσανα των Αράβων χριστιανών «μια ανθρώπινη τραγωδία που εξελίσσεται σχεδόν απαρατήρητη» και διαμαρτύρεται που «ο κόσμος δεν μιλάει περισσότερο γι’ αυτήν».
Αλλά μην περιμένετε να ασχοληθεί με αυτήν η βρετανική κυβέρνηση. Καθ’ όλη τη διάρκεια των συζητήσεων περί στόχων, χρονοδιαγραμμάτων και διαχείρισης των ΜΜΕ, καθώς κουρδιζόταν η βρετανική πολεμική μηχανή, δεν σπαταλήθηκε ούτε μια στιγμή στην εξέταση των συνεπειών τυχόν επέμβασης για τους χριστιανούς της περιοχής. Πάντως, στο Ιράκ, τη Συρία, την Αίγυπτο και κάθε επόμενο «θερμό σημείο» (με το Λίβανο να είναι πιθανότατα το επόμενο) οι χριστιανοί θεωρούνται για κάποιο λόγο από τη διεθνή κοινότητα αμελητέα ποσότητα, που βρίσκεται σχεδόν πάντα στη λάθος πλευρά. Στο Ιράκ οι χριστιανοί θεωρούνταν πολύ φιλικοί προς τον Σαντάμ (Saddam). Στη Συρία λογίζονται στους οπαδούς του Άσαντ (Assad). Στην Αίγυπτο, όπου η κοπτική εκκλησία υποστήριξε ανοικτά το στρατιωτικό «μη πραξικόπημα» εναντίον του «αδελφού μουσουλμάνου» προέδρου Μόρσι (Morsi), δεν αντιμετωπίζονται με ιδιαίτερη ευμένεια από τους δυτικούς σχεδιαστές πολιτικής.
Ο λόγος γι’ αυτό είναι πως η παρουσία Αράβων χριστιανών δεν ταιριάζει με τις παγκόσμιες κυρίαρχες στρατηγικές αντιλήψεις. Στη Μέση Ανατολή, ο κόσμος δεν ενθουσιάζεται με τις υποσχέσεις για δημοκρατία. Ιδίως οι ντόπιοι χριστιανοί, έχουν συνειδητοποιήσει, μετά από μακρά επώδυνη εμπειρία, πως οι δυτικές υποσχέσεις είναι άχρηστες, διότι οι δυτικοί ποτέ δεν δεσμεύονται επί μακρόν στην τήρησή τους. Οι χριστιανοί έχουν μάθει πως προϋπόθεση για την επιβίωσή τους είναι η σταθερότητα• πως μόνη τους ελπίδα για ισότητα είναι η εκκοσμίκευση• και πως οι δύο μεγαλύτεροι εχθροί τους είναι οι ισλαμιστές ζηλωτές και η αναρχία. Κι έχουν απολύτως δίκιο, όσο κι αν αυτό δεν αρέσει στους νεοσυντηρητικούς σαν τον Βρετανό πρωθυπουργό και τους συμβούλους του.
Όποτε βρεθεί στην εξουσία ένα έντονα ισλαμικό καθεστώς, οι χριστιανοί υποφέρουν. Αυτό είναι κανόνας. Κι όσο πιο ισλαμικό είναι το καθεστώς, τόσο χειρότερη είναι η μεταχείρισή προς τους χριστιανούς. Μετά την «αραβική άνοιξη», όλες οι εξεγέρσεις και όλες οι εκλογές στη Μέση Ανατολή αναδείκνυαν πάντοτε στην εξουσία κάποια εκδοχή του ισλαμισμού. Και κάθε φορά, οι χριστιανοί βρίσκονται στο στόχαστρο.
Τα προβλήματα στο Ιράκ προηγήθηκαν εκείνων των υπολοίπων και είναι ιδιαίτερα σημαντικά διότι προτύπωσαν κατά παράδοξο τρόπο ό,τι θα ακολουθούσε. Η «δημοκρατία» που επιβλήθηκε στο Ιράκ δια των όπλων οδήγησε, μεταξύ άλλων τραγωδιών, σε μαζικό διωγμό κατά της χριστιανικής μειονότητας της χώρας. Οι δολοφονίες, οι απαγωγές, οι εκφοβισμοί και οι εκτοπίσεις, σε συνδυασμό με ένα μείγμα φανατισμού και απληστίας, μετέτρεψαν σε ερείπια την ιστορική και άλλοτε ένδοξη χριστιανική κοινότητα της χώρας. Από το 1.4 εκατομμύριο χριστιανών που ζούσε στο Ιράκ πριν τον πόλεμο απέμειναν ελάχιστοι, ίσως 400,000, ως επί το πλείστον οι πιο φτωχοί και ηλικιωμένοι.
Πολλοί Ιρακινοί πρόσφυγες αναζήτησαν καταφύγιο κοντά στα 2 εκατομμύρια χριστιανούς της Συρίας. Τώρα όμως, μοιράζονται κι εκείνοι την ίδια μοίρα: τον διωγμό με την πολιτική στήριξη των δυτικών, τη χρηματοδότηση των Σαουδαράβων και την εκτέλεση από ισλαμιστές αντάρτες. Μεγάλα τμήματα της επικράτειας της Συρίας που κυβερνιούνται από τους αντάρτες, βρίσκονται πλέον στη δικαιοδοσία του ισλαμικού νόμου. Προκειμένου να τηρήσουν τη «σαρία», Σαουδάραβες δικαστές έκαναν την εμφάνισή τους. Οι μη-μουσουλμάνοι γίνονται ανεκτοί μόνο αν καταβάλλουν το «τζιζία», τον ειδικό φόρο για τους «άπιστους». Όλοι οι χριστιανοί ιερείς μετατράπηκαν σε στόχους.Τον περασμένο μήνα δολοφονήθηκε ένας Σύρος ρωμαιοκαθολικός ιερέας, ο π. Φρανσουά Μουράντ (François Murad). Δεν ήταν ο πρώτος. Πέρσι τον Δεκέμβριο είχε δολοφονηθεί ο ορθόδοξος ιερέας Φαντί Χαντάντ (Fadi Haddad), αφού απήχθη ενώ προσπαθούσε να μεσολαβήσει για την απελευθέρωση ενός απαχθέντος ενορίτη του. Η σορός του βρέθηκε δίπλα στον δρόμο, με βγαλμένα τα μάτια. Η απαγωγή δύο άλλων διακεκριμένων χριστιανών (αν και, όπως φαίνεται, όχι τόσο διακεκριμένων ώστε να υποπέσουν στην αντίληψη του βρετανικού τύπου) ήταν η απαγωγή του ελληνορθόδοξου αρχιεπίσκοπου Παύλου (Paul Yazigi) και του Σύρου ορθόδοξου αρχιεπισκόπου Γρηγορίου (Yohanna Ibrahim). Συνελήφθησαν στο Χαλέπι τον Απρίλιο, ενώ προσπαθούσαν να διαπραγματευθούν την απελευθέρωση απαχθέντων ιερέων. Και οι δύο επίσκοποι θεωρούνται σήμερα νεκροί.
Η περίπτωση της Αιγύπτου είναι πιο προβληματική για τη Δύση, που με τη Βρετανία στο ρόλο του βλάκα με περικεφαλαία, μετά την πτώση του Μουμπάρακ (Mubarak) το 2011 κατάφερε να κάνει το ένα λάθος μετά το άλλο σχεδόν σε όλα. Η Δύση πίστευε πως για να έρθει η δημοκρατία, αρκούσε η ανατροπή του δικτάτορα. Τελικά το μόνο που πέτυχε είναι η κυριαρχία των «αδελφών μουσουλμάνων», που δεν είναι κόμμα αλλά ένα ιστορικό ισλαμικό κίνημα, που ταχέως, αν και χωρίς επιτυχία, πρόβαλε ως αναμορφωτής της Αιγύπτου, έως ότου οι μη-ισλαμιστές εξεγέρθηκαν και ο στρατός παρενέβη. Μόνο ο χρόνος θα δείξει αν η ανοικτή υποστήριξη στις ένοπλες δυνάμεις εκ μέρους του κόπτη ορθόδοξου πάπα Θεόδωρου Β’ ήταν εμπνευσμένη ή ανόητη. Προβάλλοντας όμως στο πλευρό του πραξικοπηματία, ο Θεόδωρος προκαλούσε ευθέως μια παραδοσιακή μουσουλμανική αντίληψη: πως οι κόπτες της Αιγύπτου, το 10% του πληθυσμού της χώρας τους, είναι πολίτες Β’ κατηγορίας. Επρόκειτο περί ευθείας αμφισβήτησης της καθεστηκυίας τάξεως. Όπου αποκαθιστούσαν τον έλεγχό τους, οι ισλαμιστές αντέδρασαν. Μετά την αντικατάσταση του Μόρσι, 58 χριστιανικές εκκλησίες, όπως και πολλά μοναστήρια, σχολεία, δεκάδες σπίτια και επιχειρήσεις λεηλατήθηκαν, πυρπολήθηκαν και καταστράφηκαν. Ο ίδιος ο Θεόδωρος αναγκάστηκε να κρύβεται. Στο Κάιρο, μια ομάδα φραγκισκανών καλογραιών αναγκάστηκαν να κοιτούν ενώ ο σταυρός του σχολείου τους γκρεμιζόταν και αντικαθίστατο από ένα λάβαρο της «αλ κάιντα»• το υπόλοιπο σχολείο παραδόθηκε στις φλόγες, ενώ το φρενιασμένο πλήθος τις κακοποιούσε. Η αντίδραση του αμερικανικού υπουργείου εξωτερικών σε αυτή την αποτρόπαια πράξη είχε ως εξής: «είναι σαφές πως κάθε εκδήλωση βίας μας προκαλεί ανησυχία –κι ασφαλώς μας ανησυχεί κάθε εκδήλωση βίας κατά θρησκευτικών θεσμών». Από τα εύγλωττα χείλη του μελίρρυτου εκπροσώπου, ουδέποτε εκστομίστηκαν οι λέξεις «χριστιανός» ή το «διωγμός». Δεν θα βρείτε ούτε ίχνος τους ούτε στα αναρίθμητα «τουίτ» του Ουίλιαμ Χέιγκ (William Hague)
Η άρνηση να αναγνωριστεί η συστηματική κακομεταχείριση των χριστιανών από τις ισλαμικές κυβερνήσεις είναι φυσικά επονείδιστη, αλλά είναι και αποκαλυπτική. Τα γεγονότα είναι γνωστά, αλλά προτιμάται να αγνοούνται: ενοχλούν, διότι εκθέτουν την ανημποριά της δύσης, την ίδια ώρα που οι ηγέτες της αρέσκονται να ποζάρουν ως τα αφεντικά του μέλλοντος των εθνών. Ενοχλούν επίσης και τους σύγχρονους προοδευτικούς και φιλελεύθερους, διότι δείχνουν πόσο λίγα έχουν αλλάξει σε σχέση με τις μεγάλες θρησκευτικές και πολιτιστικές αναταραχές που ανέκαθεν διαμόρφωναν την ανθρώπινη ιστορία.
Το Μάιο, ο πάπας Φραγκίσκος αγιοποίησε σχεδόν 800 μάρτυρες. Επρόκειτο για τους μάρτυρες του Οτράντο, που το 1480 αποκεφαλίστηκαν από τους Οθωμανούς διότι αρνήθηκαν να εξισλαμιστούν. Ενώ η δύση αποτυχαίνει, παραπαίει και προσποιείται, το μέλλον των χριστιανών του αραβικού κόσμου μπορεί να μας δώσει κι άλλες ευκαιρίες να θυμηθούμε το Οτράντο.
[Ο Robin Harris είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας. Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο The Spectator και το αναδημοσιεύουμε απ’ την ιστοσελίδα του Νίκου Ράπτη www.ppol.gr. Στην εικόνα το μαρτύριο του Οτράντο.]

"Υγειονομική Αποστολή" της Καθολικής Εκκλησίας στο Λίβανο για τα προσφυγόπουλα της Συρίας



επιμέλεια του Νίκου Παπαχρήστου, με πληροφορίες από News.Va 

Μια αποστολή «υγειονομικής φροντίδας» για τα παιδιά της Συρίας που βρήκαν καταφύγιο στον γειτονικό Λίβανο διοργανώνει το Βατικανό τις αμέσως επόμενες ημέρες. Το πρόγραμμα υγειονομικής υποστήριξης του πιο ευάλωτου τμήματος του προσφυγικού Συριακού πληθυσμού που αναγκάστηκε να ξεριζωθεί λόγω της έκρυθμης καταστάσεως και των συγκρούσεων στην Συρία επεξεργάστηκε το Ποντιφικό Συμβούλιο “Cor Unum” σε συνεργασία με το Παιδιατρικό Νοσοκομείο «Ο μικρός Ιησούς» και με το παράρτημα της ΡΚαθολικής Φιλανθρωπικής Οργάνωσης «Caritas» στο Λίβανο.
Σε συνέντευξη τύπου που παραχώρησαν σήμερα στην αίθουσα ενημέρωσης του Βατικανού, ο Καρδινάλιος Robert Sarah, Πρόεδρος του Ποντιφικού Συμβουλίου “Cor Unum” καθώς και οι επικεφαλείς των άλλων εμπλεκόμενων οργανισμών επισήμαναν την σημασία παροχής υγειονομικής περίθαλψης στον δοκιμαζόμενο συριακό προσφυγικό πληθυσμό.
«Βοηθώντας τον Συριακό πληθυσμό, ανεξαρτήτως εθνικής καταγωγής ή θρησκευτικής πίστης, είναι ο πιο άμεσος τρόπος να συμβάλεις στην οικοδόμηση της ειρήνης και μιας ανοικτής κοινωνίας σε όλα τα διαφορετικά της μέλη». Όπως είπε ο Καρδινάλιος Sarah τα λόγια του Πάπα Φραγκίσκου ενέπνευσαν αυτή την πρωτοβουλία  με την ελπίδα ότι «αυτές οι τραγωδίες να μην συμβούν ξανά».
Όπως τόνισαν οι ομιλητές είναι πεποίθησή τους πως το σημαντικότερο δώρο που μπορεί να προσφέρει κανείς στην κατεύθυνση να βοηθήσει τα παιδιά που υποφέρουν εξαιτίας του πολέμου στη Συρία είναι να τους δώσει τη δυνατότητα να χαμογελάσουν και πάλι και να συνεχίσουν τη ζωή τους, υποστηρίζοντάς τα όχι μόνο υλικά αλλά κυρίως πνευματικά και ανθρωπιστικά.  
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Υπηρεσίας Προσφύγων του ΟΗΕ περισσότερα από δύο εκατομμύρια άνθρωποι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την Συρία και κατέφυγαν σε γειτονικές και άλλες χώρες της Μέσης Ανατολής και της Μεσογείου. Πιο συγκεκριμένα περίπου 700 χιλιάδες Σύριοι πρόσφυγες βρίσκονται στον Λίβανο, 515 χιλιάδες στην Ιορδανία και 460 χιλιάδες στην Συρία. Από τον συνολικό αριθμό των προσφύγων το 52% είναι παιδιά και ανήλικοί κάτω των 17 ετών.
Για τον καλύτερο συντονισμό των σχετικών υποστηρικτικών ενεργειών και της διανομής της βοήθειας δημιουργήθηκε ήδη από τον περασμένο Ιούνιο στη Βυρηττό ένα κέντρο ενημέρωσης και επικοινωνίας που φέρνει σε επαφή όλους τους Καθολικούς Φιλανθρωπικούς Οργανισμούς που έχουν κινητοποιηθεί για να προσφέρουν σε μια περιοχή με μεγάλη ιστορική και πνευματική σημασία για την Χριστιανοσύνη.
«Αυτή είναι η γλώσσα που η Εκκλησία, όλοι μαζί, επιθυμεί και πρέπει να ομιλεί… σε όλους αυτούς που βρίσκονται σε ανάγκη, όχι μόνο υλική αλλά και πνευματική (σ.σ. στήριξη)»
Η πρωτοβουλία θα ξεκινήσει αρχές Δεκεμβρίου για μια πρώτη περίοδο τριών μηνών. Υπολογίζεται ότι κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου θα παρασχεθεί ιατρική φροντίδα σε εκατοντάδες χιλιάδες παιδιά.

amen.gr

Ιλαρίων: ''Οι Ορθόδοξοι με τους Ρ/Καθολικούς είναι σύμμαχοι''


Συνέντευξη στην Γαλλική εφημερίδα «Le Figaro» παραχώρησε ο Μητροπολίτης Βολοκολάμσκ Ιλαρίωνας, Πρόεδρος του Τμήματος Εξωτερικών Εκκλησιαστικών Σχέσεων του Πατριαρχείου Μόσχας.
Ακολουθεί αναλυτικά η συνέντευξη του Σεβασμιωτάτου.
Τι αναμένει η Ρωσική Εκκλησία από την επίσκεψη του Β. Πούτιν στο Βατικανό στις 25 Νοεμβρίου 2013; Κατά πόσον ο Πρόεδρος Πούτιν είναι σε θέση να συμβάλει στην προσέγγιση μεταξύ των δυο Εκκλησιών; Ποια είναι η γνώμη Σας για το Γράμμα του Πάπα Ρώμης Φραγκίσκου στον Β. Πούτιν υπέρ της ειρηνικής διευθέτησης της καταστάσεως στη Συρία, το οποίο απέστειλε κατά τη Σύνοδο Κορυφής του G 20;
Η επίσκεψη του Προέδρου της Ρωσικής Ομοσπονδίας Β. Πούτιν στο Βατικανό θα πραγματοποιηθεί στα πλαίσια της ανάπτυξης των διπλωματικών σχέσεων μεταξύ των δυο χωρών, δηλαδή της Ρωσίας και του Βατικανού (Αγίας Έδρας).
Στα πλαίσια της περίπλοκης καταστάσεως διεθνώς ελπίζουμε ότι η εν λόγῳ επίσκεψη και η συνάντηση κορυφής θα συνεισφέρουν πρωτίστως στην αναζήτηση της ειρηνικής διευθέτησης της συνεχιζόμενης πολεμικής συγκρούσεως στη Συρία.
Ο πόλεμος στη χώρα αυτή στοίχισε τη ζωή σε εκατοντάδες χιλιάδες φιλήσυχους πολίτες. Επίσης παρουσιάζει απειλή στη χριστιανική παρουσία τόσο στην ίδια τη Συρία, όσο και στη Μέση Ανατολή εν γένει.
Να υπενθυμίσω ότι οι χριστιανοί διαφόρων δογμάτων πριν τον πόλεμο απάρτιζαν περίπου 1/10 του συνολικού πληθυσμού της Συρίας.
Όμως τα τελευταία ο αριθμός αυτών συρρικνώνεται ραγδαίως, διότι είτε πέφτουν θύματα των ισλαμικών εξτρεμιστών, είτε φεύγουν από τη χώρα, επειδή δεν αισθάνονται ασφαλείς.
Φοβάμαι πως με την περαιτέρω εξέλιξη των πραγμάτων όπως αυτά έχουν έως σήμερα, η Συρία θα ακολουθήσει την πορεία του Ιράκ, όπου σύμφωνα με διάφορες εκτιμήσεις μετά τον πόλεμο 2003 από 1,5 εκ. χριστιανούς έμειναν μόνο από 150 έως 250 χιλιάδες.
Δυστυχώς η ασταθής πολιτική κατάσταση και η αύξηση του εξτρεμισμού στη Μέση Ανατολή επηρεάζουν αρνητικά την κατάσταση των χριστιανών σε ολόκληρη την περιοχή. Φόβο και αβεβαιότητα για το αύριο αισθάνονται οι χριστιανοί ακόμα και φαινομενικά τόσο ευημερούς χώρας όπως είναι ο Λίβανος.
Έχω επισκεφθεί πρόσφατα τη χώρα αυτή και συναντήθηκα με επικεφαλής των Εκκλησιών και με χριστιανούς πολιτικούς. Διατύπωσαν τις ανησυχίες και αγωνίες τους, διότι ο Δύση άφησε αβοήθητους τους χριστιανούς της Μέσης Ανατολής, οι οποίοι δεν προσβλέπουν πλέον σε καμία άλλη προστασία εκτός εκείνης της Ρωσίας και της Ρωσικής Εκκλησίας.
Η Αγία Έδρα συμμερίζεται πλήρως τη θέση της Ρωσικής Ομοσπονδίας και του Πατριαρχείου Μόσχας σχετικά με την κατάσταση στη Μέση Ανατολή. Επίσης αυτή είναι εκείνη η οποία τάσσεται αποκλειστικά υπέρ της ειρηνικής διευθέτησης της συγκρούσεως στη Συρία.
Με ενθουσιασμό πληροφορηθήκαμε τη δήλωση του Πάπα Ρώμης Φραγκίσκου κατά της επιθέσεως εναντίον της Συρίας, ο οποίος επίσης κάλεσε στην αναζήτηση διπλωματικών τρόπων διευθέτησης της συγκρούσεως.
Μεγάλης σημασίας, κατά τη γνώμη μου, ήταν και η επιστολή της 5ης Σεπτεμβρίου του Πάπα Φραγκίσκου προς τον Πρόεδρο Β. Πούτιν ως προεδρεύοντα της Συναντήσεως Ηγετών της G 20, διότι μέσω αυτού έδωσε μήνυμα σε όλους τους μετόχους της Συνόδου Κορυφής.
Νομίζω ότι μαζί με την ακλόνητη θέση της Ρωσικής Πολιτείας και τις σχετικές ενέργειες του Πατριαρχείου Μόσχας η επιστολή συνέβαλε στην επικράτηση του κοινού λόγου μεταξύ των δυτικών πολιτικών και έτσι απετράπη το χτύπημα κατά της Συρίας.
Είχα συνάντηση με τον Πάπα Φραγκίσκο στις 12 Νοεμβρίου στο Βατικανό. Κατά τις συνομιλίες μας μοιράσθηκα τις απόψεις μου από την επίσκεψη στο Λίβανο και τόνισα την ανάγκη συντονισμένων ενεργειών των χριστιανικών Εκκλησιών για την προστασία των χριστιανών στη Συρία.
Ως εκ τούτου μεγάλες ελπίδες αναθέτω στις επικείμενες συνομιλίες μεταξύ του Προέδρου της Ρωσίας και του Πάπα Ρώμης, οι οποίες, υποθέτω, θα έχουν σημαντική απήχηση διεθνώς και θα οδηγήσουν στη λήψη πραγματικών μέτρων προστασίας του χριστιανικού πληθυσμού της Μέσης Ανατολής.
Мπορούμε να πούμε ότι το κλίμα, το οποίο διαμορφώθηκε μετά την εκλογή του νέου Πάπα Ρώμης είναι μάλλον ευμενής για την ενδεχόμενη συνάντηση κορυφής των Ηγετών των δυο Εκκλησιών; Πώς εκδηλώνεται αυτό;
Η θέση του Πάπα Φραγκίσκου επί σειράς ζητημάτων προσεγγίζει τη σχετική της καθ΄ημάς Εκκλησίας. Ακόμα πριν εκλεγεί Πάπας ο Καρδινάλιος Χόρχε Μάριο Μπεργκόλιο δήλωσε τη βαθιά του συμπάθεια απέναντι στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Ρωσίας και την επιθυμία του να συνάψει στενές επαφές μαζί της.
Στα πλαίσια των πανηγυρικών εκδηλώσεων της ενθρονίσεως του νέου Πάπα είχα τη δυνατότητα να συζητήσω μαζί του την επίκαιρη κατάσταση στις σχέσεις της Ρωσικής Εκκλησίας με τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία.
Ο Πάπας Φραγκίσκος επιβεβαίωσε την πρόθεσή του να συνεισφέρει στην επίτευξη της αμοιβαίας κατανόησης μεταξύ των δυο Εκκλησιών. Η δεύτερη συνάντησή μας το Νοέμβριο επίσης έδειξε ότι ήταν όμοιες οι απόψεις μας επί πολλών προβλημάτων της σύγχρονης εποχής.
Ειδικότερα δε, η επιθυμία του Πάπα να φέρει την Εκκλησία κοντά στους φτωχούς και τους αδυνάτους, να επιβάλει διοικητικές μεταρρυθμίσεις στη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία προκειμένου να πετύχει τη μεγαλύτερη συνοδικότητα, η έκκλησή του προς τη διεθνή κοινότητα να στρέψει την προσοχή της στους δοκιμαζόμενους και καταδιωκόμενους χριστιανούς της Μέσης Ανατολής και άλλων περιοχών της υφηλίου, όλα αυτά απολαμβάνουν υποστηρίξεως της Ρωσικής Εκκλησίας.
Τα ως άνω, είναι αδιαμφισβήτητα, ότι καθιστούν την ενδεχόμενη συνάντηση μεταξύ του Πάπα και του Πατριάρχου όλο και πιο ρεαλιστική. Και όμως να μην καταλήξει η συνάντηση αυτή σε αμιγώς εθιμοτυπική, είναι ανάγκη να την προετοιμάσουμε καταλλήλως από πλευράς περιεχομένου.
Όσον δε αφορά τον τόπο διεξαγωγής της συναντήσεως και τις διάφορες εθιμοτυπικές λεπτομέρειες, αυτά δεν έχουν συζητηθεί προς το παρόν σε διμερές επίπεδο.
Σήμερα ποιό είναι το βασικό κώλυμα για την οργάνωση της παρόμοιας συναντήσεως;
Η ανεπίλυτη σύγκρουση μεταξύ των Ορθοδόξων και των Ελληνοκαθολικών στην Ουκρανία παραμένει το βασικό κώλυμα. Κατά την επαναλειτουργία στο τέλος της δεκαετίας 1980 των δομών της Ουκρανικής Ελληνοκαθολικής Εκκλησίας το Πατριαρχείο Μόσχας στερήθηκε σχεδόν όλων των Ιερών Ναών του στη Δυτική Ουκρανία.
Και έως σήμερα αντιμετωπίζει δυσκολίες η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας όταν θέλει να χτίσει Ναό στις δυτικές περιοχές της Ουκρανίας. Ταυτόχρονα η Ουκρανική Ελληνοκαθολική Εκκλησία επεκτείνει την ιεραποστολική της δράση στα ανέκαθεν Ορθόδοξα εδάφη της Ανατολικής και Νότιας Ουκρανίας, κάτι το οποίο δεν μπορεί παρά να προκαλέσει ανησυχία στους Ορθοδόξους.
Ποια μπορούν να είναι σημεία επαφής για την προσέγγιση μεταξύ των δυο Εκκλησιών; Ίσως η τύχη των χριστιανών της Μέσης Ανατολής; Συμμερίζεσθε την σχετική ανησυχία της Ρώμης;
Η τύχη των χριστιανών στην περιοχή της Μέσης Ανατολής είναι ίσως το πιο σημαντικό θέμα για τη συνεργασία μεταξύ Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών.
Τόσο η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, όσο και η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ρωσίας έχουν επανειλημμένως εκφράσει ανησυχίες για την τύχη των χριστιανών στη Μέση Ανατολή και τις άλλες χώρες, όπου υφίστανται διώξεις.
Κατά τη συνεδρία της Ιεράς Συνόδου της Ρωσικής Εκκλησίας τον Μάιο 2011 υιοθετήθηκε κείμενο, διά του οποίου η καθ΄ημάς Εκκλησία καταδίκασε διώξεις σε βάρος των οπαδών του Χριστού και κάλεσε τη διεθνή κοινότητα να δώσει ιδιαίτερη έμφαση στο εν λόγῳ πρόβλημα και από κοινού να επεξεργασθούμε μέτρα καταπολέμησης της διακρίσεως σε βάρος των χριστιανών.
Ο Αγιώτατος Πατριάρχης Μόσχας και Πασών των Ρωσσιών Κύριλλος τον Σεπτέμβριο 2013 απέστειλε γράμμα στον Πρόεδρο των ΗΠΑ κ. Μπ. Ομπάμα, όπου τον κάλεσε να αφουγκρασθεί τη φωνή των χριστιανικών Εκκλησιών και να απέχει από την επίθεση κατά της Συρίας. Είναι τα ελάχιστα μόνο παραδείγματα τα οποία επιβεβαιώνουν τον κοινό προβληματισμό των Εκκλησιών μας σχετικά με την κατάσταση των χριστιανών στη Μέση Ανατολή.
Και όμως δεν είναι ο μόνος ενδεχόμενος τομέας συνεργασίας μεταξύ των Εκκλησιών. Τα τελευταία όλο και περισσότερο επιβάλλεται η συνεργασία των Ορθοδόξων και των Ρωμαιοκαθολικών για την υπεράσπιση των χριστιανικών αξιών στη σύγχρονη εκκοσμικευμένη κοινωνία.
Συγκλίνουν οι θέσεις των Εκκλησιών μας επί πολλών προβλημάτων, τα οποία αντιμετωπίζει σήμερα ο χριστιανισμός. Μεταξύ τους είναι η υποβάθμιση των οικογενειακών αξιών και η παραβίαση στην κοινωνία των κανόνων της συμβατικής οικογενειακής ηθικής.
Οι Εκκλησίες μας στα πλαίσια της ενιαίας προσπάθειας τάσσονται κατά των αμβλώσεων, της ευθανασίας, των ιατρικών και βιολογικών πειραμάτων, ασύμβατων με την ηθική αρχή σεβασμού του ανθρώπινου προσώπου, της εξισώσεως της συμβιώσεως των ομόφυλων προσώπων με την ένωση γάμου και πολλών άλλων «επιτευγμάτων» του σύγχρονου φιλελεύθερου πολιτισμού, ο οποίος σε κίνδυνο θέτει την επιβίωση των Ευρωπαϊκών λαών.
Ακριβώς αυτή η υποβάθμιση των αρχών της οικογενειακής ηθικής πλήττει άμεσα και σοβαρά ολόκληρο το σύστημα των ανθρώπινων σχέσεων και αποτελεί την κύρια αιτία της δεινότατης δημογραφικής κρίσεως, η οποία μαστίζει πολλές χώρες της Ευρώπης.
Όταν στη Γαλλία οι αρχές χρησιμοποιούν τα δακρυγόνα για να διαλύσουν τους διαδηλωτές κατά της υιοθεσίας των παιδιών από τα ομόφυλα ζευγάρια αυτό είναι μια ολοφάνερη περιφρόνηση της βουλήσεως μιας σημαντικής μερίδας ανθρώπων.
Κατά την άποψή μου είναι αυτοκτονία για τις χώρες της Ευρώπης η στοχευμένη αυτή πολιτική που υπονομεύει την οικογένεια, διότι οδηγεί στην σταδιακή εξαφάνιση των αυτοχθόνων πληθυσμών της Ευρώπης.
Όλο και πιο επίκαιρο αναδεικνύεται το πρόβλημα της παραβιάσεως των δικαιωμάτων των χριστιανών εξαιτίας της θρησκευτικής τους ταυτότητας.
Δυστυχώς τις δηλωμένες αντιχριστιανικές θέσεις τις παρατηρούμε και στη σύγχρονη Ευρώπη, όπου υπάρχουν ορισμένες δυνάμεις, οι οποίες αποπειρώνται τον εξοβελισμό της θρησκείας από το δημόσιο χώρο στον αποκλειστικά ιδιωτικό.
Έχουμε ζήσει στη Ρωσία την πικρή εμπειρία διώξεων κατά της Εκκλησίας, και γι΄αυτό ξέρουμε την αξία της θρησκευτικής ελευθερίας.
Είμαστε βέβαιοι ότι η θρησκευτική ελευθερία δεν σημαίνει απλώς να είσαι ελεύθερος να φοράς σταυρό κάτω από το πουκάμισό σου και να προσεύχεσαι μπροστά στις εικόνες στο σπίτι σου.
Περιλαμβάνει και την ελευθερία να μιλάς ελεύθερα για τις χριστιανικές απόψεις, να μεγαλώνεις τα παιδιά σου με πίστη, να αποφεύγεις τις πράξεις, που αντιβαίνουν στις χριστιανικές ηθικές αρχές.
Έχουμε πάρα πολλά σημεία επαφής σε όλα αυτά τα θέματα οι Ορθόδοξοι και οι Ρωμαιοκαθολικοί. Και θα αναπτύξουμε τη συνεργασία μας, έχοντας υπόψη ότι τόσο οι Ορθόδοξοι, όσο και οι Ρωμαιοκαθολικοί, δεν είμαστε ανταγωνιστές, αλλά σύμμαχοι.
Έχουμε ένα κοινό ιεραποστολικό πεδίο, αντιμετωπίζουμε κοινές προκλήσεις, έχουμε μια κοινή πίστη στο Χριστό ως Θεό και Σωτήρα.
Από αυτή την πίστη να απορρέουν και όλες οι κοινές μας προσπάθειες προκειμένου να διαφυλάξουμε τις χριστιανικές αξίες στο σύγχρονο εκκοσμικευμένο κόσμο.